Αποφάσισες να γίνεις μαμά. Πολύ καλά διαβασμένη, ήρθε η ώρα να περάσεις απ’ τη θεωρία στην πράξη. Ξέρεις τι είδους μαμά θέλεις να γίνεις. Έχεις έτοιμο το σενάριο μέσα στο κεφάλι σου. Όμως, τίποτα δε σου βγαίνει στο ακριβώς, όλα είναι στο περίπου.
Γιατί, μια εγκυμοσύνη δε φέρνει μόνο ένα παιδί. Φέρνει κι έναν πατέρα που έφυγε πριν καν γεννήσεις, πεθερικά και συγγενολόι, που θα τους φταις πάντα εσύ. Και το χειρότερο; Φέρνει και τους γονείς σου, που επειδή δεν ήσουν αυτό που εκείνοι ήθελαν να είσαι, στέκονται απέναντί σου και λιθοβολούν πρώτοι.
Εσύ αντέχεις. Κι έχεις επιβεβαιώσει κάθε κλισέ που κυκλοφορεί περί δύναμης κι αντοχής. Κι όσο πιο πολύ αντέχεις, τόσο πιο πολύ τους εξαγριώνεις. Κι αν τους ακούσεις, όλα για το παιδί τα έκαναν, για το καλό του. Άλλωστε, όλοι αγαπούν το παιδί σου τόσο πολύ! Επίσης, όλοι αυτοί τυχαίνει να γνωρίζουν το καλό του παιδιού σου καλύτερα από σένα!
Είναι η στιγμή που θέλεις να ουρλιάξεις, μα εσύ σφίγγεις τα δόντια σου και προχωράς. Προχωράς; Τη μισούν αυτή τη λέξη. Θα σε βρίσουν, θα σου κάνουν δικαστήρια, θα κάνουν φασαρία στη δουλειά σου, με σκοπό να τη χάσεις και να σε αποδυναμώσουν. Θα βάζουν λόγια στο παιδί σου κάθε φορά που θα το κρατάνε, θα σε διαβάλλουν παντού. Θα σε προκαλούν τόσο ώστε να τα κάνεις όλα γης μαδιάμ. Να, θα πουν, δείτε την πώς φέρεται.
Εσύ, θυμώνεις, φουσκώνεις και ξεφουσκώνεις, σιωπάς. Δεν αντιδράς. Δεν τους κάνεις τη χάρη. Ξέρεις πολύ καλά τι θέλουν. Δεν τους το δίνεις. Ξυπνάς, φωνάζεις στον εαυτό σου «είσαι μαμά» κι αυτό σε κάνει να αντέχεις και σήμερα. Τα έχεις καταφέρει, το ξέρεις. Όσο δεν τους κάνεις τη χάρη να αφήσεις στα χέρια τους το παιδί σου και να φύγεις για να γλυτώσεις, τόσο πιο σίγουρη είσαι ότι τα καταφέρνεις.
Το βασικότερο όπλο σου εναντίον τους, είναι το παιδί σου. Έχεις κάνει καλή δουλειά. Είναι καλό παιδί, ξέρει από κανόνες, είναι καλή μαθήτρια. Φροντίζεις να περνάει το χρόνο της δημιουργικά, τη βοηθάς και την προστατεύεις, της δίνεις συνεχώς νέα ερεθίσματα, μαθαίνεις εκ νέου τον κόσμο μαζί της κι όταν λες «διακοπές», δεν εννοείς «την αφήνω και φεύγω», αλλά αναρωτιέσαι ποιο μέρος θα της άρεσε περισσότερο και πηγαίνετε μαζί εκεί. Βγάζετε φωτογραφίες. Έχετε το δικό σας κουτί αναμνήσεων…
Παρ’ όλα αυτά, μέσα σου λυπάσαι. Ήθελες να της δώσεις κάτι παραπάνω. Νιώθεις ότι της το χρωστάς. Όμως, σπατάλησες τόση ενέργεια για να επιβιώσετε και να βγείτε όσο το δυνατόν πιο αλώβητες από όλο αυτό το συνονθύλευμα εγωισμού και κακίας, που κουράστηκες. Στην αντίπαλη πλευρά κάνουν πάρτι.
