Θα θέσω έναν γρίφο. Τι είναι αυτό που προάγει μια εσφαλμένη αίσθηση ασφάλειας, ενώ στην πραγματικότητα μάς κάνει να νιώθουμε ανασφαλείς κι αγχωμένοι; Είναι «αυτή», γένος θηλυκού, η οποία στην αρχή μας υπόσχεται διασκέδαση, ανεμελιά και ξεκούραση, στο τέλος όμως, όταν έρχεται ο λογαριασμός, μας αφήνει με συναισθήματα άγχους, πανικού και συχνά θυμού για τον ίδιο μας τον εαυτό. Χαρακτηρίζεται κυρίως από μια φράση που χρησιμοποιούμε συχνά: «Άσε μωρέ, αφού μπορώ να το κάνω αύριο, γιατί να τρέχω σήμερα;». Τι είναι;
Η σωστή απάντηση είναι «αναβλητικότητα». Πέρα απ’ τα παραπάνω χαρακτηριστικά της, μπορεί να πάρει διάφορες μορφές και κάνει την εμφάνισή της σε διάφορες περιστάσεις που αφορούν επαγγελματικές ή κοινωνικές υποχρεώσεις, συναισθηματικά ξεκαθαρίσματα, αλλά και μικρότερης σημασίας εργασίες όπως να καθαρίσεις το σπίτι ή να συγυρίσεις την ντουλάπα σου.
Η αναβλητικότητα δίνει μια ψευδαίσθηση ελευθερίας, την εντύπωση ότι έχουμε αμέτρητες ώρες μπροστά μας, ότι θα υπάρξουν κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουμε αυτό που πρέπει και επομένως μας παίρνει να το αφήσουμε για αργότερα. Ενώ αισθανόμαστε ότι όλα είναι υπό έλεγχο, στην πραγματικότητα επισκιάζει τα πραγματικά δεδομένα της κατάστασης. Ενώ καθησυχάζεις τον εαυτό σου στη σκέψη ότι 30 λεπτά είναι αρκετά για να ολοκληρώσεις αυτό που έχεις να κάνεις, ο ρεαλισμός έρχεται να σε ταρακουνήσεις λέγοντάς σου ότι χρειάζεσαι, εν τέλει, 2 ώρες. Όταν λοιπόν, στην εκπνοή των 30 λεπτών που αρχικά έκρινες ότι χρειάζεσαι, συνειδητοποιείς ότι χρειάζεσαι τον τετραπλάσιο χρόνο, σε πιάνει πανικός, ενώ ταυτόχρονα θυμώνεις με σένα που δεν ξεκίνησε πιο νωρίς, που το άφησες τελευταία στιγμή. Δε μένεις όμως εκεί, αυτή είναι μόνο η αρχή μιας μικρής μπαλίτσας χιονιού που εξελίσσεται σε μια χιονοστιβάδα αρνητικών συναισθημάτων σχετικών με την αυτοεκτίμησή μας.
Πού κολλάει η αυτοεκτίμηση θα μου πεις τώρα, εφόσον η αναβλητικότητα έχει να κάνει απλώς με έλλειψη προγράμματος κι οργάνωσης; Δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται όμως. Η αναβλητικότητα έχει βαθιά τις ρίζες της κι η αυτοαμφισβήτηση είναι μια από αυτές. Πολλοί αναβλητικοί άνθρωποι νιώθουν ανήμποροι, αμφισβητούν την ικανότητά τους να ανταποκριθούν στις προκλήσεις που έχουν μπροστά τους, ακόμα και στις πιο απλές. Κι αυτό, όπως και πολλά άλλα, δε γίνεται μέσα σε μια νύχτα, χρειάζονται χρόνια αμφισβήτησης και συνεχούς επανάληψης για να γιγαντωθεί τόσο ώστε να γίνει φόβος παγίδευσης. Το αναβλητικό άτομο νιώθει να παγιδεύεται από τις προσδοκίες που οι άλλοι έχουν για το ίδιο, αντιμετωπίζει την κατάσταση από μια θέση θυματοποίησης νιώθοντας ότι δεν μπορεί να φέρει εις πέρας τις υποχρεώσεις του, ότι δεν είναι αρκετά καλό να τις εκτελέσεις καλά ή σωστά και επομένως δεν αξίζει να μπει στον κόπο. Έχεις κάνει ποτέ τον εξής εσωτερικό μονόλογο; «Γιατί να μελετήσω για ένα μάθημα που ξέρω από τώρα πως δε θα τα πάω καλά; Πρέπει να πάω καλά στην εξέταση του μαθήματος, αλλά δεν μπορώ. Είναι άδικο, γιατί ο καθηγητής τρέχει στην ύλη και δεν μπορώ να συμβαδίσω μαζί του».
Η αναβλητικότητα είναι συχνά συνδεδεμένη με την τελειομανία, με μια ανάγκη να γίνουν όλα όπως πρέπει κι επειδή στο μυαλό του αναβλητικού η τελειότητα χρειάζεται πολλές ώρες και ενδεχομένως πολύ κόπο, η εργασία ξαφνικά γίνεται τόσο μεγάλη στο μυαλό του, τόσο δύσκολη που δημιουργεί φόβο παρατείνοντας έτσι το ξεκίνημά της.
Η πραγματικότητα είναι ότι καμιά εργασία, καμιά αναμέτρηση δε γίνεται λιγότερο τρομακτική αν δεν την ξεκινήσει κανείς, γιατί με το ξεκίνημα φαίνεται αμέσως πως αυτή δεν είναι τόσο τρομακτική όσο είχες φανταστεί, δεν είναι το τέρας που κρυβόταν πίσω από την πόρτα. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι να αντιμετωπιστεί η αναβλητικότητα κι ίσως ο σημαντικότερος είναι να μπορεί κανείς να την αναγνωρίσει αρχικά. Φράσεις όπως «αποδίδω καλύτερα όταν εργάζομαι υπό πίεση..» ή «…δε θα μου πάρει πολύ χρόνο, επομένως και τελευταία στιγμή μπορεί να γίνει», φωνάζουν αναβλητικότητα. Εφόσον κανείς την εντοπίσει, είναι σημαντικό να αλλάξει το πώς αισθάνεσαι για την εργασία που έχεις να κάνεις. Το «πρέπει να τελειώσω…» ή το «αυτό είναι πολύ δύσκολο», μπορούν να πάρουν θετικό πρόσημο και η υποχρέωση να μετατραπεί σε θέληση. Πολύ πιο εύκολα μπορείς να ξεκινήσεις κάτι που νιώθεις πως είναι επιλογή σου παρά κάτι που νιώθεις ότι σου επιβάλει κάποιος άλλος. Πολύ σημαντικό είναι επίσης να γίνονται πιο τακτά διαλείμματα κι η εργασία να χωρίζεται σε επιμέρους κομμάτια, τα οποία ενδεχομένως εκτελούνται πιο εύκολα.
Ίσως όμως το σημαντικότερο εργαλείο να καταπολεμήσεις την αναβλητικότητά σου είναι να καλλιεργήσεις, σταδιακά, πίστη στις ικανότητές σου. Θυμήσου πως δε βρέθηκες εδώ τυχαία, δεν έπεσες ξαφνικά από τον ουρανό, αλλά έφτασες στο σημείο που είσαι -όποιο κι αν είναι αυτό για τον καθένα- με την αξία σου και τον κόπο σου. Αυτό σημαίνει ότι μπορείς να το επαναλάβεις! Λίγη καλή θέληση και πάμε!
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.