Πατριαρχία ονομάζεται το κοινωνικό σύστημα ή δομή εξουσίας όπου οι άνδρες κατέχουν κυρίαρχες θέσεις στους περισσότερους ή όλους τους τομείς της κοινωνικής, πολιτικής, οικονομικής και οικογενειακής ζωής. Σε ένα τέτοιο σύστημα οι γυναίκες αλλά και όσοι άνδρες αποκλίνουν από τα παραδοσιακά πρότυπα βρίσκονται σε υποδεέστερη ή περιθωριοποιημένη θέση. Μιλάμε τότε για ιεραρχία φύλων και παραδοσιακούς ρόλους των φύλων όπου ο άνδρας συνδέεται με τη δύναμη, την κυριαρχία και την ηγεσία ενώ η γυναίκα με το σπίτι, την αναπαραγωγή, την υποταγή και την εξάρτηση. Κι αν και είναι σαφές και συζητάμε συχνά το πώς μια τέτοια κοινωνία υποβαθμίζει την αξία της γυναίκας και πώς την περιορίζει, ακούγεται πολύ λιγότερο η επιρροή της στους άντρες και με ποιο τρόπο είναι και οι ίδιοι θύματα της πατριαρχίας.

Πρέπει να καταλάβουμε πως η πατριαρχία (το ίδιο θα λέγαμε και αν υπήρχε μητριαρχία) είναι ένα σύστημα ανισότητας που ορίζει “ανώτερους” και “κατώτερους”, “ισχυρούς” και “ανίσχυρους”. Μέσα σε μια τέτοια κατάσταση προφανώς τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα για τα άμεσα θύματα, τις γυναίκες και τους άντρες που ανήκουν σε άλλες ομάδες (όχι λευκοί, όχι πλούσιοι, όχι ετερόφυλοι) αλλά αυτό δεν απορρίπτει και τις επιπτώσεις που υπάρχουν σε όλους τους άντρες και αγόρια – τα έμμεσα θύματα.

Η πατριαρχία είναι ένα σύστημα πίεσης για τα αγόρια από πολύ μικρή ηλικία. Δεν πρέπει να παίζουν με κούκλες ούτε να φοράνε ροζ. Πρέπει να βλέπουν ποδόσφαιρο και να παίζουν με αυτοκίνητα και όπλα. Να μη βλέπουν ταινίες της Μπάρμπι γιατί είναι «κοριτσίστικες». Οι παραδοσιακοί γονείς και δάσκαλοι που μοιράζουν τα παιχνίδια στα παιδιά ανάλογα με το φύλο, που δεν αφήνουν τα αγόρια να έχουν δικό τους αγαπημένο χρώμα εκτός αν είναι το μπλε ή το πράσινο (άντε και το κόκκινο, κίτρινο, μαύρο – μόνο όμως αν συνάδει με το χρώμα της ομάδας τους), δεν επιτρέπουν στο παιδί-αγόρι να αναπτύξει τις δικές του προτιμήσεις και κατά συνέπεια μια δική του, μοναδική προσωπικότητα. Αυτό δε συμβαίνει απαραίτητα ούτε άμεσα ούτε συνειδητά, καθώς είναι τόσο βαθιά ριζωμένο ότι «θα βάψουμε το δωμάτιο του μπέμπη γαλάζιο» και ότι «δε θα του πάρουμε κουζινικά ή μωρά για να παίξει» (λες κι ένας άντρας δεν μπορεί να μαγειρεύει και να γίνει πατέρας), που πολλές φορές θεωρείται απλά αυτονόητο και δεν αντιλαμβανόμαστε από πού πηγάζει ούτε τι κρύβει από πίσω.

Η πίεση συμμόρφωσης με τα κοινωνικά πρότυπα ώστε να γίνει κάποιος «πραγματικός άνδρας» είναι εξωφρενική. Οι προσδοκίες ακόμα κι από τη στιγμή γέννησης ενός αγοριού είναι πάρα πολλές καθώς η πατριαρχία συνδέει την αξία ενός άνδρα με την επαγγελματική επιτυχία και την οικονομική του κατάσταση, γεγονός που μπορεί να προκαλεί άγχος, στρες και συναισθήματα ανεπάρκειας αν δεν επιτευχθούν αυτές οι προσδοκίες. Επίσης, πολλές φορές ενθαρρύνονται να επιδιώκουν θέσεις εξουσίας και ηγεσίας. Αν κι αυτό μπορεί να φαίνεται ευνοϊκό, συχνά τους ωθεί σε περιβάλλοντα υπερβολικής πίεσης κι ανταγωνισμού που υπονομεύουν την ψυχική τους υγεία.

Με βάση την πατριαρχία, πρέπει ακόμη να παρέχουν στην οικογένειά τους τα πάντα και να φέρνουν μεγαλύτερο μερίδιο στο οικογενειακό τραπέζι από τη σύζυγό τους. Να έχουν μια δουλειά που εκπέμπει κύρος και εξουσία ή/και είναι σκληρή και να μην είναι θηλυπρεπής. Άντρες νοσοκόμοι, νηπιαγωγοί, καθαριστές, μεταξύ άλλων επαγγελμάτων, πέφτουν συχνά θύματα αρνητικού σχολιασμού και έμφυλων προκαταλήψεων.

Επίσης, έχουμε το γνωστό «Οι άντρες δεν κλαίνε». Από πολύ μικρή ηλικία τα αγόρια μαθαίνουν να μην εκφράζουν τα συναισθήματά τους και να μη ζητάνε βοήθεια γιατί αυτό είναι σημάδι αδυναμίας. Δεν είναι τυχαίο που τα ποσοστά αυτοκτονίας στους άντρες είναι πολύ μεγαλύτερα από τα αντίστοιχα στις γυναίκες. Οι άντρες δυσκολεύονται να μιλήσουν ακόμα και στους πιο κοντινούς τους φίλους για τις δυσκολίες στη δουλειά, τη σχέση τους, τυχόν προβλήματα υγείας. Το στίγμα γύρω από την ψυχική υγεία είναι τεράστιο. Οι πατριαρχικές δομές συχνά δυσκολεύουν τους άνδρες να δημιουργούν βαθιές, συναισθηματικές σχέσεις, καθώς ενθαρρύνονται να διατηρούν μια εικόνα ανεξαρτησίας και συναισθηματικής απάθειας.

Τα αγόρια παίζουν με όπλα και πολεμικά παιχνίδια, είναι σχετικά αποδεκτό να βρίζουν, να είναι ζωηρά, να φωνάζουν και να τσακώνονται «γιατί απλά είναι αγόρια». Μαθαίνουν να είναι ανταγωνιστικά, να μπλέκουν σε καυγάδες με το παραμικρό και πάνω απ’ όλα να μην είναι ευαίσθητα.

Η πίεση να είναι κάποιος σωστός άντρας εκτείνεται σε κάθε πτυχή της ζωής και η χειρότερη βρισιά για έναν άντρα είναι να τον πουν γκέι ή πού#@*. Ένας άντρας με μη ετερόφιλη σ3ξουαλική ταυτότητα παύει σε ένα σύστημα πατριαρχίας να θεωρείται άντρας, και γι’ αυτό μη μας ξαφνιάζει πως πολλοί δεν μπορούν να φανερώσουν την πραγματική τους σ3ξουαλική ταυτότητα, κάνουν οικογένειες και ζουν διπλές ζωές. Αντικείμενο χλευασμού γίνεται οποιαδήποτε ένδειξη συναισθήματος και θηλυπρέπειας: οι φίλοι δεν αγκαλιάζονται, δε μιλάνε γλυκά στην κοπέλα τους μπροστά σε άλλους και αμάν και τι έγινε αν αφήσουν τη μικρή τους κόρη να τους βάψει τα νύχια πάνω στο παιχνίδι.

Φανταστείτε πόσο διαφορετική θα ήταν η κοινωνία σήμερα, πόσο λιγότερη η βία των ανηλίκων και η οπαδική βία αν τα αγόρια μάθαιναν από νωρίς από το σπίτι και το σχολείο το «όχι», να σέβονται τα όρια των άλλων, πως δεν πρέπει να είναι παντού οι «ισχυροί» και οι μάγκες. Πόσο διαφορετικά θα ήταν όλα αν τα μαλώναμε όσο και τα κορίτσια και δεν τους δινόταν η δικαιολογία ότι «είναι δύσκολα τα αγόρια» και «ωριμάζουν αργότερα», τη στιγμή που σε ένα κορίτσι 2-3 χρονών έχουν ήδη γίνει δέκα παρατηρήσεις αν κάθεται με ανοιχτά τα πόδια. Πόσο πιο αυτονόητη και εκτεταμένη θα ήταν η άδεια πατρότητας αν το σύστημα αναγνώριζε την ίδια ανάγκη στον άντρα για την πατρότητα και έπαυε να θεωρεί την ανατροφή του παιδιού υποχρέωση της γυναίκας.

Ψυχολόγοι υποστηρίζουν πως η πατριαρχία δίνει σε λίγους άνδρες την πρόσβαση στην κοινωνική ισχύ, ενώ στους υπόλοιπους δίνει την ισχύ ενάντια στις γυναίκες (και τους αδύναμους), κλέβοντάς τους κομμάτια της ανθρωπιάς τους.* Το σύστημα δρα πράγματι αρνητικά έναντι όλων, χωρίς όμως να αποτελεί ποτέ δικαιολογία για τους άντρες που προβαίνουν σε οποιαδήποτε μορφή βίας. Μόνο με την ισότητα θα πετύχουμε την κοινωνική ευημερία, τη δική μας και της οικογένειάς μας. Πρώτο βήμα στην αντιμετώπιση ενός προβλήματος είναι η αναγνώρισή του. Μόλις το αναγνωρίσαμε. Ας το πολεμήσουμε.

*Πηγή

Συντάκτης: Μαρία Σκαρμούτσου