Ξαφνικά, δε θέλεις να προσπαθήσεις άλλο. Ξέρεις ότι μπορείς. Μπορείς να τους κάνεις τα πάντα. Αλλά δε θέλεις, κι ας το εκμεταλλεύονται. Δε θέλεις να ασχοληθείς μαζί τους ούτε για να τους βάλεις στη θέση τους. Κάπου εκεί, αρχίζεις να πιστεύεις στο κάρμα. Τη βρόμικη δουλειά θα την κάνει αυτό. Εσύ τα χέρια σου, αρνείσαι να τα λερώσεις. Αφήνεσαι στο κρεβάτι σου. Ξέρεις τι πρέπει να κάνεις. Όλα τα δοκίμασες, έχεις μαζέψει τα συν και τα πλην για κάθε περίπτωση. Να φύγεις πρέπει. Να πάρεις το παιδί σου και να φύγεις. Να ξεπεράσεις τους άλλους φόβους που σε έχουν στοιχειώσει και να φύγεις.
Τι σε κρατάει, λοιπόν; Η αποδοχή της κατάστασης. Βλέπεις δυο υπέροχα ματάκια κι αναρωτιέσαι. Πώς μπόρεσαν; Πώς μπορούν; Πώς γίνεται να έχει περισσότερη σημασία γι’ αυτούς μια κόντρα από αυτά τα υπέροχα μάτια, με το αθώο βλέμμα και την αγνή καρδιά;
Μόλις πεις τη μαγική λέξη «αποδέχομαι», έχεις φτάσει και στη λύση του μυστηρίου. Πρέπει ν’ αποδεχτείς ότι δεν υποκύπτουν όλοι στο μεγαλείο μιας παιδικής ψυχής. Πρέπει ν’ αποδεχτείς ότι όχι μόνο θα αντιμετωπίζεις τα πάντα μόνη σου, αλλά θα έχεις και μόνιμα δρόμο μετ’ εμποδίων. Πρέπει να κάνεις την υπέρβαση. Να χαμογελάσεις και πάλι. Και το πιο δύσκολο; Υπάρχει μόνο ένας τρόπος για να μην τους κουβαλάς μέσα σου: να τους συγχωρήσεις!
Να πεις ένα «σας συγχωρώ, γιατί είχατε πιο χαμηλή όραση απ’ τη δική μου». Δεν μπορείς να απαιτείς από έναν τυφλό να δει. Πρώτον, δεν μπορεί και δεύτερον, απαιτώντας κάτι τέτοιο, τον προσβάλλεις, τον θυμώνεις. Θέλει να σε φάει, να σε κατασπαράξει, γιατί του θύμισες αυτό που τον πονάει.
Και μέχρι να τα καταλάβεις εσύ όλα αυτά, απέκτησες και νέο εχθρό, τον χρόνο. Και δεν ήρθε μόνος του. Έφερε και δυο φίλες του μαζί. Την οικονομική κρίση και την κατάθλιψη.
Αποφάσισες να γίνεις μαμά. Αυτό σκέφτεσαι ξαπλωμένη με έναν χάρτη ανοιχτό δίπλα σου και μια κάτοψη σπιτιού απ’ την άλλη. Για άλλη μια φορά πρέπει ν’ αποφασίσεις. Κλείνεις τα μάτια σου, μέχρι που ακούς μια παιδική φωνούλα να σου λέει «σήκω απ’ το κρεβάτι, μαμά». Και ξέρεις ότι αυτή τη φορά, δεν περιμένει από σένα απλώς να πας στο δίπλα δωμάτιο και να παίξεις με την Έλσα και την Άννα…
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη