Μερικά ζευγάρια τα κάνουν όλα λάθος. Από την αρχή έως το τέλος. Και ακόμα και μετά το τέλος αποφασίζουν για κάποιον περίεργο λόγο να συνεχίσουν να δίνουν τη δική τους παράσταση. Δίνοντας πολλές αφορμές στους τριγύρω τους να κοιτιούνται περίεργα. Μπροστά τους ή πίσω από την πλάτη τους. Μιας και μερικές φορές είναι δύσκολο να πεις στον άλλον την αλήθεια κατά πρόσωπο.
Ένα πολύ καλό παράδειγμα είναι εκείνα τα ζευγάρια, τα οποία όταν χωρίσουν αποφασίζουν πως ήρθε η ώρα να πείσουν και οι δύο τους πάντες ότι ήταν δική τους ιδέα να χωρίσουν. Όπου σταθούν και όπου βρεθούν πρέπει να κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να πείσουν τους άλλους ότι αυτοί πήραν τη μεγάλη απόφαση.
Η μεγάλη απόφαση λοιπόν πάρθηκε κι από τους δύο. Αλλά όχι σε φάση συναινετική, όχι. «Ήταν δική μου απόφαση να χωρίσουμε. Δεν πήγαινε άλλο. Ναι, το πήρε βαριά, αλλά δε μπορούσα να κάνω αλλιώς» θα ακούσεις να σου λένε και οι δύο σε άσχετες στιγμές. Και δεν ξέρεις ποιον από τους δύο να πιστέψεις.
Και οι δύο θα σου πουν λίγο πολύ τα ίδια επιχειρήματα. Και θα προσπαθήσουν να σε πείσουν. Αλλά μετά τη δεύτερη φορά αρχίζει και γίνεται λίγο αστείο. Γιατί ξέρεις ότι ο ένας από τους δύο λέει ψέματα. Και συνήθως ξέρεις ποιος από τους δύο είναι που το παίζει και ποιος ήταν πραγματικά αυτός που έφυγε.
Και εκεί πάνω που ακούς την ίδια ιστορία για τρίτη φορά, κάτι σε πνίγει και θέλει να βγει προς τα έξω. Να ακουστεί αυτή η μικρή φωνή που κρύβεται μέσα σου. Και να πει «σταμάτα το δούλεμα, ξέρω την αλήθεια. Σε άφησε στα κρύα του λουτρού. Δέξου το και πήγαινε παρακάτω».
Αυτό θες να πεις. Την αλήθεια. Επειδή δεν μπορεί να συμβιβαστεί με την ιδέα ότι ο άλλος έφυγε, μένει με την εντύπωση ότι εάν το παίξει λίγο υπεράνω, λίγο δυνατός, θα καταφέρει να πείσει όχι μόνο τους άλλους αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό ότι έτσι έγιναν τα πράγματα. Η άρνηση της πραγματικότητας είναι όντως ένας εύκολος τρόπος για να αντιμετωπίζουν πολλοί τις ανεπιθύμητες καταστάσεις.
Κατανοητό και θεμιτό. Κανείς μας δεν είναι τέλειος και όλοι ψάχνουμε τρόπους να βιώσουμε πιο χαλαρά δύσκολες καταστάσεις. Αλλά μέχρι ενός σημείου. Όταν κάποιος μιλάει σε παρέες που είναι κοινές, πρέπει να έχει λίγο επίγνωση της πραγματικότητας. Και ειδικά όταν έχει και ύφος όταν μιλάει, καταντάει σχεδόν αστείο. Είναι δεκτή η προσπάθεια να κρύψεις καλέ μου την χυλόπιτα, αλλά σκέψου πρώτα σε ποιους μιλάς.
Βέβαια είναι συγκεκριμένοι άνθρωποι αυτοί που θα ακολουθήσουν αυτό το δρόμο. Είναι συνήθως άτομα τα οποία και κατά τη διάρκεια της σχέσης ήταν λίγο δήθεν. Το έπαιζαν ευτυχισμένοι και στον έβδομο ουρανό, αν και έκανε μπαμ ότι κάπου υπήρχε πρόβλημα στη σχέση. Το όλο σκηνικό φαινόταν πολύ καλό για να είναι αληθινό. Το έβλεπαν όλοι. Αλλά δε μιλούσαν. Εκείνοι πάλι ζούσαν στο δικό τους σύννεφο.
Τι μπορεί να κάνει ένας τρίτος μπροστά σε τέτοιες καταστάσεις; Είναι δύσκολο να κοιτάς τον άλλον στα μάτια και να ξέρεις ότι σου λέει ψέματα. Πώς να το χειριστείς; Εγώ όσες φορές έχω βρεθεί σε τέτοιες εξομολογήσεις νιώθω περίεργα, κάπου μεταξύ γέλιου και συμπόνιας.
Γιατί τον καταλαβαίνω τον άλλον ως ένα βαθμό. Είναι ζόρι και πόνος να μείνεις ξαφνικά μόνος. Πρέπει να ψάξεις να βρεις λίγη αξιοπρέπεια. Και η χαμένη αξιοπρέπεια μπορεί να έχει κρυφτεί μέσα στην απόρριψη που πιστεύεις ότι έπρεπε να μοιράσεις εσύ. Πριν προλάβει να σε κεράσει ο άλλος. Δεν μπορείς να είσαι πάντα σκληρός απέναντι σε όσους στάθηκαν λίγοι και αδύναμοι μπροστά σε μία δύσκολη στιγμή.
Τη στιγμή εκείνη είναι καλύτερη η αλήθεια. Και ας πονέσει. Η αλήθεια όχι με το υπεράνω ύφος του «εγώ είμαι καλύτερος από εσένα» αλλά με το ύφος «ξέρω πόσο δύσκολο είναι, αλλά αυτό που κάνεις δεν είναι η λύση». Θέλει ένα χέρι στον ώμο, ώστε ο άλλος να μπορέσει να αντιμετωπίσει τους δαίμονές του. Και θα το καταφέρει. Αρκεί να μην νιώθει μόνος.