Από την Αρχαία Ελλάδα ακόμη οι φιλόσοφοι προσπάθησαν να ορίσουν την έννοια του θυμού. Δυσάρεστες καταστάσεις, εντάσεις καθώς και ακραία καιρικά φαινόμενα δημιουργούν συναίσθημα θυμικής κατάστασης που οδηγεί είτε σε συμπλοκή είτε σε φυγή. Συχνότερα παρατηρείται πως οι ενοχλήσεις–προκλήσεις θυμού συναντώνται στο περιβάλλον του καθενός. Κατά τον ψυχολόγο Zillman η βασικότερη αιτία θυμού είναι η αίσθηση κινδύνου που βιώνει το άτομο εκείνη τη χρονική στιγμή και την οποία προσπαθεί να διαχειριστεί.
Η παιδική ηλικία πρέπει να γίνει το πρώτο σκαλοπάτι στη διαχείριση θυμού, γιατί από εκεί ξεκινά η δημιουργία του συστήματος συναισθηματικής ρύθμισης. Έρευνες έχουν δείξει πως ο θυμωμένος εκφράζοντας τον θυμό του θεωρεί πως θα μεταβιβάσει την άσχημη ψυχολογική του κατάσταση ή τον πόνο του. Σε ένα μεγάλο ποσοστό παρατηρείται πως οι άνθρωποι δεν προσπαθούν να ελέγξουν τον θυμό τους και εάν το κάνουν επιζητούν τη συμμόρφωση των υπολοίπων και τη δική τους προσωπική δικαίωση.
Έχουν περιγραφεί ορισμένοι τρόποι διαχείρισης θυμού και είναι οι εξής: άμεσα (αποφυγή κυρίου θέματος), τίμια (δήλωση της ηθικής βάσης του θυμού), επικεντρωμένα (δεν παρουσιάζεται άσχετο υλικό), επίμονα (επανάληψη των συναισθημάτων), υπομονετικά (δυναμική και ενεργητική πρόκληση αλλαγής), δημιουργικά (με γρήγορη σκέψη), με συγχώρεση (διάθεση διαγραφής παρελθόντος μετά την έκρηξη θυμού), με ακρόαση (γιατί ο θυμός μετατρέπει όλους τους τόνους σε εχθρικότητα).
Κατά κύριο λόγο τα συναισθήματα θυμού παύουν πριν το άτομο βγει εκτός ελέγχου. Το σώμα ξεκινά να χαλαρώνει και να επιστρέφει στην αρχική του κατάσταση. Η διαδικασία αυτή χρειάζεται χρόνο μέχρι να ξεκινήσει να μειώνεται το επίπεδο αδρεναλίνης στον οργανισμό. Κατά τη περίοδο καταστολής του θυμού το άτομο είναι πιο ευάλωτο και συχνά δεν μπορεί να ελέγξει τις αντιδράσεις του ξεφεύγοντας από τα όρια που το ίδιο έχει θέσει για τον εαυτό του.
Για να προχωρήσουμε από το συναίσθημα του θυμού σε άλλη συναισθηματική κατάσταση θα πρέπει να μας είναι γνώριμοι δύο παράγοντες κι αυτοί δεν είναι άλλοι από το ότι ο θυμός είναι δυσλειτουργικός και ότι οι άνθρωποι που δεν περνούν άμεσα σε κοινωνικά αποδεκτή συναισθηματικά κατάσταση θεωρούν τον θυμό πιο ωφέλιμη συναισθηματική διαδικασία.
Η συγκράτηση του θυμού δεν επιφέρει μια εφήμερη τεχνητή αρμονία αλλά οδηγεί στη μετουσίωση. Η υποχώρηση σε μία αντιπαράθεση δεν πρέπει να θεωρείται κατά αποκλειστικότητα ήττα. Ας σημειώσουμε πως στην πάλη ανάμεσα σε δύο λύκους συνήθως εκείνος που δεν επιτίθεται φεύγει αλώβητος.
Επομένως η σωστή διαχείριση του θυμού μπορεί να οδηγήσει στη βελτίωση και στην ανάπτυξη της Συναισθηματικής Νοημοσύνης, καθώς είναι το συχνότερο αρνητικό συναίσθημα που βιώνουμε. Σ’ αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει και κάποιο πρόγραμμα παρέμβασης με υποστήριξη από τρίτους. Ως συναισθηματική νοημοσύνη ορίζεται η ικανότητα των ατόμων να αναγνωρίζουν, να διακρίνουν αλλά και να ονομάζουν τα συναισθήματα τα δικά τους και των άλλων, καθώς τα χρησιμοποιούν ως οδηγό συμπεριφοράς. Οι άνθρωποι με υψηλή συναισθηματική νοημοσύνη συχνά έχουν καλύτερη ψυχική υγεία, αποδίδουν περισσότερο στην εργασία τους και αναπτύσσουν περισσότερες αρχηγικές στρατηγικές.
Δεν είναι πάντα εύκολο να διαχειριστεί κανείς τον θυμό του και το τι εκνευρίζει τον καθένα και τι όχι είναι υπόθεση καθαρά προσωπική. Υπάρχουν όμως διάφορες τεχνικές και καθένα εφαρμόζει αυτή που ταιριάζει περισσότερο στον χαρακτήρα του.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.