Λόγια βαριά λέμε όλοι κάποιες φορές. Ξεφεύγουμε και χάνουμε την αίσθηση του βάρους των λεγόμενών μας. Ανοίγουμε το στόμα και μιλάμε πολύ πιο γρήγορα από όσο σκεφτόμαστε με αποτέλεσμα ό,τι λέμε να είναι τραγικά άστοχο.
Και μερικές φορές πληγώνουμε τον άλλον. Χωρίς να το θέλουμε πραγματικά, αφήνουμε το σκοτεινό κομμάτι του εαυτού μας να υπερισχύει και να στέλνει τα δηλητηριασμένα του βέλη στους γύρω μας. Και κυρίως στον άνθρωπο που αγαπάμε.
Σε όλους έχει συμβεί αυτό, και να το πράξουν αλλά και να το δεχτούν. Είναι ανθρώπινο να χάνεις το μέτρο μερικές φορές και να αφήνεσαι. Το μετανιώνεις αμέσως και υπόσχεσαι, στον εαυτό σου, ότι δε θα το ξανακάνεις ποτέ.
Είναι και μερικοί άλλοι όμως που το κάνουν συνέχεια. Και εν πλήρει γνώσει του τι σημαίνουν οι πράξεις τους, ή καλύτερα τα λόγια τους. Το έχουν ξανακάνει. Έχουν δει τον πόνο που προκαλούν στον απέναντι. Περισσότερες από μία φορές.
Κι όμως το κάνουν ξανά. Και ξανά. Εάν τους ρωτήσεις θα σου πουν ότι χάνουν πλήρως την αυτοσυγκράτησή τους. Μάλλον είναι μικρή σαν καρφίτσα και χάνεται εύκολα. Τέλος πάντων. Ναι, αυτό θα σου πουν. Και θα σου το ξαναπούν. Ότι δεν είναι σωστό και το ξέρουν, δεν πρέπει να συμπεριφέρονται έτσι και το γνωρίζουν αλλά τι να κάνουν; Έτσι είναι φτιαγμένοι.
Από τη μία ίσως και να τους καταλαβαίνω λίγο. Αντιδρούν πάντα νευρικά και μετά το μετανιώνουν. Νιώθουν τύψεις, ή έτσι λένε τουλάχιστον, αμέσως μόλις ανοίξουν το στόμα τους. Και μετά κατακλύζονται από αισθήματα αυτολύπησης. Δεν είναι ωραίες καταστάσεις αυτές. Νιώθω μια κάποια λύπηση για αυτούς τους ανθρώπους. Η αδυναμία τους να χαλιναγωγήσουν την ίδια τους τη γλώσσα τους προκαλεί πολλά περισσότερα προβλήματα από όσα φαντάζονται. Κι ύστερα έχουν να διορθώσουν όλη αυτή την κατάσταση που οι ίδιοι δημιούργησαν.
Ναι, γιατί μετά πρέπει να κολλήσουν τα σπασμένα. Και μερικές φορές, οι μαλακίες που λέμε προκαλούν τέτοιες φθορές στις σχέσεις που το γυαλί πια δεν κολλάει με τίποτα. Όση καλή διάθεση κι αν υπάρχει. Γιατί και ο άλλος άνθρωπος είναι κι έχει τις αντοχές του.
Η πρώτη σκέψη που θα περνάει από το κεφάλι του από κάποιο σημείο και μετά είναι «σύμπτωση που επαναλαμβάνεται, παύει να είναι σύμπτωση» και φυσικό επόμενο είναι να αρχίσει να ψάχνεται. Μήπως πίσω από την περίεργη συμπεριφορά και τα φαρμακερά λόγια κρύβονται άλλες διαθέσεις.
Μήπως είναι απλά η συγκαλυμμένη προσπάθεια του να πει κάποιος «βαρέθηκα». Ανθρώπινο είναι να ξενερώνεις και ανθρώπινο να εκφράζεις τα αισθήματά σου, μερικές φορές και ασυνείδητα. Με τη γλώσσα του σώματος. Ή με τα λόγια που διαλέγεις.
Δεν είναι επομένως πάντα εύκολο να διορθώνεις τα όσα είπες με απλές συγγνώμες ή με πράξεις μετάνοιας. Ενίοτε είναι ήδη πολύ αργά. Από τη στιγμή που άνοιξες το στόμα σου, δεν υπάρχει επιστροφή.
Πραγματικά πιστεύω πώς πάρα πολύ σπάνια λέμε πράγματα που δεν πιστεύουμε. Ακόμα και πάνω στα νεύρα μας, ακόμα και όταν έχουμε χάσει πλέον τον έλεγχο, πάντα αυτά που λέμε είναι αληθινά. Πηγάζουν από κάπου, έστω και ασυνείδητα. Ίσως τα λόγια που θα χρησιμοποιούσαμε να ήταν διαφορετικά, όχι τόσο απότομα και σκληρά. Αλλά η ουσία των λεγόμενών μας δεν είναι φαντασία.
Έρχονται από πράγματα που έχουμε κρυμμένα μέσα μας. Και εδώ είναι που θέλει προσοχή το όλο ζήτημα. Όταν επανειλημμένως κάποιος ξεφεύγει και λέει πράγματα που μετανιώνει, τότε αυτό πρέπει να λειτουργήσει σαν καμπανάκι κινδύνου. Σημαίνει κατ’ αρχήν ότι έχει μέσα σου πράγματα κρυμμένα που ίσως ούτε στον εαυτό του δεν έχει εκμυστηρευτεί ακόμα. Και για αυτό έχει αυτές τις εκρήξεις.
Εάν επομένως θέλει να διορθώσει τη συμπεριφορά του πρέπει να ξεκινήσει από μέσα του. Να κοιτάξει κατάματα αυτά που πραγματικά πιστεύει και να προσπαθήσει να τα εκφράσει σωστά. Όσο άσχημα και δύσκολα είναι να ειπωθούν. Φτάνει να είναι αλήθεια.
Είναι καλύτερα έτσι. Ο δρόμος είναι άγνωστο που θα οδηγήσει. Το πώς όμως θα πορευτεί κανείς στο δρόμο αυτό είναι αυτό που θα κάνει τη διαφορά τελικά.