Κατά καιρούς έχουν εμφανιστεί καταστάσεις και περιστατικά τόσο τρανταχτά και μεγάλα που έχουν συγκλονίσει τόσο το κοινό αίσθημα όσο και τους ψυχολόγους. Τα πιο πολύπλοκα κι ανεξήγητα σύνδρομα έχουν βγαλθεί από ψυχολογικά άλματα (καλά και κακά) της καθημερινότητας που με την πάροδο του χρόνου είχαν αντίκτυπο στην ψυχολογία των συμμετεχόντων. Ένα από τα πιο ευρέως γνωστά, είναι αυτό της Στοκχόλμης. Διαδόθηκε, εκτός της επιστημονικής κοινότητας, με μεγάλη μαζικότητα και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κι αποτέλεσε και βάση ταινιών με γνωστότερη την πεντάμορφη και το τέρας.
Ωστόσο, στον αντίποδα, λίγοι είναι εκείνοι που έχουν επίγνωση την ύπαρξη της αντίστροφης κατάστασης. Σε αντίθεση με αυτό της Στοκχόλμης, με βάση το σύνδρομο αυτό οι απαγωγείς αναπτύσσουν συμπάθεια και συμπόνια για τους ομήρους τους. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται «Το σύνδρομο της Λίμα» όνομα δοσμένο από τα γεγονότα που συνέβησαν στην Ιαπωνική πρεσβεία του Περού το 1996.
Το Δεκέμβριο του 1996 μια ομάδα δεκατεσσάρων ατόμων ενός επαναστατικού κινήματος κατέβαλαν την ιαπωνική πρεσβεία στην περιοχή της Λίμα. Εντός του κτιρίου κράτησαν από τις 17 Δεκεμβρίου έως και τις 22 Απριλίου ομήρους οι οποίοι είχαν διακεκριμένες θέσεις όπως διπλωμάτες, στρατιωτικοί και κυβερνητικοί υπάλληλοι καθώς και στελέχη επιχειρήσεων διαφόρων εθνικοτήτων. Παρ’ ότι τα θύματα μπορούσαν να παίξουν σημαντικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις των απαγωγέων, η κράτησή τους δε διήρκεσε για πολύ. Κατά τη διάρκεια της κοινής παραμονής τους αναπτύχθηκε μια φιλική σχέση ανάμεσα στα θύματα και τους θύτες έχοντας ως αποτέλεσμα από τις πρώτες κιόλας μέρες να απελευθερώσουν πολλούς από τους αιχμαλώτους. Ωστόσο το τέλος αυτή της ομηρίας το έφεραν οι περουβιανοί καταδρομείς εφόσον δεν είχε επιτευχθεί μέχρι τότε κάποια συμφωνία.
Πώς όμως αναπτύχθηκε ένας τέτοιος δεσμός; Πολλοί ερευνητές υποστήριξαν πως ο βασικός παράγοντας που δημιούργησε μια τέτοια συμπόνοια ήταν η οικειότητα που αναπτύχθηκε ανάμεσα στις δυο πλευρές κατά την παραμονή τους και το γεγονός πως κανένας ουσιαστικά δεν επιθυμούσε μια τέτοια κατάσταση. Είναι σημαντικό σε γενικότερα πλαίσια να σκεφτεί κανείς και να κατανοήσει το σκεπτικό του απαγωγέα. Τα κίνητρά του και οι παράγοντες που τον οδήγησαν σε μια πράξη σαν κι αυτή, επηρεάζουν τη συμπεριφορά του. Οι οικονομικές δυσκολίες, η κοινωνική ανισότητα, ή ακόμα και το αίσθημα του ανικανοποίητου, σε συνδυασμό με την έλλειψη της προσωπικής θέλησης του ατόμου να αντιμετωπίσει άσχημα τον κρατούμενο μπορούν να οδηγήσουν σ’ αυτό το φαινόμενο. Επίσης εξίσου μεγάλες είναι και οι πιθανότητες του να νιώσει συναισθηματικό δέσιμο, ακόμα κι έλξη προς το θύμα.
Σε αντίθεση με οποιαδήποτε άλλη κατάσταση ομηρίας, σ’ αυτήν εδώ το θύμα περιβάλλεται από καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Ο απαγωγέας αντιμετωπίζει θετικά τον όμηρο και προσπαθεί να κάνει την ομηρία όσο πιο ευχάριστη γίνεται. Φροντίζει να παρέχει καλά τρόφιμα, να επουλώνει τυχόν τραύματα καθώς και να λαμβάνει υπόψιν τις ανάγκες του, ενώ στρέφεται σε συμπεριφορές που δε συνδέονται με την απαγωγή. Με λίγα λόγια προσκολλάται στο θύμα του σε βαθμό που να ενδιαφέρεται για την ευημερία του πιο πολύ από τον αρχικό του σκοπό.
Μια τέτοια συμπεριφορά ίσως συνδέεται σε βαθύτερο βαθμό με την ηθική και τα συναισθήματα του απαγωγέα ως άνθρωπο. Το να στραφεί σε καλές πράξεις είναι σαν να υποκύπτει στην ανθρώπινη φύση του να νοιάζεται κανείς για τον συνάνθρωπό του. Για μια στιγμή ξεχνάει το πού βρίσκεται και ποιος είναι ο σκοπός του, αφήνοντας στην άκρη για λίγο την λογική. Έτσι πράττει με βάση τα συναισθήματά του, βγάζοντας στην επιφάνεια τους καλούς τρόπους και την προσοχή που διαφορετικά δε θα υπήρχαν.
Όποιος κι αν είναι ο λόγος που τα άτομα διαλέγουν την ορθή συμπεριφορά δεν παύει να αποτελεί η όλη διαδικασία μια πράξη ανομίας.. Γι’ αυτό άλλωστε ένα τέτοιο φαινόμενο συναρπάζει και καθηλώνει όσους έχουν ακουστά τα γεγονότα. Είναι δύσκολο να διανοηθεί κάποιος πώς μπορεί ο απαγωγέας να αναπτύσσει τέτοιες συμπεριφορές και συναισθήματα κι αυτομάτως δημιουργεί το κλίμα της κατανόησης και της ενσυναίσθησης. Ίσως πάλι να είναι εξαιρετικά εύκολο, αν σκεφτείς ότι η βάση όλων είναι η επικοινωνία. Ίσως να μη βρούμε απάντηση ποτέ. Εξάλλου ο ανθρώπινος νους είναι ένας λαβύρινθος από σκέψεις χωρίς διαφυγή, που μάθαμε όμως να αγαπάμε.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου