Συχνά ακούμε πως τα πράγματα πάνε από το κακό στο χειρότερο. Πως ο κόσμος έχει αλλάξει, πως «παλιά» υπήρχαν αρχές, σεβασμός, σωστή συμπεριφορά. Η αλήθεια, όμως, είναι αρκετά μακριά από αυτή τη δήλωση. Οι μειονότητες έχουν πλέον περισσότερα δικαιώματα, οι νόμοι προστατεύουν τους αδύναμους και έχουμε μάθει να μιλάμε για όσα μας ενοχλούν. Διεκδικούμε καλύτερους μισθούς, πληρωμένες υπερωρίες, καταγγέλλουμε κακοποιητικές συμπεριφορές και στεκόμαστε δίπλα στα θύματα χωρίς να τα αμφισβητούμε. Η ανοχή μας στην αδικία έχει μειωθεί.

Κι αν σίγουρα απέχουμε πολύ από το να φτάσουμε σε μια τέλεια κοινωνία, είναι αναμφισβήτητο πως βρισκόμαστε έτη φωτός μπροστά από το παρελθόν. Θυμηθείτε μόνο πόσα πράγματα που σήμερα θεωρούμε αυτονόητα δεν ήταν αποδεκτά ούτε καν το 2010 και τι βλέπαμε στην ελληνική τηλεόραση τότε. Πόσω μάλλον το 1981, όταν γράφτηκε ένα βιβλίο Savoir vivre για την Ελλάδα, που έπεσε πρόσφατα στα χέρια μου.

 

Les Regles de la bienséance, et de la civilité chrétienne ... Par monsieur  J. B. de La Salle,... à l'usage des écoles chrétiennes des garçons | Gallica

 

Οι πρώτες εκδόσεις του βιβλίου κυκλοφόρησαν νωρίτερα, όπως τη δεκαετία του 1920 ή 1930 από τον Jean-Baptiste de La Salle, κι ασχολήθηκαν θεωρητικά με την έννοια της κομψότητας και της καλλιέργειας της συμπεριφοράς στους κύκλους της γαλλικής αριστοκρατίας. Ουσιαστικά, ήταν ένα βιβλίο γεμάτο οδηγίες για το πώς να συμπεριφέρεται κανείς «σωστά» στην ελληνική κοινωνία του τότε – οι περισσότερες από τις οποίες σήμερα μοιάζουν, στην καλύτερη περίπτωση, αστείες και, στη χειρότερη, κοινωνικά επικίνδυνες.

Σύμφωνα με το βιβλίο, οι άντρες έπρεπε να έχουν πάντα ξυρισμένο πρόσωπο. Το μούσι δεν ήταν απλώς ανεπιθύμητο, αλλά «έπρεπε να ξυρίζονται μια φορά την ημέρα και περισσότερο αν υπάρχει ανάγκη».

Οι γυναίκες, από την άλλη, έπρεπε να κάθονται προσεκτικά: «Όχι όμως σηκώνοντας τις γάμπες υπερβολικά ψηλά, για να μπορέσουν να αποφύγουν κάθε άσεμνη στάση. Αν μάλιστα μια γυναίκα δεν έχει τέλειες σαγηνευτικές γάμπες, θα ήταν προτιμότερο να σταυρώνει μόνο τους αστραγάλους».

Οι άντρες, από την πλευρά τους, «πρέπει να αποφεύγουν να δείχνουν γυμνό το κάτω μέρος της γάμπας τους, γιατί ένα τέτοιο θέαμα είναι αποκρουστικό και γελοίο». Και για τα δύο φύλα, το σταύρωμα των ποδιών σε υπερβολικά ψηλή στάση ήταν απολύτως απαγορευτικό, καθώς «αυτή η στάση είναι πολύ χυδαία».

Η λίστα με τους «χρηστούς» κανόνες συμπεριφοράς συνεχίζεται και σε λεπτομέρειες που σήμερα μοιάζουν απίθανες. Για παράδειγμα, θεωρούταν «χυδαίο» ένας άνδρας να γράψει επιστολή σε έγχρωμο χαρτί αντί για λευκό, γκρι ή γαλάζιο.

Αν νομίζετε ότι οι αυστηροί αυτοί κανόνες αφορούσαν μόνο την εμφάνιση, περιμένετε να δείτε τι ισχύει για τη συμπεριφορά των γυναικών. Σύμφωνα με το βιβλίο, «είναι παράτυπο να ζητήσει μια γυναίκα να τη συστήσουν σ’ έναν άνδρα. Πιο παράτυπο ακόμα είναι να συστηθεί μόνη της». Σήμερα, κάτι τέτοιο ακούγεται τουλάχιστον παράλογο, ειδικά σε έναν κόσμο όπου η δικτύωση είναι κλειδί και στις προσωπικές και στις επαγγελματικές σχέσεις.

Τα παιδιά, σύμφωνα με τους κανόνες καλής συμπεριφοράς της εποχής, δεν έπρεπε να έχουν καμία συμμετοχή στις κοινωνικές εκδηλώσεις. Όταν υπήρχε κόσμος στο σπίτι, λοιπόν, τα παιδιά έπρεπε να αποσύρονται στα δωμάτιά τους.

Οι έφηβοι, από την άλλη, «δε θα έπρεπε να εκφράζουν απόψεις για πολιτικά ή θρησκευτικά θέματα», ούτε να κάνουν φιλίες στην παραλία, γιατί «τα όμορφα και θελκτικά» άτομα που γνώριζαν εκεί ίσως να μην ήταν ίδια στην καθημερινή ζωή.

Και αν μια γυναίκα ήταν άγαμη, τότε υπήρχαν αυστηροί κανόνες για εκείνη: «Μια άγαμη γυναίκα πρέπει να παραμένει όσο το δυνατόν λιγότερο μόνη της σε ένα καφενείο ή ζαχαροπλαστείο».

Ο γάμος, ο αρραβώνας και η απώλεια συνοδεύονταν επίσης από αυστηρούς κοινωνικούς κανόνες. Αν ένα ζευγάρι αρραβωνιαζόταν σε μεγαλύτερη ηλικία, δεν έπρεπε να κάνει καμία επίσημη ανακοίνωση και ο γάμος τους έπρεπε να γίνεται σε κλειστό κύκλο. Αν μία γυναίκα έχανε τον σύζυγό της, έπρεπε να περιμένει δύο χρόνια για να ξαναπαντρευτεί, ενώ ένας άνδρας έξι μήνες. Το πένθος, επίσης, είχε αυστηρούς κανόνες: «Μακριά από κοσμικές συγκεντρώσεις και δημόσια θεάματα τον πρώτο καιρό».

Διαβάζοντας αυτά, γίνεται ξεκάθαρο πόσο έχουμε προχωρήσει ως κοινωνία. Σήμερα, οι γυναίκες ευτυχώς δε χρειάζονται άδεια για να μιλήσουν σε κάποιον. Οι άντρες μπορούν να έχουν γένια χωρίς να θεωρούνται απεριποίητοι. Τα παιδιά είναι παρόντα στην οικογενειακή ζωή και όχι απομονωμένα. Οι έφηβοι έχουν φωνή και μπορούν να διαμορφώνουν άποψη για τον κόσμο γύρω τους.

Αν και φυσικά υπάρχουν ακόμα ανισότητες και στερεότυπα, έχουμε απομακρυνθεί πολύ από τέτοιες αντιλήψεις. Η πρόοδος είναι εμφανής. Και η ισότητα δεν πρόκειται ποτέ να έρθει όσο συνεχίζουμε να βάζουμε αυστηρούς κανόνες για το πώς πρέπει να ζουν οι άνθρωποι τη ζωή τους.

Διαβάζοντας αυτά, μπορούμε να πούμε μόνο ένα πράγμα: ευτυχώς που ο κόσμος αλλάζει. Και ας ελπίσουμε ότι θα συνεχίσει να αλλάζει προς το καλύτερο.

Συντάκτης: Μαρία Σκαρμούτσου