Όλη μας τη ζωή μας έμαθαν να ψάχνουμε ανθρώπους που θα κουμπώνουν τέλεια πάνω μας. Όλα συγυρισμένα, χωρίς προεξοχές, τέλεια σχήματα που συμπληρώνονται ιδανικά. Τρέχουμε πέρα-δώθε ψάχνοντας ομοίους μας, γιατί έτσι διδαχτήκαμε να μετράμε τη συμβατότητα. Κι όταν οι τέλειες αντανακλάσεις του εαυτού μας δεν καταλήγουν στις «τέλειες» σχέσεις, σαστίζουμε. Ίσως το να ‘μαστε ίδιοι στις σχέσεις μας να ‘ναι, τελικά, πιο τρομακτικό απ’ όσο νομίζουμε.

Όταν ψάχνουμε για το άλλο μας μισό, ένα κομμάτι που θα μας ολοκληρώσει, τείνουμε να ψάχνουμε κάτι πολύ συγκεκριμένο και, συνήθως, ακριβώς το ίδιο με εμάς. Θα το θέσω σχηματικά, φέρνοντας ένα παράδειγμα. Αν υποθέσουμε ότι είσαι ένα ημικύκλιο κι ως ημικύκλιο χρειάζεσαι ένα άλλο ημικύκλιο ίδιου σχήματος, μεγέθους και  χαρακτηριστικών, για να μπορέσεις να ολοκληρωθείς και να γίνεις κύκλος. Το πρόβλημα σε αυτό το παράδειγμα είναι ότι ένα μισό τετράγωνο, ρόμβος ή ορθογώνιο, δεν μπορούν να σε ολοκληρώσουν, γιατί είναι αδύνατο –σχηματικά τουλάχιστον– να εφάπτονται απόλυτα σε ‘σένα. Για την ακρίβεια ούτε καν ένα άλλο ημικύκλιο μικρότερου ή μεγαλύτερου μεγέθους μπορεί να σε ολοκληρώσει με αυτήν την έννοια.

Η αντίληψή μας ότι, ως μισά πρέπει να ολοκληρωθούμε, κάνει αυτονόητη την αναζήτηση ενός μισού, ίδιου, κομματιού, άρα ενός ανθρώπου με τον οποίο θα ‘χουμε απόλυτη συμβατότητα, σωστά; Συμβατότητα∙ μία λέξη που έχει υπεραναλυθεί στη φιλοσοφία των ερωτικών σχέσεων, ίσως όσο καμία άλλη. Γνωρίζεις, λοιπόν, κάποιον κι ασυνείδητα, χωρίς καν να ‘χεις πρόθεση για κάτι τέτοιο, ξεκινά το μυαλό να μελετάει τη συμβατότητά σας.

Ταιριάζετε πολύ, υπάρχει χημεία, γελάτε με τα ίδια αστεία, ακούτε την ίδια μουσική, διασκεδάζετε με τον ίδιο τρόπο κι αναζητάτε τα ίδια πράγματα στη ζωή; It’s a match! Κάπου εδώ το ημικύκλιο κάνει τον χορό της νίκης ευχαριστώντας το σύμπαν που έφερε στον δρόμο του ένα ίδιο ημικύκλιο, το άλλο του μισό.

Οι μέρες κυλάνε όμορφα κι εσύ έχεις πειστεί πως, εφόσον υπάρχει τόση συμβατότητα, η γνωριμία αυτή θα καταλήξει κάπου. Έλα, όμως, που καταλήγει στο απόλυτο τίποτα και σε αφήνει να αναρωτιέσαι πώς έγινε και τα πράγματα πήγαν τόσο λάθος. «Αφού θέλαμε τα ίδια πράγματα, μας άρεσαν τα ίδια πράγματα». Μήπως αυτό ακριβώς ήταν το πρόβλημα; Μήπως η υπερβολική συμβατότητα λειτουργεί αντιστρόφως ανάλογα προς τον τέλειο κύκλο που προσπαθείς να επιτύχεις;

Το να ταιριάζεις τόσο πολύ με τον άλλο λειτουργεί ως καθρέφτης, είναι λες κι είσαι σε σχέση με μια προέκταση του εαυτού σου κι αυτό τρομάζει. Τρομάζει τόσο όσο το να κοιτάζεις τον εαυτό σου στα μάτια τα πρωινά εκείνα που σε σιχαίνεσαι. Οι σχέσεις που επιτυγχάνουν την ολοκλήρωσή σου είναι αυτές που σε βγάζουν απ’ τη ζώνη ασφαλείας σου, που σου ανοίγουν παράθυρα εκεί που το δικό σου το μυαλό βλέπει μόνο τσιμεντένιους τοίχους. Αν, λοιπόν, το ημικύκλιό σου έρχεται σε επαφή με ένα άλλο –απόλυτα εφαπτόμενο– ημικύκλιο, τότε ο τσιμεντένιος τοίχος σου δε θα μετατραπεί ποτέ σε παράθυρο.

Προτιμάς να ‘χεις καλά χωμένες τις ανασφάλειές σου, τους φόβους και τις σκέψεις σου, αλλά όταν είσαι σε σχέση με κάτι τόσο ίδιο με ‘σένα, αυτά όχι μόνο δεν μπορούν να μείνουν χωμένα, αλλά ένας φωτεινός προβολέας σου τα δείχνει σε μεγέθυνση στον τοίχο του ταβανιού, κάθε βράδυ, πριν σε πάρει ο ύπνος.

Μήπως, τελικά, έχουμε παρεξηγήσει την έννοια της συμβατότητας μέσα στις ερωτικές σχέσεις; Θα μπορούσε η συμβατότητα να σημαίνει κάτι άλλο απ’ την έννοια του άλλου μισού ή του «perfect match» που προσδίδουμε εμείς; Σύμφωνα με την Esther Perel, η συμβατότητα εμπερικλείει τη διάθεσή μας να παραμένουμε περίεργοι και διψασμένοι να εξερευνούμε τον σύντροφό μας, όχι αποκλειστικά ως ερωτικό παρτενέρ αλλά κι ως άνθρωπο. Αυτό σημαίνει ότι η συμβατότητα δεν αποτελεί προϋπόθεση για να μπορέσει μια σχέση να ανθίσει, αλλά προκύπτει ως αποτέλεσμα μιας συμπόρευσης μέσα στη σχέση.

Ίσως να το φιλοσοφήσαμε πολύ και να χαθήκαμε, μα η επιτυχία μιας σχέσης δεν εξαρτάται απ’ το πόσο ίδιοι είμαστε, γιατί η συμβατότητα δουλεύεται μέσα στη σχέση κατά τη διάρκειά της. Σίγουρα χρειάζονται κοινά χαρακτηριστικά να φέρουν δύο ανθρώπους μαζί, μία κοινή αντίληψη για τη ζωή, ας πούμε, αλλά το τι θα τους κρατήσει μαζί στην πορεία δεν είναι το πόσο τέλεια εφάπτονται. Μάλλον το αντίθετο, δηλαδή το πόσο αταίριαστοι φαινομενικά είναι δύο άνθρωποι, μπορεί να επιφυλάσσει μεγαλύτερο ενδιαφέρον στην εξερεύνησή τους, άρα να προκύπτει και μεγαλύτερη συμβατότητα στο τέλος.

Γίνε κύκλος ολόκληρος, λοιπόν, και ξεκίνα να ψάχνεις για ό,τι άλλα σχήματα μπορείς να φανταστείς. Οι συνδυασμοί που μπορεί να κάνεις είναι άπειροι και μόνο όμορφα σχήματα μπορούν να προκύψουν απ’ το πάντρεμά τους.

 

Συντάκτης: Εύη Πηλαβάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη