Τα τελευταία Χριστούγεννα τα πέταξα στη φωτιά.
Μαζί τους κάηκαν όμορφα κι όλα τα υπόλοιπα που μου θύμιζαν εσένα: η κιθάρα που μου σκάρωνες τραγούδια τα πρωινά, τα εισιτήρια για τα Βιέννη, όλα τα ψέματά σου και τα μυστικά.
Φέτος όμως, θα το πάρω αλλιώς.
Θα τυλίξω με μεταξωτή κορδέλα ένα κομμάτι χαρτί και μέσα θα γράψω με κόκκινο στυλό: «Τη συγγνώμη που μου ζήτησες, στην έχω δώσει από καιρό»
Ελπίζω να βρεις το δώρο μου στην πόρτα σου, μαζί με τα κάλαντα, ένα πρωί. Όσο για μένα, δε χρειάζεται να με δεις.
Τίποτα από σένα δε θέλω, ούτε καλό ούτε κακό. Δεν την αντάλλαξα τη συγνώμη μου, σου τη χάρισα για να ελευθερωθώ.
Ούτε ξέχασα δήθεν τι συνέβη, απλά έπαψα για ό ,τι πέρασε να πονώ. Η αλήθεια είναι πως πολλές βραδιές ξενύχτησα ψάχνοντας τρόπο βάναυσα να σε σκοτώσω, ίσα για να σε εκδικηθώ.
Φανταζόμουν να σου ξεσκίζω το λαρύγγι και πάνω σου να στήνω χορό. Να γδέρνω με τα χέρια μου το πτώμα σου, ενώ ακόμη ήταν ζεστό. Οτιδήποτε για να δικαιωθώ.
Κι έπειτα με αντίκριζα στο καθρέφτη, μόνη κι ολόιδια με ουρλιαχτό. Το δίκιο που έψαχνα, δεν ήταν πουθενά. Πόνο έβρισκα μονάχα, μεταμφιεσμένο σε θυμό.
Το λάθος μου ήταν που περίμενα από σένα πολλά. Αυτό συμβαίνει, όταν φορτώνουμε τους ανθρώπους με προσδοκίες: καταλήγουμε με αναφιλητά. Δε γίνεται να αλλάξουμε το παρελθόν, αλλά υπάρχουν φορές, που η μόνη λύση είναι να συμφιλιωθούμε με αυτό.
Έτσι, νομίζω, λυτρωνόμαστε από το θυμό.
Συνειδητοποιώντας πόσο σε άφησα να με πονέσεις, άρχισα νομίζω και να σε συγχωρώ.
Για αυτό και είναι δύσκολο να συγχωρούμε, επειδή η συγχώρεση απαιτεί να θυμηθούμε και να πονέσουμε ξανά. Και κάπως έτσι να εγκαταλείψουμε την εικόνα του αλώβητου εαυτού.
Μου πήρε χρόνο να καταλήξω πού έφταιγα και πού όχι, στα λάθη σου, δεν είχα ανάμειξη εγώ.
Και ξέρεις τι θέλω να σου πω;
Κατά βάθος ήξερα που κρυβόντουσαν τα ψέματα από την αρχή, αλλά γούσταρα λίγο να με κοροϊδέψω κι εγώ: Στα δανεικά να γεμίσει η ψυχή μου με φως.
Γι’ αυτό και πριν συγχωρέσω εσένα, έπρεπε να με συγχωρέσω εγώ.
Επειδή ίδια επέτρεψα να προδοθώ. Πανηγυρικά συμμετείχα, όταν αφέθηκα σε σένα, δίχως να προστατευτώ.
Έτσι θυμήθηκα πως όσο κι αν μοιάζουμε οι άνθρωποι διαφορετικοί, είμαστε όλοι σε λάθη επιρρεπείς.
Γι’ αυτό και ό, τι δυσκολευόμαστε περισσότερο να συγχωρήσουμε, είναι εκείνο που μας δίνει το μεγαλύτερο μάθημα στη ζωή.
Κανένας μας δεν είναι από τη φύση του κακός. Καθένας κουβαλάει το δικό του σταυρό και για να αντέξει το βάρος τραβάει όποιο μονοπάτι εμπρός του βρεθεί.
Εμείς για λίγο περπατήσαμε στον παλιόδρομο μαζί.
Λένε πως οι μόνοι που δε μετανιώνουν για το παρελθόν είναι οι ανόητοι και οι τρελοί. Μα αν είχα την ευκαιρία, τίποτα δεν θα άλλαζα από αυτή τη διαδρομή.
Κι ας μην είμαι σίγουρη αν βαριανασαίνοντας ανταλλάξαμε περισσότερα ψέματα από όσα μυστικά.
Πάντα θα υπάρχει κάτι για να σου πω «σε ευχαριστώ».
Κυρίως επειδή εξαιτίας σου ανακάλυψα μέσα μου ένα μικρό θεό. Λένε πως δεν υπάρχει ωραίος τρόπος για να σκοτώσει κανείς. Λάθος.
Εγώ όμορφα σε σκότωσα κι έτσι όμορφα συνεχίζω να ζω.
Όσο για το θεό μέσα μου, τον είχα συνεργό…