Είσαι control freak; Αν είσαι, έστω και με ένα γλυκά τσαχπίνικο τρόπο, τότε αυτό το χαρακτηρισμό τον έχεις ακούσει χιλιάδες φορές, κοντρόλ φρικ. «Έλα μωρέ, μην τρελαίνεσαι, άραξε κι όλα θα πάρουνε το δρόμο τους», σου λέει. Κι έτσι ξαφνικά ξεπηδάνε από το μυαλό σου καμιά δεκαπενταριά (λίγα λέω;) ερωτηματικά, σαν τα κεφάλια της Λερναίας Ύδρας που ενώ έκοβες ένα φυτρώναν περισσότερα. Ποιος δρόμος είναι αυτός και πού οδηγεί; Ποιος το διάλεξε, για να έχουμε καλό ‘ρώτημα; Ποια όλα θα πάρουνε το δρόμο τους, μην τα πάρω στο κρανίο; Σαν σκηνή από την ταινία Matrix, ξεκινά ένας ατελείωτος αλγόριθμος να τρέχει με χιλιάδες παρακλάδια ν’ ανοίγουνε, πιθανότητες, διλήμματα, πιθανές εκβάσεις κι απλά δε συμμαζεύεται. Κάπως έτσι τρελαίνεσαι φίλε μου, με το να μου λες να μην τρελαίνομαι. Γνώριμο το σκηνικό;
Πάρε δύο ανάσες, ίσως και τρεις κι ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο χαρακτηρισμός control freak απευθύνεται στους ανθρώπους που έχουν μια βαθιά χαραγμένη ανάγκη να ελέγχουν τα πάντα γύρω τους, τη συμπεριφορά τους, τη διάθεσή τους, τις αντιδράσεις των άλλων, την ψυχολογία των άλλων σε σχέση μ’ αυτούς (ή και όχι), ακόμα και τον καιρό. Όταν λέμε τα πάντα, εννοούμε τα πάντα. Η ανάγκη αυτή είναι ασυνείδητη, τα αποτελέσματα όμως αυτής, πολύ συνειδητό. Ας διαχωρίσουμε όμως δύο περιπτώσεις ελέγχου. Όλοι νιώθουμε την ανάγκη να έχουμε κάποιο έλεγχο στη ζωή μας κι ο υγιής έλεγχος σε καταστάσεις που μας αφορούν, έχει συνδεθεί με αυξημένα ποσοστά ευτυχίας αλλά και του προσδόκιμου ζωής. Αυτού του είδους ο έλεγχος όμως εκτείνεται ως το σημείο που υπάρχει επίγνωση των συναισθημάτων μας, των σκέψεών μας και της συμπεριφοράς μας, όχι των άλλων αλλά της δικής μας. Αυτό δε σε καθιστά control freak. Όταν όμως, ο έλεγχος ξεπερνά αυτή τη νοητή γραμμή και μπαίνει σε χωράφια ξένα, δηλαδή επιχειρεί να καθοδηγήσει καταστάσεις και να ελέγξει επιθυμίες, αντιδράσεις και συμπεριφορές άλλων, τότε αυτό έχει αρνητική επίδραση σ’ εμάς με αποτέλεσμα να γίνεται παράγοντας μείωσης της ευτυχίας μας.
Σκέψου λίγο ότι είσαι σε ένα λούνα παρκ και μπροστά σου βρίσκεις ένα φλίπερ, πόσο καιρό έχεις να παίξεις φλίπερ; Βάζεις λοιπόν κέρμα, ακουμπάς τα χέρια σου δεξιά κι αριστερά του φλίπερ και νιώθεις ένα ρίγος να διαπερνά το κορμί σου. Συνάμα, όμως, νιώθεις ένα άγχος, γιατί ενώ έχεις τον έλεγχο στο πώς και πόσο δυνατά θα κτυπάς την μπαλίτσα, δεν έχεις έλεγχο για το ποια διαδρομή θα διανύσει, αν θα πέσει στο κενό χωρίς να μπορείς να ανακόψεις την πτώση αλλά ούτε αν θ’ ακολουθήσει άλλη διαδρομή και θα καταλήξει απευθείας στη «μαύρη τρύπα». Με λίγα λόγια δεν μπορείς να ελέγξεις το αποτέλεσμα, το οποίο με μαθηματικούς υπολογισμούς είναι πάντα το ίδιο, δηλαδή το μπαλάκι να πέσει στο κενό, μπορείς όμως να ελέγξεις την ώθηση που θα του δώσεις και το πόσο θα απολαύσεις τη διαδρομή που θα διανύσει. Ένα κλασσικό control freak που σέβεται τον εαυτό του δε θα σκεφτεί ποτέ «Αν χάσω μια μπαλίτσα, θα βάλω ακόμα ένα κέρμα και θα ξαναπέσω, ε και τι έγινε;». Ένας ελεγκτικός άνθρωπος θεωρεί ότι ένα μπαλάκι υπάρχει, όχι δεύτερο, επομένως το να το χάσω σημαίνει ότι καταστρέφεται η ανθρωπότητα άρα πρέπει να φροντίσω να μη χάσω το μπαλάκι, ακόμα κι αν αυτό δεν είναι στατιστικά εφικτό. Το ‘πιασες;
Η επόμενη ερώτηση, όσο απαραίτητο κι αν κρίνεται να τεθεί, δε σου κρύβω πως την απεχθάνομαι λιγάκι κι αυτή είναι: Γιατί; Γιατί όλη αυτή η ανάγκη ελέγχου; Έλα μου ντε. Η πιο προφανής απάντηση σ’ αυτό είναι ότι εξασκείς έλεγχο σε μια προσπάθεια να μειώσεις τους απρόβλεπτους παράγοντες κι έτσι να μειώσεις την ανασφάλεια που αναπόφευκτα φέρνουν μαζί τους. Μειώνοντας την ανασφάλεια, μειώνεις και το άγχος που νιώθεις όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με καταστάσεις που δεν έχεις ξανασυναντήσει. Κι αν, εκ πρώτης όψεως, η απάντηση σου φαίνεται μια αθώα προσπάθεια να είναι κανείς προετοιμασμένος μπροστά στο αναπάντεχο, κρύβει εντούτοις κάτι προβληματικό καθ’ ότι θεωρεί ότι το άτομο δεν είναι σε θέση ν’ αντιμετωπίσει μια εντελώς νέα κατάσταση, άρα είναι ανίκανο να ανταπεξέλθει σε νέες προκλήσεις.
Ένα control freak θέλει να ξέρει το τέλος της ταινίας, πριν αυτή καλά ξεκινήσει, θέλει να ξέρει πώς η ζωή του θα καταλήξει κι αν όλα αυτά που θεωρεί πως «έπρεπε» να έχουν γίνει, αν θα γίνουν τελικά. Μήπως όμως τελικά το αναπάντεχο στη ζωή να είναι αυτό που προσθέτει το αλατοπίπερο, που δίνει μια τόσο δα νοστιμιά; Πόσο ανιαρά προβλέψιμη θα ήταν η ζωή μας αν ξέραμε την κατάληξή της πριν καν ξεκινήσει; Στην αρχή είμαστε, βαθιές ανάσες και πάμε βόλτα στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου