Κάθε νέα σχέση ξεκινάει και με ένα ανεξέλεγκτο κύμα ενθουσιασμού, ξεκινάει με μεγάλα λόγια, όνειρα και υποσχέσεις για ένα κοινό μέλλον. Παρασυρμένοι από την έξαψη της στιγμής και την αδρεναλίνη του έρωτα
τείνουμε να γινόμαστε υπερβολικοί στα λόγια μας προξενώντας στον άλλον μεγάλες προσδοκίες για τη σχέση.

Τι γίνεται όμως όταν όλες αυτές οι λέξεις παραμένουν απλώς λέξεις και όλες οι προσμονές και τα όνειρα κάνουν μια βουτιά το κενό;

Εκεί έρχεται για να μας γκρεμίσει αυτό το ροζ συννεφάκι στο οποίο ζούμε η πραγματικότητα. Έρχεται για να μας στάξει στη σχέση το δηλητήριο της αμφιβολίας το οποίο εμείς οι ίδιοι φτιάξαμε με τα μεγάλα λόγια μας. Αρχίζουμε και αναθεωρούμε αν στα αλήθεια αξίζει αυτό το οποίο ζούμε. Αναρωτιόμαστε πού πήγαν όλα αυτά που ειπώθηκαν. Συχνά και εμείς οι ίδιοι ξεχνάμε αυτό που λέγανε οι παλιοί. «Όπου ακούς μεγάλα λόγια κράτα μικρό καλάθι.» Κάτι ξέρανε που το λέγανε αλλά πάντα το ξεχνάμε όταν η καρδιά μας παίρνει την θέση της λογικής.

Αλλά ακόμα και αν κρατούσαμε μικρό καλάθι αρκεί ένα τρυφερό χάδι και ένας γλυκός λόγος να μας κάνει να ξεχάσουμε τις άμυνές μας και να αφεθούμε στο γλυκόπικρο κάλεσμα της αγάπης σαν μικρό παιδί. Μόνο για να καταλήξουμε σε ορισμένες περιπτώσεις πληγωμένοι, διότι ο έρωτας δεν έχει πάντα την κατάληξη της υπέρμετρης προσδοκίας μας. Χάνεται το ενδιαφέρον, ή δεν συγκλίνουν τα θέλω κι έτσι καταλήγουν οι άνθρωποι να σηκώνουν χέρια και να δείχνουν το φταίχτη, με το δάχτυλο να μην κοιτάει ποτέ προς εκείνους τους ίδιους.

Γιατί στον έρωτα και την αγάπη εθελοτυφλούμε και πάντα θα φανταζόμαστε χωρίς πρώτα να δούμε αν όντως μπορούμε. Και στον έρωτα υπόσχεσαι, πάντα υπόσχεσαι και λες μεγάλα λόγια, μα όπως κι εσύ έτσι κι όλοι, δεν τα τηρούμε ποτέ. Γιατί δεν λαμβάνουμε υπόψιν μας τι επιρροή θα έχουν αυτά που θα πούμε;

Θα πρέπει να καταλάβουμε πως οι άνθρωποι είμαστε συναισθηματικά ευάλωτα πλάσματα. Σε ένα γκριζόμαυρο κόσμο τείνουμε να δενόμαστε με τον άνθρωπο που θα φέρει χρώμα στην ανιαρή καθημερινότητά μας. Και όσα περισσότερα ακούμε τόσο περισσότερο ελπίζουμε. Σε ένα μέλλον γεμάτο ουράνια τόξα και παντοτινή αγάπη. Ώσπου βέβαια να προσγειωθούμε απότομα από την αλήθεια. Γεμίζοντας έτσι τις καρδιές μας ρωγμές και κενά που ψάχνουμε κάποιον να τα γεμίσει. Ή έστω να μας απαλύνει τον πόνο της παρουσίας τους. Γιατί όμως να φτάσουμε σε τέτοιο σημείο; Γιατί να μην εκφράζουμε με ειλικρίνεια τα συναισθήματα και τις προθέσεις μας;

Ίσως θα έπρεπε να σκεφτόμαστε προτού μιλήσουμε. Να είμαστε σίγουροι γι’ αυτά που τάζουμε και για τα συναισθήματά μας. Ίσως από την άλλη να μην μπορούμε ποτέ να είμαστε σίγουροι, άρα η λύση είναι να συγχωρήσουμε. Να μαλακώσουμε απέναντι στα λάθη, πρώτα τα δικά μας κι ύστερα των άλλων, να αφεθούμε στην ανθρώπινη φύση που ποτέ δε θα μπορέσει να μας φέρει τα φεγγάρια και τ’ αστέρια που μας τάζει. Κι αυτό ίσως ήρθε η στιγμή να είναι επιτέλους δεκτό. Ωραία τα λόγια και οι υποσχέσεις, μα είναι ψέμα αυτό που λένε πως δε μένουν. Γιατί αν όντως δεν έμεναν, δε θα τα κρατούσαμε μέσα μας ως ένα παράπονο των όσων δε λάβαμε. Στην τελική δεν μπορούσαν παραπάνω εκείνοι που μας τα έδωσαν. Κι αυτό ή το δέχεσαι ή φεύγεις. Απλό δεν είναι;

 

Συντάκτης: Ρία Τσιακμάκη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου