Και τι θα γίνει αν δυο άτομα από την παρέα αποφασίζουν να προχωρήσουν μαζί τη ζωή τους; Αν νιώσουν μια περίεργη έλξη ανάμεσά τους, που θα αποτελέσει την έναρξη μιας άλλης, διαφορετικής σχέσης από αυτή που είχαν έως τώρα; Πώς θα συνεχιστεί άραγε η σύνθεση αυτής της παρέας;
Πολλές σχέσεις, έχει ακουστεί, έχουν ξεκινήσει από άλλη βάση. Μπορεί δυο άνθρωποι να γνωρίζονται χρόνια, να βγαίνουν καθημερινά, να συζητούν τα προσωπικά τους και τους προβληματισμούς τους, θέτοντας, έτσι τις βάσεις μιας γερής φιλίας. Κι έτσι ξαφνικά, μια στιγμή αρκεί για να αλλάξει μέσα τους αυτό που νιώθουν. Μπορεί ο ένας από τους δυο να είχε νιώσει από πριν, μπορεί να υπήρχαν παρόμοια συναισθήματα καιρό. Μα ένα βλέμμα, ένα χάδι, μια αγκαλιά, πυροδοτούν την έκφρασή τους.
Θα αντέξει; Και αν δεν είναι τόσο δυνατό και καταστραφεί όλο αυτό που έχουν χτίσει; Πώς θα το πάρουν οι υπόλοιποι της παρέας; Και άλλα τέτοια παρόμοια ερωτήματα κατακλύζουν το μυαλό τους. Από την άλλη έχουν θέσει ήδη ορισμένους «κανόνες» και «θεμέλια» για μια σχέση υγιή, που τους προσφέρουν υψηλά επίπεδα οικειότητας. Υπάρχουν, παρόλα αυτά, δεύτερες σκέψεις και αμφιβολίες.
Κάποια από τα θετικά του πράγματος, είναι πως και οι δύο γνωρίζουν τον άλλον αρκετά καλά, ώστε να ξέρουν πώς να συμπεριφερθούν, τι να κάνουν, πώς θα περάσουν καλά, πώς να αντιδράσουν σε κάποια διαφωνία ή τσακωμό και γενικά όλα αυτά που κάποιος μαθαίνει στα πρώτα ραντεβού, εξερευνώντας τις συνήθειες, τις επιθυμίες και τα θέλω του άλλου. Άλλωστε, τα έχουν περάσει όλα αυτά ξανά στο χρόνο γνωριμίας τους, έστω και από μια φορά, απλώς υπήρχαν διαφορετικές συνθήκες. Θα μπορούσαμε να πούμε, πως οι βάσεις της αγάπης υπάρχουν και ανοίγουν τώρα μια καινούργια πίστα, ένα καινούργιο επίπεδο, αυτό του έρωτα.
Σε άλλα νέα, όμως, είναι ότι κακά τα ψέματα, όλα τα παραπάνω μπορεί να λειτουργήσουν και αρνητικά. Το γεγονός ότι γνωρίζονται καλά και υπάρχουν ήδη κάποια συναισθήματα μεταξύ τους, μπορεί να θεωρηθεί ότι σε δεύτερο χρόνο, ίσως τους κάνει «κακό», ακριβώς γιατί, μόλις περάσει αυτός ο πρώτος ενθουσιασμός, μπορεί να μην υπάρχει κάτι άλλο να εξερευνήσουν. Ίσως να δουν ότι το επίπεδο φιλίας τους ήταν πολύ καλό και να μην μπορούν να διαχειριστούν το κάτι παραπάνω. Ή ακόμη και να μην τους άρεσε.Όλα μέσα στο παιχνίδι είναι.
Βέβαια, σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πολύ δύσκολα διαχειρίσιμο το να μπορεί να εκφράσει όλες τις σκέψεις του για αυτόν που έχει απέναντί του, γιατί δεν ξέρει πως θα το αντιμετωπίσει, αν θα θυμώσει, θα παρεξηγηθεί. Ιδανικό θα ήταν αν και οι δύο βρίσκονται στο ίδιο μήκος κύματος και τα «θέλω» τους να μην είναι εκ διαμέτρου αντίθετα.
Πόσο άβολο θα ήταν, επίσης, το γεγονός ότι και οι δύο θα γνώριζαν για το παρελθόν του άλλου. Πόσο έχουν απογοητευθεί, πόσο έχουν παλέψει, πόσο έχουν νιώσει. Και αν συμβεί κάτι; Αν για παράδειγμα, εμφανιστεί κάποιος άλλος, είτε από το παρελθόν είτε όχι, κάποιος για τον οποίο μέχρι πρότινος θα μιλούσες στο φιλαράκι σου, τι κάνεις; Συνεχίζεις να τα λες όλα και να τα συζητάτε; Ή μήπως τώρα άλλαξαν κάποια δεδομένα;
Στην περίπτωση δε του χωρισμού, τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα…
Το ιδανικότερο για όλους θα ήταν να το έπαιζε όλη η παρέα Σουηδία, σα να μην είχε γίνει και τίποτα βρε αδερφέ και να συνέχιζαν από εκεί που είχαν μείνε. Αν όμως υπάρχουν ακόμη συναισθήματα; Αν θέλεις και δε θέλεις; Το να αλλάξει κανείς παρέα, μάλλον αποκλείεται από τη λίστα. Οπότε θα πρέπει να είναι διαχειρίσιμο από όλες τις πλευρές. Από τα δύο άτομα, έχοντας μια λογική, όπου δε θα χρειάζεται να χαλάσουν φιλίες και φιλίες και από τους υπόλοιπους.
Η θέση των υπολοίπων, βέβαια από τις δυσκολότερες. Ας τους σκεφτούμε και αυτούς λίγο. Να πάρουν θέση ή να μην πάρουν; Να χωριστούν σε “στρατόπεδα” συμπαράστασης; Να συνεχίσουν λες και δεν έχει γίνει κάτι; Όλα αυτά θα εξαρτηθούν και από τον τρόπο αντιμετώπισης των δύο. Σίγουρα κανείς δε θα θέλει να χαλάσει όλο αυτό. Όλη η παρέα. Οπότε ο καθένας από τα μέλη, αναλαμβάνει ευθύνες. Στην αρχή σίγουρα θα είναι δύσκολο, όμως θα μπορέσει να βρεθεί η χρυσή τομή.
Ένα είναι το σίγουρο. Ότι θα είναι ο μοναδικός χωρισμός που στο τέλος θα πουν ότι θέλουν να μείνουν φίλοι και όντως βαθιά μέσα τους θα το εννοούν. Κι αν προσπαθήσουν θα καταφέρουν να παραμείνουν φίλοι, γιατί αν ήταν να είχαν κάτι παραπάνω από αυτό, στο τέλος θα το ήξεραν.
Πότε όμως και πώς καθορίζεται το τέλος;
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη