Οι πατεράδες μας έχουν ένα μοναδικό τρόπο να δείχνουν τη φροντίδα τους. Μπορεί κάποιοι να μην είναι τόσο εκφραστικοί στα λόγια, όμως οι πράξεις του ξεχειλίζουν από αγάπη. Σήμερα, ανήμερα της Γιορτής του Πατέρα, τιμάμε όλες αυτές τις καθημερινές κινήσεις που μαρτυρούν την αγάπη τους. Αυτές είναι οι δικές σας ιστορίες:

 

Γράφει ο Δ.Ε

Ο πατέρας μου έφυγε το 2012 από τη ζωή. Θυμάμαι, λοιπόν, την πρώτη φορά που κάπvισα μπροστά του. Ενώ είχα αρχίσει το κάπvισμα από την εφηβεία μου, στο συγκεκριμένο θέμα τον φοβόμουν. Ήξερα πως αν το μάθαινε θα τα άκουγα για τα καλά. Όταν μετά από χρόνια εμφανίστηκε το πρόβλημα της υγείας του, καθόμουν μαζί του στο νοσοκομείο. Βγαίνουμε στον προαύλιο χώρο και ξαφνικά μου λέει :

«Δ., θα με κεράσεις ένα τsιγάρο;» Ένιωσα περίεργα. Καπvίσαμε τότε το πρώτο μας τsιγάρο παρέα. Ήμουν 34 χρόνων. Ποτέ δε μου είπε τίποτα. Σαν να έκανε πως δεν το είχε καταλάβει τόσα χρόνια. Λίγο καιρό μετά, έφυγε. Κι εγώ για πάντα θα θυμάμαι αυτό το πρώτο και τελευταίο τsιγάρο που κάπvισα με τον πατέρα μου.

 

Γράφει η Τ.Κ.

Με το που έγινα 18 και πήρα αμάξι κάθε βράδυ μου έστελνε μήνυμα «αγάπη μου όλα καλά; Ξύπνησε με όταν έρθεις» Και έτσι κάθε βράδυ τον ξύπναγα για να του πω ότι γύρισα και να μου πει αυτός ένα καληνύχτα και ευχαριστώ που με ενημέρωσες. Έχω φτάσει 25 και αυτό δεν έχει σταματήσει. Κάθε βράδυ περιμένει να γυρίσω ασφαλής σπίτι!

 

Γράφει η Φ. Μ.

Από τότε που ήμουν παιδάκι μου άρεσε πολύ το καρπούζι αλλά σιχαινόμουν το μέρος με τα κουκούτσια. Ούτε να το ακουμπήσω. Ο μπαμπάς μου λοιπόν ένιωθε πως είχε ιερό καθήκον να φροντίζει να τρώω μόνο την καρδιά και να αφήνει το υπόλοιπο για τους άλλους. Κυριολεκτικά απειλούσε με άπερκατ αν πήγαινες να βάλεις χέρι στα κομμάτια της κόρης του. Ναι, οκ θα μου πεις, το κάνουν πολλοί γονείς αυτό στα παιδάκια τους, ιδίως αν είναι λιγάκι ιδιότροπα. Έλα όμως που ο μπαμπάς μου φρόντιζε να μην ακουμπάει κανείς την καρδιά του καρπουζιού ακόμα και μέχρι τα τριανταφεύγα μου, με τέτοιο ζήλο που καταντούσε αστείο αλλά και οικογενειακό ανέκδοτο. Δε ζει πια, αλλά η φροντίδα του ζει μέσα μου για πάντα. Σε τέτοια μικρά πράγματα φαίνεται πάντα η αγάπη.

 

Γράφει η Λ.Ν.

