Λατρεμένο το αμφιλεγόμενο. Προκαλεί θυμό, σύγχυση, αναστάτωση στους μεν, προκαλεί δάκρυα συγκίνησης και τροφή για σκέψη στους δε. Πόσες φορές έπιασες τον εαυτό σου παγιδευμένο σε έναν κυκεώνα απελπισίας. Έμοιαζε κάθε πιθανή λύση να δημιουργεί ένα νέο πρόβλημα παρά το ανάποδο. Είναι φορές που πέφτεις στην ίδια λούπα ξανά και ξανά και τα μοτίβα φαντάζουν αλεξίσφαιρα. Το μυαλό σου είναι ο μεγαλύτερος συνεργός σου στο να δραπετεύσεις από εδώ και κανένας άλλος. Είτε επαναλαμβάνεις τα ίδια λάθη στην καριέρα σου, είτε στους συντρόφους που επιλέγεις που οριακά μοιάζουν να προέρχονται από το ίδιο σόι τους μέσα και μένεις να απορείς πότε. Πότε θα σπάσεις τα δεσμά.
Ό,τι σου περιέγραψα απέδωσαν γλαφυρά οι προκλητικά αμφιλεγόμενοι καλλιτέχνες Sun Yuan και η Peng Su στο αριστούργημά τους με τίτλο “can’t help myself”. Οι βραβευμένοι αρτίστες φημίζονται για το έντονα ψυχοπολιτικό υπόβαθρο με το οποίο χρωματίζουν κάθε τους έργο. Έτσι οι θεατές διχάζονται και το debate ξεκινά.
Οι λάτρεις του ξεγυμνώματος της ανθρώπινης φύσης όσο σκληρά ωμή και αν είναι, επικροτούν ακόμα και το πιο επίμαχο έργο τους με τραγικό πρωταγωνιστή ένα ρομπότ. Στην απόλυτη έκρηξη της τεχνητής νοημοσύνης, σε κάθε πτυχή της ζωής μας αυτή τη στιγμή, ένα τέτοιο έργο έρχεται να κουμπώσει τέλεια με την προσομοίωση μιας τραγικής ανθρώπινης υπόστασης.
Το εν λόγω ρομπότ φημολογείται πως κυριεύθηκε από αυτ@κτονικές τάσεις επειδή δεν μπορούσε να ξεφύγει από την καταδίκη του. Λες και ό,τι κ αν έκανε δεν του επέτρεπε να αλλάξει την προδιαγεγραμμένη μοίρα του. Ωδή στη ματαιότητα. Το ρομπότ που αποτελούσε έκθεμα στο μουσείο Guggenheim της Νέας Υόρκης, άκουγε στο όνομα “Can’t Help Myself” όσο ήταν ακόμη εν ζωή. Εκτιμήθηκαν οι αέναοι κόποι του, όμως, μετά θάνατον.
Το έργο αποτελούνταν από έναν τεράστιο βραχίονα καταδικασμένο να καθαρίζει μια ασταμάτητης ροής λίμνη «αίματος» όντας παγιδευμένο σε ένα γυάλινο κουτί, εκτεθειμένο δημοσίως να παλεύει με τα δεινά του. Τα εν οίκω μη εν δήμω; Όχι βέβαια. Το ειδικά σχεδιασμένο φτυάρι του ρομπότ, προγραμματισμένο σε 32 ακατάπαυστες κινήσεις πάσχιζε να συμμαζέψει το κόκκινο υγρό που ψεκάζεται ξανά και ξανά (εικασίες των συνωμοσιολόγων πως ενδέχεται να είναι κι αληθινό αίμα μιας και οι εν λόγω καλλιτέχνες δε διστάζουν να προκαλέσουν ταραχή). Καθόλου τυχαία η αλληγορία του αίματος, να πούμε, μιας και ενσαρκώνει τη βία με την οποία ο καθένας μας μάχεται με διαφορετικά όπλα. Είναι η βία του συνοριοφύλακα, η ενδοοικογενειακή βία, η εσωτερική βία που ψεκάζει ο ίδιος μας ο εγκέφαλος το σώμα μας κι έχει ψυχολογικό χαρακτήρα. Όσο καθάριζε από τη μια πλευρά, λοιπόν, τόσο η λίμνη γέμιζε από την άλλη. Στο τέλος, το πάτωμα από λευκό μετατράπηκε σε ροζ από την αδιάκοπη φθορά.
Η ταύτιση των ανθρώπων ήταν αναπόφευκτη, ιδίως σε μια περίοδο όπως εκείνη της καραντίνας το 2019 που μπήκαν οι ζωές μας σε παύση. Η κανονικότητα ξεθώριαζε από τις μνήμες μας και τότε δεν μπορούσαμε να απομακρυνθούμε από το σημείο εκκίνησης, όσο και αν το θέλαμε. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Παρ’ όλα αυτά πολλές ερμηνείες θα μπορούσαν να αποδοθούν για το ρομπότ που δεν μπορούσε να βοηθήσει τον εαυτό του. Κι ο καθένας, μπορεί να οδηγηθεί εκεί που πονά περισσότερο.
Τα αποκαλυπτήρια δεν έχουν τόσο ποιητική χροιά εφόσον δεν καταλήγουμε σε πραγματική αυτ@κτονία. Το ρομπότ ήταν έτσι σχεδιασμένο ώστε οι κινήσεις του να επιβραδύνονται σταδιακά, όπως αυτές του ανθρώπου όσο γερνάει ή όσο κουράζεται κ φτάνει ένα βήμα πριν να κρεμάσει τα παπούτσια του. «Σισύφειο μαρτύριο» το αποκάλεσε ένας θεατής. Η αυλαία πέφτει ακόμα και για τον Σίσυφο, όμως, που η τιμωρία του για τις απάτες στον θεό Δία ήταν να μεταφέρει αιώνια έναν βράχο ως την κορυφή του βουνού, μόνο και μόνο για να πέφτει συνεχώς και φτου κι απ’ την αρχή.
Τελειώνοντας το υδραυλικό υγρό του σκανδαλοθηρικού πρωταγωνιστή μας, λοιπόν, ενός μεταλλικού βραχίονα, τελείωσαν και τα βάσανά του.
Πηγή φωτογραφίας: www.guggenheim.org/
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου