Παλεύεις να βγάλεις το μήνα και δε σου φτάνουν ούτε για «ζήτω». Αναρωτιέσαι τι στον Άδη κάνεις λάθος και γιάντα μωρέ δεν το έχεις με τη διαχείρηση. Φλερτάρεις κάθε τόσο και λιγάκι με τη σκέψη να μετοικήσεις στα ξένα και να κουνήσεις το μαντήλι, που ενδεχομένως δεν έχεις, και να κλάψεις. Μην απελπίζεσαι, γιατί κι οι υπόλοιποι της γενιάς σου, στα ίδια νερά κολυμπάμε!
Δυστυχώς, δεν ήρθε με οδηγίες χρήσης αυτή η δύσκολη πίστα που σε έχει κάνει να αναθεωρείς ακόμα και τις πιο αυτονόητες θεωρίες. «Θα είναι ωραία», πατροπαράδοτα σου είχαν πει. «Μην αγχώνεσαι, θα πάνε όλα βάσει σχεδίου στη ζωή σου», έλεγαν και γελούσαν κι οι πέτρες. Και τώρα βλέπεις την τριχόπτωση και την κατάθλιψh να χαιρετάει στη στροφή των δροσερών σου «άντα».
Όντως όλα πήγαν βάσει σχεδίου. «Του Βελζεβούλη». Δε ρώτησες κι εσύ ποιός το καταστρώνει. Αυτά τα ρωτάνε εξαρχής. Εν πάσει περιπτώση, ας μη δακρύζουμε άλλο πάνω από το χυμένο γάλα. Κι αν κι άσχετο, δεν ξέρω αν το παρατήρησες, αλλά ακρίβυνε κι αυτό τελευταία. Δεν προλαβαίνεις να το αγοράσεις κι έχει ήδη εξαφαναστεί. Ποιος να το πρωτοπιεί; Εσύ, το βλαστάρι σου, @ σύζυγος ή η μαμά κι ο μπαμπάς.
Σε κάτι οδηγίες χρήσης που είχε πάρει το μάτι σου όταν ήσουν μικρός, έλεγε πως εκείνοι οι δυό ανθρωπούληδες θα έκαναν θuσίες για εσένα κι όντως έκαναν. Στερήθηκαν για να σου παρέχουν. Έκαναν κι εκείνοι λάθη, γιατί δεν είχε πουθενά tutorial κι έκανα κι αυτοί λάθη κι ακόμα κάνουν. Το πάλεψαν όπως ήξεραν. Τώρα όμως παλεύεις εσύ να φέρεις βόλτα, όχι ένα, αλλά δύο σπιτάκια. Το δικό σου και την οικία των προγόνων σου.
Το παραμυθάκι του Αισώπου συνέχιζε λέγοντας πως θα τελειώσεις το σχολείο αφού σε έχουν εφοδιάσει με τα ανάλογα εργαλεία να βγεις στην κοινωνία να βρεις μια εργασία και χαρά και μετά ήρθε το error 404. Zόρισε το παιχνίδι και το πέρας του απογαλακτισμού φαντάζει ανάβαση στο Έβερεστ. Τί κι αν βαράς δωδεκάωρα και δουλεύεις σαν εργατικός μέρμηγκας; Πόσο εύκολο σου είναι να αποχωριστείς το παχουλό ποσό που σου ζητάει ο σπιτονοικοκύρης σου; Κι αν το καλοσκεφτείς, για έναν ύπνο το πληρώνεις το ανακτοράκι σου 23 τετραγωνικών. Ακρίβυνε κι ο ύπνος πολύ!
Κι έπιασες και δεύτερη δουλειά και μετά μία τρίτη, μπας και μπορέσεις να τα πληρώσεις όλα. Έτσι τα έφερε η ζωή, η παξιμαδοκλέφτρα, που κάθε βόλτα στο σούπερ μάρκετ καταλήγει σε θέμα για την επόμενη συνεδρία με τον ψυχαναλύτη σου. Άλλα έξοδα κι από κει. Σου ανακουφίζει την ψυχούλα όμως και δε θες να χάσεις την επένδυση στον εαυτό σου.
Η σύνταξη του μπαμπά όμως φτάνει για κουκιά μετρημένα. Αν δεν τσoντάρeις, πέφτει μαύρο στις οθόνες. Ρεύμα γιόκ. Θες ακριβά σπόρ ζεστασιάς κι εσύ βρε αδερφέ! Να σου τα κοινωνικά τιμολόγια που συμμαχούν να πάρεις μια ανάσα, όμως εκεί που φτιάχνεις το ένα πέφτουν σαν ντόμινο άλλα πέντε. Πώς να ορθοποδήσεις όταν δε βγαίνουν τα προς το ζην για εσένα πόσο μάλλον κουβαλώντας στις πλάτες σου και τη ζωή των δικών σου ανθρώπων που θέλοντας ή μη έφτασαν να χρειάζονται βοηθητικές ρόδες, γιατί αλλιώς δεν τσουλάει το ποδήλατο.
Οι πιο τολμηροί πήραν τα μπογαλάκια τους και ψάχνουν την τύχη τους στα ξένα, έχουν άλλες στερήσεις και παλεύουν με άλλα τέρατα πιο αόρατα όπως η μοναξιά. Και για κανέναν τελικά τα παραμύθια που μας λέγανε όταν ήμασταν μικροί δεν είχαν αίσιο τέλος. Εσύ που κατέληξες να ζεις σε μια σοφίτα πάνω από τη μαμά και τον μπαμπά, δεν πληρώνεις νοίκι, τυχεράκια. Ζωή και κότα ε; Μην αγχώνεσαι, κι εσύ πληρώνεις, με ψυχική υγεία και τύψεις κι ενοχές ότι τίποτα δεν κατάφερες τελικά. Δεν ανταπεξήλθες στις προσδοκίες της κοινωνίας. «Loser», σου φωνάζει η σπαστική φωνούλα στο κεφάλι σου.
Η ζυγαριά λέει πως η ζωή είναι δούναι και λαβείν. Σε στήριξαν κι ήρθε η σειρά σου να ανταποδώσεις. Ο κύκλος της ζωής όμως είναι διαφορετικός για τον καθένα. Δε χρειάζεται να τερματίσεις στο σημείο που έβαλαν άλλοι. Είναι οκ να παρεκκλίνεις. Τώρα όσο για το καίριο ερώτημά σου περί του πώς θα κάνεις το απάλευτο βαρίδιο της καθημερινότητας παλέψιμο, αναρωτήσου το εξής: «Έχεις ωραίες πατούσες;» . Εάν ναι, τότε ξέρεις τι πρέπει να κάνεις. Μαμά, μπαμπά να κεράσω μισό κιλό φέτα; Μη ρωτάτε πού τη βρήκα!
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Κουτσουρά