Από μικρή λάτρευα τα Σαββατοκύριακα να σηκώνομαι, να τρώω μπουγάτσα και να πίνω κακάο. Ο μπαμπάς μου το ήξερε αυτό πολύ καλά και ποτέ του δε με ξεχνούσε. Ακόμη και όταν μετακόμισα με το αγόρι μου, πάντοτε τα πρωινά του Σάββατο θα με πάρει τηλέφωνο για να δει αν έχω ξυπνήσει για «να περάσω να σε δω». Σε πέντε λεπτά είναι εκεί, έχοντας φέρει την μπουγάτσα και το κακάο, είναι ο δικός του τρόπος για να μου δείξει πως με σκέφτεται και είναι εδώ, και πως πάντα θα είναι εδώ. Στα μικρά φαίνεται η αγάπη.

 

Γράφει η Π. Γ.

Όσο ήταν εν ζωή, μιλούσαμε κάθε μέρα με μηνύματα καθώς δούλευε στο εξωτερικό. Ήταν μια όμορφη ρουτίνα τα πρωινά μηνύματα για καλημέρα και τα βραδινά για καληνύχτα. Και αν κάποιος από τους δύο ξεχνιόταν, ακολουθούσε κατσάδα και από τους δύο.

 

Γράφει η Μ.Σ.

Είχα περάσει μια δύσκολη περίοδο με θέμα υγείας και είχα καταπονηθεί πολύ. Δεν αισθανόμουν τόσο δυνατή και καθόλου όμορφη (είχε πιάσει λίγο τα κάτω της και η ψυχολογία μου τότε). Ο μπαμπάς μου, μου έφτιαξε ένα βίντεο με όλες τις όμορφες στιγμές μας από μωρό και το τι είχα καταφέρει. Συνοδευόμενο από ένα τρυφερό μήνυμα του στο βίντεο για το τι πιστεύει για μένα. Αλλά και με μια μικρή τρυφερή μπαλάντα που έφτιαξε για να την ακούω κάθε φορά που μπορεί να αντιμετωπίσω κάποια δυσκολία.

 

Γράφει Τ. Γ.

Ζούσαμε στο ίδιο σπίτι, στον επάνω όροφο εγώ και στο ισόγειο εκείνος. Είχα χάσει τη μητέρα μου αρκετά νέα και ο ίδιος επέλεξε να μην προχωρήσει στη ζωή του. Όταν του ανακοίνωσα τον χωρισμό μου δεν είπε λέξη, δε με ρώτησε ποτέ γιατί ή πως. Από κείνη τη μέρα και μετά σταδιακά άρχισε να με φροντίζει προσπαθώντας να το κάνει χωρίς να είναι εμφανές. Μου τηλεφωνούσε στο γραφείο λέγοντας πως πεθύμησε να μαγειρέψει ένα φαγητό που όλως τυχαία ήταν το αγαπημένο μου, μου τηλεφωνούσε βλέποντας πως η ώρα είχε περάσει για να μου πει να βάλει συναγερμό και «σφήνα» ρωτούσε αν είμαι καλά. Θυμάμαι τις μέρες που με έπιανε κρίση άσθματος και του είχα πει πως δε θα με καταπιέζει ρωτώντας συνέχεια, έπαιρνε τηλέφωνο τις αδερφές μου για να μάθουν αυτές και να τον ενημερώνουν. Έβγαινε τη νύχτα στην αυλή και τον άκουγα που μάλωνε τον σκύλο γιατί γαύγιζε και δε θα με άφηνε να κοιμηθώ. Κατά λάθος έλεγε πως πήρε παραπάνω κιλά φρούτα και τα έφερνε να τα μοιραστούμε ξέροντας πως η ίδια θα ξεχνούσα να αγοράσω. Αυτός ήταν ο πατέρας μου. «Έφυγε» αναπάντεχα ένα πρωί πριν τρεις μήνες και σήμερα όλα αυτά φαντάζουν τα πιο όμορφα δείγματα της αγάπης του. Θέλω να σας δώσω μια συμβουλή. Να τους αγαπάτε τους πατεράδες σας και να τους το λέτε γιατί μπορεί να ρθει μια μέρα σαν την αυριανή που το μόνο που θα μπορείτε να κάνετε θα είναι να σηκώσετε το κεφάλι ψηλά και να αναφωνήσετε «μπαμπά μ’ ακούς;».

 

Γράφει η Ε. Τ.

Όταν χώριζα με τον πρώην μου, κι ενώ έβγαινα μέσα από έναν κακοποιητικό γάμο, τις νύχτες που νόμιζα ότι είμαι μόνη στο σπίτι, δεν ήμουν. Ο μπαμπάς μου ερχόταν και καθόταν από έξω μέσα στο αμάξι για να προσέχει την πόρτα του σπιτιού μου. Πάρκαρε το αμάξι του πίσω από έναν ψηλό τοίχο της αυλής μου όπου δεν είχα ορατότητα. Καταλάβαινα πως περνούσε από κει από τα αποτσίγaρα του που τα έβρισκα το πρωί πεταμένα στον δρόμο. Δε μου το είπε ποτέ, δε χτύπησε ποτέ την πόρτα. Απλά με πρόσεχε.

 

Γράφει η Ε.Π.

Οι γονείς μου είναι δύο πλάσματα φτιαγμένα από αγάπη κι ενώ ήξερα ότι δε θα δεχόμουν από εκείνους απόρριψη, δεν ήμουν έτοιμη να τους μιλήσω για την αλήθεια μου. Μην τυχόν και τους στεναχωρήσω ή τους εκθέσω στον περίγυρο. Πού και πού, απλώς, πετούσα υπονοούμενα θέλοντας να κόψω κίνηση.

Κάποια στιγμή, τον ρώτησα πώς θα αντιδρούσε αν το παιδί του τού έλεγε ότι είναι ομοφυλόφιλο. “Θα ήθελα να φ0υντάρω” είπε.

Τότε τον αδίκησα φαινομενικά δικαίως χωρίς να του δώσω ευκαιρία να εξηγήσει τον λόγο μιας τόσο βάρβαρης δήλωσης. Έκοψα τη συζήτηση. Από φόβο. Λόγω απογοήτευσης που δεν του ταίριαζε να μου χαρίσει.

Καιρό μετά, όταν μίλησα ανοιχτά και του υπενθύμισα εκείνη τη φράση αφού με αγκάλιασε πρώτα και ρώτησε γιατί δεν το μοιράστηκα νωρίτερα, κατάλαβα τι τον έκανε να πει κάτι τόσο άσχημο για τα δεδομένα του.

“Συγγνώμη παιδι μου που σε έκανα να πιστέψεις ότι θα ένιωθα έτσι από ντροπή. Θα ήθελα να φουντάρω ξέροντας τι θα σε φόρτωνε αυτός ο σκατόκοσμος”, είπε δακρυσμένος. Μετανιωμένος για την τόσο παρεξηγήσιμη εκείνη φράση του, στέκεται δίπλα μου βράχος, πιο περήφανος από ποτέ.

Τώρα παλεύει για τη δικαίωση της αγάπης όπως έκανε πάντα κι απλώς κάποτε ο φόβος του για όσα θα είχε να αντιμετωπίσει το παιδί του τον έκανε να εκφραστεί όπως δε θα του ταίριαζε ποτέ.

 

Γράφει η Α.Θ.

Παρόλο που μεγάλωσα θεωρώντας πως ο μπαμπάς μου είναι ψυχρός, κατάλαβα μεγαλώνοντας ότι είναι ο μόνος στον οποίο μπορώ να πω πραγματικά πώς αισθάνομαι και να με ακούσει χωρίς να με κρίνει. Αυτή η ασφάλεια που με κάνει και νιώθω ότι μπορώ να του μιλάω και αυτή η προσπάθεια ενσυναίσθησης που δείχνει είναι το μεγαλύτερο «σ’αγαπώ» του. 

Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη