Πλέον είναι λες κι όλοι μας ζούμε δύο παράλληλες ζωές, μια πραγματική και μια διαδικτυακή, μέσω του κινητού μας. Το διαδίκτυο δεν είναι απλά μια πηγή πληροφοριών για εμάς, αλλά συχνά ένας παιχνιδότοπος αλληλεπίδρασης και φλερτ. Ξαπλώνεις στον καναπέ σου, νιώθεις μοναξιά, ένα συναισθηματικό κενό· πού θα πας για να το γεμίσεις; Σκανάρεις στα γρήγορα τις επαφές σου, βλέπεις ποιοι είναι ενεργοί και ξεκινάς να στέλνεις μηνύματα με την ελπίδα ότι θα βρεις έναν ώμο να ακουμπήσεις ή ένα σώμα να σε ανακουφίσει.
Σύμφωνα με έρευνες το 40% των ενηλίκων στις Η.Π.Α, χρησιμοποιούν το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να φλερτάρουν με κάποιον. Συγκεκριμένα, το 20% όλων των χρηστών του διαδικτύου αναφέρουν ότι χρησιμοποίησαν αυτό το μέσο για κάποιου είδους σεξουαλική δραστηριότητα. Αυτό που δεν ξεκαθαρίζει η εν λόγω έρευνα είναι την οικογενειακή κατάσταση αυτού του ποσοστού των ενηλίκων. Να υποθέσουμε πως όλο αυτό το ποσοστό αποτελείται από singles; Κι αν το ποσοστό αυτών δεν είναι singles αλλά είναι είτε άτομα σε σχέσεις, είτε παντρεμένοι με παιδιά, το διαδικτυακό τους φλερτ συνιστά απιστία;
Στο μυαλό μας συχνά η απιστία είναι συνδεδεμένη με τη σεξουαλική επαφή ενός από τους συντρόφους εκτός σχέσης. Αυτό σημαίνει πως το να μιλάς πολλές ώρες με κάποιο άλλο πρόσωπο, το οποίο γνώρισες μέσω κάποιου application, είναι απιστία; Ίσως να το έκανε πιο καχύποπτο αν αυτές οι συνομιλίες ήταν μυστικές; Αν η μυστικότητα είναι εξ’ορισμού καχύποπτη, άρα και επιρρεπής στο να ονομαστεί απιστία, αυτό σημαίνει πως οτιδήποτε κρατάμε δικό μας και κρυφό από το σύντροφό μας, θα μπορούσε εν δυνάμει να οριστεί ως απιστία, σωστά;
«Και στην τελική ποιος ορίζει τι είναι απιστία, μου λες;», με ρωτάς αλλά δεν έχω απάντηση να δώσω γιατί δεν υπάρχει μια απάντηση σε αυτό. Το μόνο που θα μπορούσα να σου πω με σιγουριά είναι πως το κάθε ζευγάρι θα πρέπει να φροντίσει να ξεκαθαρίσει τι είναι ανεκτό, επιτρεπτό και τι όχι. Αν το ζευγάρι έχει συζητήσει ότι είναι επιτρεπτό να μιλάνε με άτομα έξω από τη σχέση τους, εντός συγκεκριμένων ορίων τότε συνομιλίες, που ίσως για άλλους να είναι αμφισβητίσιμες σε ακεραιότητα, να είναι εντάξει μεταξύ τους.
Ο δεσμός, όμως, που μοιράζεσαι με τον σύντροφό σου, είναι πολύ συγκεκριμένος και ειδικά πλασμένος για εσάς τους δύο και μόνο. Είναι σαν ένα κομμάτι σοκολάτας που στο δικό σας στόμα θα έχει πάντα μια διαφορετική γεύση απ’αυτή που αφήνει στους υπόλοιπους. Αυτός ο δεσμός βασίζεται στην εγγύτητα, σε μια βαθιά εσωτερική οικειότητα, σχεδόν μυστικιστική και σε μια κατανόηση ότι, οτιδήποτε πάει στραβά θα είσαι το πρώτο άτομο στο οποίο θα στραφεί όπως θα κάνεις κι εσύ.
Αν λοιπόν αυτή την οικειότητα και την εγγύτητα την έχεις χτίσει και με κάποιον άλλο, αν δίνεις ένα κομμάτι του κρυφού σου εαυτού κάπου αλλού, ακόμη κι αν δεν είναι σαρκικό αυτό το δόσιμο, δεν είναι αυτό απιστία; Εξάλλου, οι σχέσεις που συνάπτονται μέσω διαδικτύου σχετίζονται περισσότερο με την ανάγκη για επικοινωνία παρά με την ανάγκη για σεξουαλική επαφή.
Η απάντηση στην ερώτηση είναι πως ναι, πρόκειται για μιας μορφής προδοσία, για εξαπάτηση, όχι μόνο του συντρόφου σου αλλά και του εαυτού σου. Κι αν σου αρέσει να κρύβεσαι πίσω από έτοιμους ορισμούς και να νιώθεις καλά δικαιολογώντας στον εαυτό σου πως αυτό που κάνεις δεν είναι μεμπτό επειδή δεν έχεις ακουμπήσει τον άλλον, τότε γιατί έχεις την ανάγκη να κρυφτείς; Γιατί δε μιλάς ανοιχτά στον άνθρωπό σου για το πρόσωπο με το οποίο συνομιλείς; Πίσω από κάθε ανάγκη μας να κρύψουμε κάτι, σιγοκαίει πάντα μια ενοχή, κι αν αυτή την ενοχή τη ζυγίσεις καλά, ίσως σου δώσει την απάντηση που ψάχνεις.
Υπάρχει βέβαια κι η άλλη όψη του νομίσματος, η πιο συγκαταβατική. Αυτή που κατανοεί ότι είναι αδύνατο οι ανάγκες ενός ανθρώπου να καλύπτονται πλήρως από έναν και μόνο άνθρωπο, πως κάτι τέτοιο αντικρούει τους νόμους της φυσικής τάξης και εξέλιξης. Είναι η όψη που αντιλαμβάνεται ότι ως πολύπλευρα όντα έχουμε ανάγκη από πολυδιάστατη επικοινωνία, κάποτε ερωτικά χρωματισμένη και κάποτε όχι. Υπό το πρίσμα αυτό, η συναισθηματική εγγύτητα για την οποία διψάμε, μπορεί να εξασφαλιστεί από τρίτους, χωρίς απαραίτητα αυτό να υποβιβάζει τον ρόλο του συντρόφου μας στη ζωή μας.
Νομίζω πως τελικά όλα καταλήγουν στο να θέλεις. Να θέλεις να μοιραστείς τη ζωή σου, να θέλεις να συνυπάρχεις με τον άνθρωπό σου στο τώρα, όχι στο πριν αλλά ούτε και στο μετά και κυρίως όχι πίσω από μια φωτισμένη οθόνη και δεκάδες emoticons. Όταν το θέλεις και δε σου είναι απλά απαραίτητο για την επιβίωσή σου, τότε οτιδήποτε έξω από τη συναισθηματική οικειότητα που έχτισες με τον σύντροφό σου, απλά δε θα σου κάνει. Θα είναι σαν τη σοκολάτα που άφησε πικρή γεύση και απλά δε θα τη δοκιμάσεις ποτέ ξανά.
Επιμέλεια κειμένου: Μάιρα Τσιρίγκα