Ζουν ανάμεσά μας. Θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν κι ως οι γνωστοί-άγνωστοι της ζωής μας. Αδύνατο να τους συγκρατήσει η μνήμη μας, αλλά δεν είναι καθόλου απίθανο να έχουμε συναντηθεί παραπάνω από μία φορά. Κι ακόμα κι αν δεν μπορούμε να αποτυπώσουμε το πρόσωπό τους, σίγουρα θυμόμαστε κάτι από εκείνους. Περιπλανώμενος ανάμεσα στους επιβάτες τους μετρό, συνειδητοποιείς πως ίσως δεν είμαστε όλοι τόσο μοναδικοί όσο νομίζουμε. Κι αυτό γιατί μοιραζόμαστε μπόλικα παρεμφερή κουσούρια. Και με μια σύντομη κατηγοριοποίηση, το αποτέλεσμα έχει ως εξής:

 

1. Οι βιαστικοί

Τους κυνηγά ο χρόνος ή τον κυνηγούν εκείνοι. Ίσως να ‘ναι αργοπορημένοι ή ίσως απλά να τρέχουν και να μη φτάνουν σε μόνιμη βάση. Στριμώχνονται οπουδήποτε και στο πέρασμά τους δεν υπολογίζουν τίποτα και κανέναν. Για εκείνους εφαρμόζεται ο άτυπος κανόνας πως στις κυλιόμενες αριστερά πηγαίνουν όσοι θέλουν πάντα να προπορεύονται, αν και θα μπορούσαν να παίρνουν τις σκάλες. Τα δυο λεπτά αναμονής στην αποβάθρα τούς φαίνονται αιώνας και βηματίζουν αγχωτικά πάνω-κάτω κοιτάζοντας συνέχεια το ρολόι. Θέλουν να προλάβουν να επιβιβαστούν πρώτοι και τα δίνουν όλα για μια θέση.

Έχουν γίνει μάστερ στο σπρώξιμο κι αν κάνεις πως τους βάζεις τις φωνές, μαντεύεις απ’ την αντίδρασή τους πως δε δίνουν δεκάρα τσακιστή. Αν μπορούσαμε να δούμε το μυαλό τους, φανταζόμαστε πως θα χανόμασταν μέσα σε λογαριασμούς, ραντεβού, υποχρεώσεις και μια πίεση που αγγίζει τα ανώτατα όρια. Σίγουρα θα ασφυκτιούσαμε και μόνο στη σκέψη.

 

2. Οι ερωτοχτυπημένοι

Ζουν σε άλλη διάσταση. Σε ένα παράλληλο σύμπαν, όπου οι συγκοινωνίες δεν αργούν, δε μυρίζουν κλεισούρα, τα ρολόγια δεν τρέχουν κι οι καθημερινές έχουν πάρει μόνιμη άδεια διακοπών. Κρατιούνται χέρι-χέρι, φιλιούνται παντού, περπατούν και στέκονται κολλημένοι ο ένας στον άλλο και σίγουρα αδιαφορούν για τον υπόλοιπο κόσμο. Οι γύρω τους τούς κοιτάζουν απορημένοι για όλη την αναισθησία που τους διακρίνει και κάποιοι ζηλεύουν που δε βρίσκονται στη θέση τους, ενώ άλλοι απλά αηδιάζουν με τα σαλιαρίσματά τους.

Χάνονται ο ένας στα μάτια του άλλου και ψιθυρίζουν λόγια που στάζουν μέλι. Κάνουν μονίμως σχέδια και χαϊδεύονται διακριτικά ή αδιάκριτα. Κάνουν ζήλιες ο ένας στον άλλο, αν η ματιά τους ξεφύγει και διασταυρωθεί με κανενός άλλου επιβάτη, το νιαούρισμα πάει σύννεφο. Αν μπορούσαμε να δούμε το μυαλό τους, θα βλέπαμε μπόλικες δυάδες κάθε λογής. Για εκείνους όλα φτιάχτηκαν για να τα ζήσουν μαζί.

 

3. Οι αφηρημένοι

Δεν περπατούν. Περιπλανιούνται –συνήθως με το κεφάλι σκυφτό– χαζεύοντας αδιαλείπτως το κινητό τους, μια κλωστή που κρέμεται απ’ το μπλουζάκι τους, το μανό που χάλασε στο νύχι τους, ένα πλυμένο χαρτάκι που βρήκαν μέσα στην τσέπη τους. Πού και πού σαν χαμένοι σηκώνουν το βλέμμα χωρίς να εστιάζουν πουθενά.

Κινούνται σαν μεθυσμένοι κι εμποδίζουν ενοχλητικά τους περαστικούς. Μες στο βαγόνι καμιά φορά παραμιλούν και συνήθως στέκονται μες στη μέση χωρίς λόγο κι αιτία. Απομονώνονται σε ένα ζευγάρι ακουστικά και μαντεύεις πως αν τους μιλήσεις, μάλλον θα τους τρομάξεις. Το μυαλό τους; Φαντάζει αποκομμένο απ’ το σώμα. Αλλού πατούν κι αλλού βρίσκονται με λίγα λόγια.

 

4. Οι πολυλογάδες

Για πρωινό γλιστρίδα; Ποιος ξέρει ο καθένας τι ορέξεις έχει! Δεν καταλαβαίνουν από κούραση, δεν απολαμβάνουν την ησυχία. Μιλούν συνέχεια και για τα πάντα. Ξέρουν όλα τα νέα –από πολιτική μέχρι show biz– και φυσικά έχουν άποψη και θέλουν να τη μοιραστούν με όλους τους επιβάτες. Πιάνουν κουβέντα με όποιον τύχει να σταθεί κοντά τους ή απλώς μιλούν ακατάπαυστα στο κινητό τους, αφήνοντας τους υπόλοιπους να απορούν τι εταιρία κινητής έχουν τέλος πάντων και δε χάνεται το σήμα ούτε μες στη σήραγγα.

Πιάνονται απ’ το παραμικρό ερέθισμα κι ανοίγουν συζητήσεις που κάνουν τα λίγα λεπτά της διαδρομής να μοιάζουν αιώνας. Η ζωή τους γίνεται ριάλιτι για τους υπόλοιπους επιβάτες που κατεβαίνουν στην επόμενη στάση με την περιττή πληροφορία πως έκοψε το αβγολέμονο στους λαχανοντολμάδες της κυρά-Μαρίας. Το μυαλό τους; Σωστό δελτίο ειδήσεων.

 

5. Οι φορτωμένοι

Δεν ξέρεις αν μετακομίζουν παίρνοντας το μετρό ή αν φεύγουν για κανένα μήνα απ’ την Αθήνα. Μαντεύεις πως κάποιοι πηγαίνουν απλά στη δουλειά τους, αλλά για κάποιον παράξενο λόγο κουβαλούν και την προίκα τους μαζί. Ένα σακίδιο στην πλάτη με βιβλία, μια τσάντα στο χέρι με πορτοφόλι, λεφτά, κινητό κτλ, μια άλλη με το μεσημεριανό, μια ομπρέλα περασμένη στον καρπό, μια σακούλα με ψώνια, μια άλλη με χαρτούρα, ένα μπουφάν περασμένο στον αγκώνα για μια ώρα ανάγκης.

Σε πρώτη όψη θες να τους δώσεις ένα χέρι βοηθείας, αλλά αν τα ξεφορτώσουν όλα αυτά, άντε να τα ξαναπιάσουν μετά. Δε χωρούν πουθενά και πιέζουν τους γύρω τους με τα μπαγκάζια. Φυσικά δεν περισσεύει ούτε δάχτυλο να κρατηθούν κι απλά κάνουν σερφ προσπαθώντας να ισορροπήσουν στα πόδια τους καθώς το μετρό κινείται. Και το μυαλό του φαντάζει χάος. Όπως κι οι τσάντες τους.

 

6. Οι γκρινιάρηδες

Κάνουν τις Δευτέρες ακόμη χειρότερες απ’ όσο είναι από μόνες τους. Τους ενοχλούν τα πάντα και δεν το κρύβουν. Ζεσταίνονται και κρυώνουν σε εναλλαγές, τα βάζουν με θεούς και δαίμονες για την κατάσταση στις συγκοινωνίες, παραπονιούνται για τον άστατο καιρό, κάτι πάντα τους βρομάει και βάζουν το μανίκι μπροστά στη μύτη τους τάχα για να τους μοσχοβολήσει το μαλακτικό και κοιτάζουν με μισό μάτι τους υπόλοιπους.

Συνήθως είναι μικροβιοφοβικοί, λες κι οι ίδιοι είναι αποστειρωμένοι. Μπορούν να τσακωθούν για οτιδήποτε, ξεφυσούν δίχως αύριο κι υποψιάζεσαι πως δε θέλουν ποτέ να ξαναμπούν στο μετρό. Κι εμείς διαλέγουμε να μην μπούμε καν στο μυαλό τους, γιατί δεν αντέχουμε τις τόσες ενοχλήσεις.

 

7. Οι διαβαστεροί

Δε ζαλίζονται. Ξέρουν απ’ έξω κι ανακατωτά τις διαδρομές και περπατούν με τα μάτια καρφωμένα σε μια εφημερίδα, ένα βιβλίο, ένα e-book, ένα φυλλάδιο που τους μοίρασε κάποιος στην είσοδο του μετρό. Με τα γυαλιά τους στη μύτη αδιαφορούν για οτιδήποτε διαδραματίζεται γύρω τους. Απορροφούνται σε αυτά που διαβάζουν κι αφήνουν τους γύρω τους να ξεκλέβουν κανέναν τίτλο. Το μυαλό τους; Γράμματα και σημεία στίξης.

 

8. Οι υπναράδες

Πάντα εξαντλημένοι ή πάντα αρμονικοί; Έχουν σίγουρα τον ύπνο στο τσεπάκι. Μπορούν να κοιμηθούν κυριολεκτικά όρθιοι, χωρίς να καίγεται καρφί. Πού και πού γέρνουν μονάχα ή τους ξεφεύγει κανένα ροχαλητό. Τα χέρια χαλαρώνουν και το εισιτήριο οριακά παραμένει στην παλάμη τους. Κάποιοι στηρίζουν το κεφάλι τους στο παράθυρο κι αυτό τραμπαλίζεται σε κάθε κίνηση του συρμού.

Κινούνται με ένα φορητό μάλλον gps, που ξέρει να τους ξυπνά λίγα δευτερόλεπτα πριν φτάσουν στον προορισμό τους. Αδιαφορούν για πάσης φύσεως ήχο κι απλά χαλαρώνουν όσο προλαβαίνουν. Το μυαλό τους; Κοιμισμένο μάλλον όπως κι οι ίδιοι.

 

9. Οι τουρίστες

Βαλίτσες, χάρτες, παντόφλες, μαγιό, καπέλα και φωτογραφικές μηχανές. Ακαταλαβίστικες γλώσσες, ηλιοκαμένα δέρματα, αλλιώτικα χαρακτηριστικά στο πρόσωπο, βλέμματα που απορούν αν έχουν μπει στον σωστό συρμό και μπόλικος ενθουσιασμός. Παιδιά σε μάρσιπο, σακίδια στην πλάτη κι εξερευνητικό look. Συνήθως κάνουν διευκρινιστικές ερωτήσεις στους υπόλοιπους επιβάτες, οι οποίοι μαντεύουν μέσα απ’ την ακαταλαβίστικη προφορά τους πως ψάχνουν την Ακρόπολη. Αν μπαίναμε στο μυαλό τους, μάλλον θα βλέπαμε χρήματα και μέρες αδείας. Κι εμάς μας λείπουν και τα δύο.

 

10. Οι μυστήριοι

Αχαρακτήριστοι. Τίποτα πάνω τους δε σε προϊδεάζει για την καταγωγή ή τον προορισμό τους, τη διάθεσή τους ή την κατάσταση της ζωής τους. Έχουν κενό ή βαθύ ύφος, κάτι από φιλοσοφία στο βλέμμα και δεν μπορείς να μαντέψεις τι τους απασχολεί. Δεν ξέρεις καν αν έτσι είναι απ’ τη φύση τους ή απλά προσποιούνται. Στέκονται όρθιοι κι αγέρωχοι και δεν αντιδρούν σε τίποτα γύρω τους. Θα έλεγες πως είναι στον κόσμο τους, αλλά ούτε και γι’ αυτό είσαι βέβαιος.  Σε μαγνητίζουν με κάποιον τρόπο που δεν καταλαβαίνεις κι απλά κατεβαίνουν στον επόμενο σταθμό σαν να μην υπήρξαν ποτέ στο βαγόνι. Αν μπορούσες να μπεις στο μυαλό τους φοβάσαι πως θα ερωτευόσουν ή θα ξενέρωνες.

Next station?

Συντάκτης: Εβίτα Λυκούδη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη