Ρωτώντας πας στην Πόλη αλλά μαθαίνεις και πράγματα που κανένα google ποτέ δε θα σου πει. Μυστικά μαντζούνια, ερωτήσεις κάπως άβολες ή αδιάκριτες, απορίες για τις μεγάλες ώρες, τιπς για τη δουλειά ή συνταγές ξεχασμένες, ό,τι δεν ήξερες, ό,τι ήθελες να μάθεις, θα στο πουν τα μικρά μας ρεπορτάζ.

 

 

Γράφει η Κ.

Γυρνάω σπίτι στην 3η γυμνασίου με βαθμό 8 σε διαγώνισμα μαθηματικών -αλλά και κρυμμένο άσο στο μανίκι. Είχα πάρει μαζί την κολλητή μου και την είχα βάλει να πει πως πήρε κι εκείνη 8, ότι ο καθηγητής ήταν άδικος, έβαλε δύσκολα και δε μας συμπαθεί. Να μη σας τα πολυλογώ, εννοείται έγιναν έξαλλοι οι γονείς μου αλλά μπροστά στην κολλητή δεν το έδειξαν. Κάναμε sleep over στο σπίτι και για να μη τους συγχύσουμε κι άλλο μείναμε όλη τη μέρα μέσα παρ’ όλο που ήταν Παρασκευή. Μέχρι να φύγει το επόμενο μεσημέρι που ξυπνήσαμε, τους είχε περάσει ο θυμός και τη γλίτωσα μ’ ένα «Πρέπει να διαβάζεις παραπάνω».

 

 

Μας εξομολογείται ο Β.

Με τον κολλητό στις εξεταστικές καθόμασταν πάντα σε διπλανά θρανία -αχώριστοι και σε αυτό. Ό,τι έγραφε ο ένας, σχεδόν τα ίδια έγραφε και ο άλλος. Δίνουμε που λες ένα μάθημα -ονόματα δε θα αναφέρω για ευνόητους λόγους- κι όλο το γραπτό είχε ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής. Περιττό να πω πως συγκρίναμε και 3 φορές τις απαντήσεις μας για να είμαστε σίγουροι ότι έχουμε κυκλώσει ακριβώς τα ίδια. Βγαίνουν -που λες- τα αποτελέσματα. 7 ο κολλητός, 4 εγώ. Κι αφού επιπόλαια σκέφτηκα να κάψω το σπίτι του καθηγητή, να του ξεφουσκώσω τα λάστιχα του αυτοκινήτου, κατέληξα στο να τον πιάσω να του μιλήσω. Ο κολλητός επέμενε πως αν πήγαινα να κάνω καβγά δε θα περνούσα το μάθημα ποτέ. Εξάλλου, τι να έλεγα; Ότι γράψαμε τα ίδια και πήραμε διαφορετικό βαθμό; Να ‘ναι καλά που με συγκράτησε και δε γλίτωσε μόνο τον καβγά, γιατί παίζει και να μην είχα πάρει ως τώρα πτυχίο.

 

 

Εξηγεί η M.

Είμαι σπίτι και η σχέση μου επί 5 χρόνια βρίσκεται στο μπάνιο. Δονεiται το κινητό του και βλέπω μήνυμα από πρώην που ρωτάει αν θα βρεθούν το βράδυ. Έχοντας πάθει σοκ ανοίγω τη συνομιλία και συνειδητοποιώ ότι τα κέρατά μου φτάνουν το χριστουγεννιάτικο δέντρο της Αθήνας και φωτίζονται κιόλας. Έτσι όπως είμαι φεύγω και πάω κατευθείαν στην κολλητή. Δε με ηρέμησε μόνο αλλά κατάφερε και να με πείσει πως δεν έχει νόημα να σκοτωθώ μαζί του και πως πρέπει να τα μαζέψω και να φύγω. Πήγαμε σπίτι, του είπα ήρεμα να σηκωθεί να φύγει από μπροστά μου -πολλή ηρεμία πάντα-, μάζεψα ό,τι είχα και πήγα να κατασκηνώσω με την κολλητή μέχρι να σταματήσει να πονάει και να βρω σπίτι.

 

 

Μας εκμυστηρεύεται ο Χ.

Είχαμε βγει σε ένα μπαρ να γιορτάσουμε τα γενέθλιά μου, εγώ, ο κολλητός και η τότε κοπέλα μου. Στο διπλανό τραπέζι καθόταν ένας τύπος που την κοίταζε επίμονα. Είπα να μην το κάνω θέμα, όσο κι αν με ενοχλούσαν τα βλέμματά του πάνω της, ακριβώς γιατί δεν ήθελα να είμαι ο τύπος που αντιδρά εκ μέρος της κοπέλας του χωρίς εκείνη να το έχει ζητήσει. Κάποια στιγμή λοιπόν, η κοπέλα μου πήγε τουαλέτα. 2 λεπτά μετά, βλέπω κι αυτόν να έχει φύγει από το τραπέζι. Περνάνε 10 λεπτά, ένα τέταρτο, σκέφτομαι ότι κάτι παίζει και πάω να δω αν είναι όλα καλά. Τον βρίσκω έξω απ’ τις τουαλέτες να προσπαθεί να την πείσει να σηκωθούν να φύγουν μαζί και να την παρενοχλεί. Αν δεν ήταν ο κολλητός εκείνη τη μέρα, δεν ξέρω πώς θα είχα ηρεμήσει, ενώ την είδα σε τόσο δύσκολη θέση.

 

 

Γράφει o Ε.

Με τον κολλητό μου είμαστε φίλοι από μικρά παιδιά κι οπαδοί της ΑΕΚ. Πάμε όποτε μπορούμε στο γήπεδο και συχνά μας βρίσκει κανείς σε μια παμπ της γειτονιάς να βλέπουμε ήσυχα κι όμορφα αγώνες. Εννοείται πως είμαστε λοιπόν κατά του χουλιγκ@νισμού, πιστεύουμε στο αληθινό πνεύμα του αθλητισμού και βλέπουμε ποδόσφαιρο για την ομορφιά του. Για κακή μας τύχη την τελευταία φορά που ήμασταν στο μαγαζί αυτό για να δούμε αγώνα, κάποιος κύριος θεώρησε πως ήταν πρέπον να έρθει να με χτυπήσει επειδή φορούσα φανέλα της ΑΕΚ. Να ‘ναι καλά ο κολλητός που με συγκράτησε γιατί μπορεί να μην τον χτυπούσα αλλά σίγουρα θα έβγαζα έναν πολύ άσχημα εαυτό -που δε θέλω καν να ξέρω πως κρύβω.

 

Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου