Η κοινωνικοποίηση όσο δύσκολα γράφεται, τόσο δυσκολότερα πραγματοποιείται ειδικότερα σε κάποιο καινούργιο χώρο και περιβάλλον. Συνήθως η γνωριμία με νέο ένα άτομο χαρακτηρίζεται από αμήχανα γελάκια, μεγάλες παύσεις και κουβέντες περί ανέμων και υδάτων που ως επί των πλείστων λήγουν και γρήγορα. Είναι χρονοβόρα η διαδικασία του να σπάσει ο πάγος και για μερικούς ακόμη κι αδύνατη εφόσον δε έχουν όλοι τις ίδιες κοινωνικές δεξιότητες. Έτσι καταλήγουν να νιώθουν αμήχανα κι άβολα σαν ψάρι έξω από τα νερά του.
Υπάρχουν βέβαια κι εκείνες οι παρέες που θα συναντήσεις, ιδιαίτερα τις περιόδους των σχολικών χρόνων, που μιλούν μεταξύ τους σαν να γνωρίζονται από παλιά. Βλέπεις την αμηχανία να διαλύεται σε λίγα δευτερόλεπτα και τα πειράγματα να εναλλάσσονται από άτομο σε άτομο με μια άνεση αξιοθαύμαστη. Κι αν παρατηρήσεις προσεκτικά το αντικείμενο της συζήτησης, θα παρατηρήσεις πως περιστρέφεται γύρω από τις ερωτικές και προσωπικές ζωές κι εμπειρίες τους. Κι αυτό διότι είναι το μόνο κοινό ενδιαφέρον για πολλούς.
Μπορεί τα γούστα του καθενός να διαφοροποιούνται και να μη συσχετίζονται καθόλου, αλλά όλοι θα έχουν να πουν κι από κάτι γκομενικό. Είτε είναι κάτι μόνιμο, σοβαρό ή περιστασιακό, είτε ακόμα κι ανύπαρκτο. Είναι ευκολότερο να ρωτήσεις κάποιον για το αν υπάρχει κάποιο άτομο στη ζωή του παρά για τα βιώματά του εν γένει, γιατί έτσι μπορεί και να τον φέρεις σε δύσκολη θέση. Επιπλέον, στον καθένα υπάρχει μέσα του εκείνο το αίσθημα της περιέργειας που σιγοκαίει και προκαλεί την επιθυμία της γνώσης. Και μόλις απελευθερώνεται αυτό το αίσθημα όλα κυλούν ομαλά.
Τα άτομα συζητάνε τις εμπειρίες τους ενώ συγχρόνως αντλούν πληροφορίες και συμβουλές για μελλοντική προσωπική χρήση. Ο καθένας μοιράζεται τη χαρά του, ειδικά όταν τα συναισθήματα ανθίζουν και θες να το φωνάξεις παντού αλλά και τους προβληματισμούς που μπορεί να δημιουργηθούν από κάποιο καβγά. Ακόμα και αν δε γνωρίζεσαι με κάποιον είναι στη φύση του καθενός να θέλει να παρηγορήσει κάποιον που βλέπει πως η διάθεσή του είναι πεσμένη. Έτσι, εντελώς απρόσμενα και φυσικά, δημιουργούνται φιλίες.
Φυσικά σε ορισμένες περιπτώσεις γίνεται και πρώτο θέμα συζήτησης ώστε να διαχωριστούν οι ελεύθεροι από τους δεσμευμένους για παν ενδεχόμενο. Μπορεί με την πάροδο του καιρού κάποιο άτομο να νιώσει ή να έχει ήδη νιώσει έλξη για ένα άλλο και να θέλει να είναι σίγουρο πως δεν πατάει σε ξένα παπούτσια. Είναι σαν δίχτυ προστασίας από τη σίγουρη απόρριψη και καταστροφή των φιλικών δεσμών. Είναι η ένδειξη που χρειάζεσαι για να φλερτάρεις ή και να προσέξεις τους ανταγωνιστές που μπορεί να υπάρχουν όταν ποθείτε με κάποιον το ίδιο πρόσωπο.
Αν και συχνά τα άτομα μοιράζονται εύκολα τα συναισθηματικά τους, υπάρχουν κι εξαιρέσεις. Ορισμένοι άνθρωποι προτιμούν να έχουν ένα πέπλο μυστηρίου να καλύπτει το αίσθημά τους. Δεν τους αρέσει να διατυμπανίζουν τι κάνουν και τι όχι κι επιθυμούν να τα διατηρούν όλα ιδιωτικά. Αρκούνται στο να το ξέρουν οι ίδιοι και τα στενά πρόσωπα, ή να το συζητούν μονάχα κατόπιν καιρού και δεσίματος. Ωστόσο σε μια παρέα που διαμορφώνεται με τάχιστους ρυθμούς και θέλει να γνωρίζει τα ερωτικά του καθενός από την πρώτη κιόλας βδομάδα, γίνεται ακούσια αιτία απομόνωσης.
Αυτομάτως το άτομο γίνεται επίκεντρο σχόλιων και εικασιών κάνοντάς το να νιώθει παρείσακτο και μη αποδεκτό. Επιπρόσθετα, όσο περισσότερο το καθυστερεί τόσο οργιάζουν οι φήμες περί αυτού, μπορεί μέχρι και να προσκολληθεί μια ταμπέλα για την προσωπικότητά του που δεν του ταιριάζει. Τραβάει την προσοχή ενώ το μόνο που θέλει είναι να την αποφύγει με αποτέλεσμα να κλείνεται όλο και περισσότερο, ή να προβεί σε αποκαλύψεις για τα προσωπικά του, κάτω από κοινωνική πίεση, προκειμένου να έχει κάποιον δίπλα σου και να μην αποτελεί κέντρο συζητήσεων.
Η φιλία όμως δε θα έπρεπε να είναι κάτι που στηρίζεται στα προσωπικά του καθενός, ούτε να σε αναγκάζει να κάνεις πράγματα που δε νιώθεις. Σε μια παρέα πρέπει να νιώθεις άνετα και οικεία δίχως πίεση και προβλήματα. Από την άλλη το να χρησιμοποιείς τα προσωπικά σου για να ενταχθείς σε μια παρέα πιο πολύ χαρακτηρίζει μια ανασφαλή στάση παρά μια κουλ κι άνετη συμπεριφορά. Αν βλέπεις ότι κάπου δεν ταιριάζεις δε χρειάζεται να ζορίσεις τον εαυτό σου μόνο και μόνο για να νιώθεις ότι ανήκεις κάπου. Υπάρχουν και άτομα που θα σε καταλάβουν, θα σεβαστούν την απροθυμία σου να μιλήσεις κι αντιστοίχως θα δώσουν τον χρόνο που χρειάζεσαι. Ο καθένας έχει τους δικούς του ρυθμούς κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν στις διαπροσωπικές σχέσεις. Τώρα από εκεί και πέρα, η επιλογή βρίσκεται στον καθένα, τι μοιράζεται και κυρίως, γιατί.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου