Λένε πως είμαι καλή ηθοποιός. Το να μου εμπιστεύονται δε, ρόλους ζωής το έβρισκα ανέκαθεν τιμητικό. Αλλά δεν είχαν πάντοτε όλοι μου οι ρόλοι πόζα και στολίδι επί σκηνής. Για αυτό και μου έχει τύχει να θέλω να εγκαταλείψω το σανίδι, πριν καν αρχίσει η διανομή- τόσο ασύμβατη με το ρόλο με έκρινα δηλαδή.
Ήταν, θυμάμαι, μια ανέφελη φάση ζωής, όταν από το πουθενά, μου προέκυψε μια θέση εν δυνάμει μητέρας. Για την ακρίβεια, ρόλος μητριάς. Και μόνο που αναφέρω τη λέξη, με πιάνει ταραχή. Δε χρειάζεται να μπω σε λεπτομέρειες για το πώς προέκυψε αυτό-ένας έρωτας με κάποιον που έχει ήδη προλάβει να γίνει πατέρας αρκεί.
Ταραχή με κατέλαβε, εκτός λοιπόν από δόξα και τιμή, σαρώνοντας εν συντομία στο μυαλό μου, πόσο ασαφείς και συνάμα απαιτητικές έστεκαν απέναντι μου, αυτού του έργου οι προδιαγραφές.
Η απόσταση ανάμεσα σε μένα και σε αυτά τα παιδιά, θα παρέμενε στο διηνεκές του χρόνου, η ιστορία των πραγματικών τους γονιών. Καθόλου δεν την έβρισκα ρομαντική μια τέτοια οικογενειακή αρχή. Εγώ θα ήμουν πάντοτε η «Άλλη» και στην καλύτερη περίπτωση η «γυναίκα του μπαμπά».
Δεν ήμουν και δεν θα γινόμουνα, για εκείνα, ποτέ Μαμά. Θα ήμουν πάντα Εκείνη που θα αγνοούσα λεπτομέρειες και κώδικες και μυστικά, κάθε ιστορίας που κουβαλούσαν τα παιδιά. Που εμφανίστηκα μια μέρα από το πουθενά, αμήχανα και καθόλου μαγικά. Που μέχρι τότε για ξένοιαστη τριγυρνούσα και άθελα μου βρέθηκα σε ένα κήπο με παιδιά. Άγνωστα εντελώς.
Οι οδηγίες για την περίπτωση μου θα ήταν σαφείς: Χρειαζόταν να αποφασίσω άμεσα τι θέλω και τι μπορώ. Βασικά ήθελα να είναι η γνώμη μου σεβαστή. Αλλά δε μπορούσα να το επιβάλλω αυτό. Μόνο με πράξεις να το αιτηθώ, ελπίζοντας πως θα είχε και για μένα ο Θεός. Θα ήθελα επίσης να είμαστε όλοι χαρούμενοι από την αρχή. Μα αυτό μονάχα ο χρόνος το μπορεί. Και πάλι δεν το εγγυάται κανείς.
Και στο μεταξύ, τι; Να μάθαινα να μη σκορπίζομαι ανάμεσα στα πρέπει και τα μη. Να περνάω με επιτυχία τα τεστ. (Αν και καλύτερα να μη χρειαζόταν να περάσω από κανένα τεστ, αλλά ήξερα ότι θα ήταν φύση αδύνατο να πραγματοποιηθεί τέτοια ευχή).
Τουλάχιστον να με αποδέχονται και να μην με συγκρίνουν με την αληθινή τους μαμά. Στο σημείο αυτό θα έπρεπε να θυμάμαι να μην απογοητεύομαι εύκολα. Να παραμένω δυνατή, δίχως όμως να μοιάζω απειλητική.
Και φυσικά ούτε κατά διάνοια να γίνω ανταγωνιστική. Να τείνω πρώτη το χέρι για ανακωχή. Κι αν ακόμη η πρώην μού ήταν αντιπαθητική. Δεν θα ήταν έξυπνο να συμμετέχω σε παιχνίδια εξουσίας, αυτονόητο αυτό.
Θα χρειαζόταν και να είμαι υπομονετική. Να παραμένω φιλική, παρότι γνώριζα πως φίλη δεν θα ήμουν ποτέ. Να μην παραλείπω να είναι διακριτική και ψύχραιμη. Να τα καταφέρνω και στο ρόλο του διαιτητή, αν ο μη γένοιτο χρειαστεί.
Θα υπήρχαν οπωσδήποτε και οι καλές στιγμές. Θα γινόμουν η ψυχή του παιδικού πάρτι, ο κλόουν, η μαγείρισσα, ακόμη κι ο μπόγιας στην αυλή. Θα ανακάλυπτα οικογενειακούς προορισμούς για διακοπές, αποχαιρετώντας με σθένος τη Μύκονο διά παντός.
Κυρίως όμως, χρειαζόταν να ξέρω, που θα περίσσευα και που θα χωρούσα, στο εξής.
Οπωσδήποτε περίσσευα ως μάνα, αλλά ως γυναίκα ικανή να τους φροντίσει όλους, όλο και κάπου θα χωρούσα με πυγμή. Δίχως όμως να μπαίνω σε ξένα χωράφια και να γίνομαι αδιάκριτη, όπως θα ένιωθε εξ ορισμού να κάνει μια μάνα αληθινή.
Μόνο που οι μαμάδες αυτού του κόσμου και λάθη τραγικά να κάνουν, το πολύ να καταλήξουν σε κάνα ανέκδοτο με ζακέτες πρωταγωνιστές. Οι μητριές όμως, όταν μπαίνουν σε παραμύθια, παίρνουν πάντα το ρόλο της κακιάς, θα το έχετε φαντάζομαι προσέξει αυτό.
Αν με ρωτάτε, σε μένα ποτέ δεν άρεσε να είμαι η κακιά κι ας λένε οι φήμες το αντίθετο περί αυτού. Να σκεφτείτε, ούτε καν σκέφτηκα να ζητήσω από τα κακόμοιρα τα παιδιά να μαζέψουν τις στάχτες από το τζάκι, καμιά φορά.
Και βέβαια, ποτέ δε νοιάστηκα να γίνω βασίλισσα στη θέση κανενός. Για αυτό και δεν τον αποδέχτηκα το ρόλο εκείνο τελικά. Προτίμησα να μην παίξω στο έργο και να ξοδέψω το χρόνο μου σε πράγματα πιο δημιουργικά.
Όπως ταίριαζαν στην ηλικία και τις αντοχές μου, εκείνο τον καιρό. Κοιτώντας, για παράδειγμα, όλη νύχτα, τον άνεμο να σκορπίζει τις στάχτες γύρω από το τζάκι, όπου συνήθιζε να καίει μια μικρή φωτιά. Βλέπετε, οι ευθύνες μιας ξένης οικογένειας ρίχνονται πιο εύκολα στη φωτιά.