Οι περισσότεροι γνωρίζουμε πώς είναι να έχεις ένα κόλλημα, μια καψούρα. Ανεξάρτητα από τις συνθήκες και τα πρόσωπα, τα συναισθήματα στη φάση αυτή είναι πάνω-κάτω κοινά. Κάθεσαι τη μισή μέρα πάνω απ’ το κινητό, ψάχνεις τα σόσιαλ του ατόμου που σε παιδεύει, κρυφοκοιτάς τα λάικ, τσεκάρεις για τυχόν καινούρια follow. Δε σε καλύπτει βέβαια αυτό, ψάχνεις και την παρέα του/της, θες να μάθεις τι κάνουν, πού συχνάζουν, με τι ασχολούνται. Λες και θα σε βοηθήσει σε κάτι αν ανακαλύψεις ότι το κολλητάρι του/της κάνει πρωταθλητισμό στο σκάκι. Εκείνη τη στιγμή όμως, μέσα από την αναζήτηση, νιώθεις σαν άλλος βοηθός της Νικολούλη και έχεις την εντύπωση πως αποκτάς οικειότητα με τον πρόσωπο σε ενδιαφέρει, σαν να μπαίνεις κατά κάποιο τρόπο στη ζωή του.
Από εκεί ξεκινάει το μεγάλο λάθος. Δεν είναι κακό να δείχνεις τα συναισθήματά σου και να τα βιώνεις κάπως έντονα, γιατί αυτή είναι η ομορφιά της ζωής. Πρέπει να νιώσουμε το πάθος, την εμμονή -με την καλή πάντα έννοια- και τις πεταλούδες στο στομάχι. Το φάουλ σχετίζεται με το γεγονός ότι οι άνθρωποι που καψουρευόμαστε είναι πρόσωπα με τα οποία δεν έχουμε κάποια ουσιαστική επαφή.
Εκείνοι που για κάποιο λόγο σκαλώνουν στο μυαλό μας δεν είναι σε σχέση μαζί μας. Μπορεί να είναι απωθημένα, να έχουμε κάποια επικοινωνία -σχετικά αραιά- ή να έχουμε συναντηθεί δυο-τρεις φορές το πολύ. Αυτό το on-off, το ότι δεν ξέρεις ακριβώς πώς έχουν τα πράγματα είναι που σε οδηγεί πολλές φορές στην καψούρα. Και θα μου πεις, εδώ δεν έχουμε ερωτευτεί ανθρώπους που είχαμε μαζί τους σχέση για χρόνια τόσο πολύ, με τόσο πάθος και πάμε και ερωτευόμαστε αυτούς, με τους οποίου έχουμε κάτι εφήμερο και περιστασιακό; Ναι! Γιατί τον άνθρωπο που έχεις απέναντί σου αυτή τη στιγμή και που μπορεί να είναι η τελευταία και η πρώτη σκέψη σου τον έχεις χτίσει εσύ. Δεν τον ξέρεις, δε σε έχει αφήσει να μπεις στην καθημερινότητα του. Γυρνώντας σπίτι και βλέποντας το προφίλ του δημιουργείς μία εικόνα για το πρόσωπο με το οποίο είσαι ερωτευμένος, η οποία δεν είναι και πολύ αντικειμενική, είναι κάπως θολή. Βλέποντας, λοιπόν, περιστασιακά πληροφορίες από ένα προφίλ ή συναντώντας αυτόν τον άνθρωπο μια στις τόσες φτιάχνεις κάτι που βρίσκεται κυρίως στη φαντασία σου. Πλάθεις τον ιδανικό σύντροφο, του οποίου τις αντιδράσεις και τον χαρακτήρα δε γνωρίζεις και απλώς υποθέτεις.
Φτιάχνοντας μια εικόνα ενός ανθρώπου που μας ταιριάζει πολύ -πώς να μη μας ταιριάζει, αφού τη φτιάξαμε μόνοι μας-, το μυαλό μπερδεύεται. Αφού πλάσουμε αυτόν τον άνθρωπο όπως θέλουμε, ξεκινάμε να κάνουμε σενάρια. Έτσι θεωρούμε πως αυτός ο άνθρωπος είναι ο τέλειος σύντροφος, ο καλύτερος που θα μπορούσαμε να έχουμε. Και κάπως έτσι η καψούρα κάνει την εμφάνισή της. Για να αλλάξει αυτό το συναίσθημα και να έρθουμε στα φυσιολογικά μας υπάρχουν διάφοροι δρόμοι. Αρχικά μπορεί να συναναστραφούμε περισσότερο τον συγκεκριμένο άνθρωπο και να καταλάβουμε ότι δεν είναι αυτό που έχουμε στο μυαλό μας. Επίσης, αν πάρουμε τον χρόνο μας θα καταφέρουμε να πάμε παρακάτω. Θέλεις αυτόν το άτομο πολύ, περνάει ο καιρός, βγαίνεις με άλλα πρόσωπα, προσπαθείς να απασχολήσεις το μυαλό σου με κάτι διαφορετικό. Έτσι, σιγά-σιγά απομακρύνεις από το μυαλό σου το συγκεκριμένο πρόσωπο, σταματάς να ασχολείσαι μαζί του και τα συναισθήματα κάπως ηρεμούν.
Ο έρωτας είναι απ’ τα πιο όμορφα συναισθήματα που μπορούμε να βιώσουμε και είναι καλύτερο όταν είναι αμοιβαίος. Μη θεοποιείτε ανθρώπους. Κανείς δεν είναι τέλειος, όλοι έχουν ελαττώματα και κανένας δεν είναι τόσο ιδανικός, ώστε να τον βάλετε σε έναν θρόνο και να στέκεστε να τον κοιτάτε.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.