Παίρνοντας μέρος κι εγώ στο confession week της ομάδας του pillowfights.gr αποφάσισα να σας διηγηθώ ένα κομμάτι της προσωπικής μου ιστορίας. Αυτό που μ’ άλλαξε τελικά ίσως περισσότερο απ’ οτιδήποτε πέρασε ή θα περάσει απ’ τη ζωή μου.
Θα σας διηγηθώ λοιπόν πώς προσπάθησα να κερδίσω ξανά τη γυναίκα της ζωής μου· ακόμα προσπαθώ για να είμαι ειλικρινής. Αφού πρώτα την έχασα από δικά μου λάθη και βρέθηκα να μισώ αυτό που αντίκριζα στον καθρέπτη, τον ίδιο μου τον εαυτό.
Δε θα σας τα πω όλα. Είναι μεγάλη ιστορία και το μεγαλύτερο μέρος της δεν το ξέρει κανείς εκτός απ’ εμένα. Θέλω όμως να προσπαθήσω να σας διηγηθώ μερικές στιγμές απ’ το περσινό καλοκαίρι. Ένα καλοκαίρι γεμάτο προσπάθειές να βρω ξανά το κλειδί της εισόδου στον χαμένο μου παράδεισο.
Σας προσκαλώ λοιπόν να ρίξουμε μια ματιά στο άλμπουμ των συναισθηματικών μου αναμνήσεων.
Η πρώτη εικόνα έχει για φόντο την πλατεία Συντάγματος κι εμένα να περιμένω να την αντικρύσω ξανά μετά από σχεδόν έξι μήνες. Όσα θέλω να της πω τα έχω προβάρει τόσες πολλές φορές κι όμως κάτι μου λέει πως όταν έρθει η κρίσιμη στιγμή θα κολλήσω. Ο κόσμος τριγύρω πολύς κι όμως εγώ δε βλέπω τίποτα άλλο πέρα απ’ εκείνη καθώς ανεβαίνει τα σκαλιά της πλατείας. Μια βαθιά ανάσα και κλείνω τα μάτια πριν αφεθώ.
Είναι δύσκολο τελικά να ζητάς πραγματικά συγγνώμη. Αφήνοντας τη ψυχή σου γυμνή κι ευάλωτη σαν δείγμα της ειλικρίνειας των προθέσεων σου.
Η επόμενη ζωντανή φωτογραφία με δείχνει στο αεροδρόμιο της Κω. Ένα βράδυ του Ιουνίου να περιμένω την ανταπόκριση μου για Αθήνα, βλέπετε, οι πτήσεις Μόναχο – Αθήνα είναι το καλοκαίρι είτε ακριβές είτε πολύ ακριβές.
Εκείνο το καλοκαίρι ταξίδεψα αρκετές φορές προσπαθώντας να νικήσω το πρώτο εμπόδιο στην προσπάθειά μου να είμαστε ξανά μαζί, την χιλιομετρική απόσταση. Την είχα αφήσει μια φορά να με νικήσει, να μας νικήσει. Δε θα επέτρεπα να συμβεί ποτέ ξανά. Κι ας σήμαινε αυτό ότι θα περάσω αρκετά βράδια σε περιφερειακά αεροδρόμια της Ελλάδας. Κω, Ρόδος, Ηράκλειο, Θεσσαλονίκη. Κάθε ταξίδι κι ένα βήμα πιο κοντά στην προσωπική μου λύτρωση. Κάθε ταξίδι κι ένα μικρό σημειωματάριο γεμάτο με συναισθήματα και σκέψεις.
Έτσι θα έμοιαζα αν με πετυχαίνατε κάποιο από εκείνα τα βράδια σε κάποιο άδειο αεροδρόμιο. Σαν επίδοξος συγγραφέας που τον ξέχασαν σαν αποσκευή με μοναδικό σκοπό να τελειώσει το επόμενό του έργο.
Ένα απ’ τα πράγματα που με δίδαξε αυτό το ταξίδι μου, όποια έννοια και αν δώσουμε στη λέξη «ταξίδι» είναι πως τελικά δε γράφω για να ζήσω. Ούτε ζω για να γράφω. Γράφω επειδή είναι ο μοναδικός δρόμος που μπορεί να με οδηγήσει κάποια στιγμή στην ισορροπία ανάμεσα σ’ αυτό που πραγματικά είμαι και σ’ αυτό που ονειρεύομαι να γίνω.
Η επόμενη φωτογραφία είναι από το Άνω Κουφονήσι. Είμαστε τώρα διακοπές. Μαζί. Κι αυτό το μαζί δεν εννοεί τίποτα παραπάνω αλλά και τίποτα παρακάτω από αυτό. Μαζί. Δεν μπορεί να καταλάβει κάποιος που δεν έχει χάσει, πόσο μεγάλη αξία έχει μια τόσο απλή λέξη.
Στη μοναδική ταβέρνα του νησιού βρίσκεται μια παρέα παιδιών με κιθάρες, βιολί και μπόλικη καλοκαιρινή διάθεση. Κάνουν το μικρό νησί να μοιάζει με καταφύγιο κατατρεγμένων ρεμπέτικων τραγουδιών. Κι εμείς να καθόμαστε μερικά τραπέζια πιο κει, δίπλα-δίπλα, να σιγοτραγουδάμε τους ρυθμούς που τυλίγουν το καλοκαιρινό μεσημέρι.
Δεν έχω ζήσει ποτέ τίποτα που να μπορεί να συμπυκνώσει καλύτερα την έννοια της ευτυχίας. Μεσημέρι Αυγούστου, απομονωμένη ταβέρνα σε νησί, ένα ποτήρι δροσερό κρασί, η μυρωδιά της θάλασσας και το γλυκό τραγούδι των τζιτζικιών. Μα πάνω απ’ όλα το κεφάλι της στον ώμο μου και το γαργαλητό της ανάσας της στο λαιμό μου.
Για αυτή και μόνο τη στιγμή, για ένα δευτερόλεπτο από αυτό το καλοκαιρινό μεσημέρι άξιζε κάθε λεπτό που έδωσα στην προσπάθεια μου να γυρίσω στον παράδεισο που κάποτε έχασα.
Μετάνιωσα για πολλά από όσα έχω κάνει. Και άλλα που δεν έχω κάνει. Δεν πρόκειται ποτέ όμως να μετανιώσω για τις στιγμές εκείνου του καλοκαιριού που πάλεψα να την κερδίσω ξανά.
Δε θέλω να κλείσω με τραγούδι αυτό το μικρό εξομολογητικό κείμενο. Αλλά με μια στροφή ενός τραγουδιού. Αν θες ν’ αγιάσεις πρέπει ν’ αμαρτήσεις, κι αν προλάβεις, ας μετανοήσεις.