Και να, που κάπως κατέληξαν πια τα πράγματα κι έφτασε η ώρα του χωρισμού. Βρίσκεσαι, πλέον, εσύ στη θέση αυτού που το ζητάει γιατί δεν πάει άλλο να το σκέφτεσαι συνεχώς. Και πάνω που περιμένεις από τον άλλον μια αντίδραση, να κάνει μια σκηνή, κάπως να προσπαθήσει να σε κρατήσει, να μην πιστεύει στα μάτια του και να φέρει χαμό και πανικό μ’ αυτό που μόλις ξεστόμισες, έκπληκτα διαπιστώνεις το ακριβώς αντίθετο. Έναν άνθρωπο που είναι οκ με αυτή την απόφαση. Που τη δέχεται αβίαστα και σου εύχεται καλή τύχη κι ό,τι καλύτερο από εδώ και πέρα κι έτσι απλά, φεύγει από τη ζωή σου. Χωρίς καμία σκηνή, κανένα δράμα, ούτε καν το παραμικρό ενδιαφέρον να ρωτήσει πώς πήρες αυτή την απόφαση.
Τι ήταν αυτό που μόλις συνέβη; Τόσο καιρό δηλαδή που βασανιζόσουν πώς θα το επικοινωνήσεις, μήπως η άλλη πλευρά προετοίμαζε το ίδιο; Και γιατί δε σε διεκδικεί; Κάτσε, ήθελες να σε διεκδικήσει; Ξεκινάς από την ανάλυση και φτάνεις στην υπερανάλυση για όλα όσα συνέβησαν μέχρι να καταλήξεις να πάρεις μια τέτοια απόφαση και ξαφνικά σου γυρνάει μπούμερανγκ όλη αυτή η θεωρία που έχεις φτιάξει στο μυαλό σου. Εκεί που περίμενες από τον άλλον να κάνει σκηνή και να ξοδέψει ώρες και μέρες να προσπαθεί να σε πείσει ν’ αλλάξεις γνώμη, ξαφνικά βρίσκεσαι να σου δίνει και τις ευλογίες του. Έχεις μείνει μ@λ@κ@ς, κυριολεκτικά με το στόμα ανοιχτό, με την απορία του τι έγινε τώρα, τι πήγε λάθος και γιατί αυτή η συμπεριφορά.
Ένας χωρισμός είναι σίγουρα από τις πιο δύσκολες αποφάσεις που μπορεί να πάρει κάποιος στη ζωή του. Καλείται να διώξει από κοντά του τον άνθρωπο που είχε μοιραστεί μαζί του τόσα πράγματα, που ήταν μέρος της ζωής του και μάλιστα σημαντικό. Αυτός που παίρνει την απόφαση να χωρίσει τον άλλον το έχει σκεφτεί ξανά και ξανά, ώσπου έρχεται κάποια στιγμή που απλώς δεν μπορεί να συνεχίσει να το σκέφτεται και περνάει στον πράξη. Θέλει και ψάχνει κάτι διαφορετικό κι αυτό είναι προφανώς δικαίωμα όλων. Ωστόσο, το ότι αποφασίζεις να χωρίσεις δε σημαίνει πάντα πως είσαι κι έτοιμος να το εφαρμόσεις. Έτσι, πολλές φορές μπορεί να γίνει από αντίδραση, από εκδίκηση, να είναι απλώς ένα καμπανάκι ή ένας μοχλός πίεσης.
Έτσι, ενδεχομένως και χωρίς να το αντιλαμβάνεσαι καν, περιμένεις μια αντίδραση στη δράση σου που θα σου επιβεβαιώσει πως έκανες λάθος στην απόφασή σου να αφήσεις τη σχέση ή μια αντίδραση που θα θρέψει τον εγωισμό σου και θα σε βοηθήσει να εξακριβώσεις πως ναι, όντως ήσουν αναντικατάστατος. Περιμένεις από τον άλλον να σε παρακαλέσει ν’ αλλάξεις γνώμη, να το ξανασκεφτείς, να κάνετε άλλη μια προσπάθεια, να το παλέψετε κι άλλο. Σίγουρα αυτό που δεν περιμένεις είναι να το δεχτεί αμέσως, χωρίς κανέναν ενδοιασμό, καμία συζήτηση και να είναι οκ με αυτή την απόφαση. Γιατί τότε, νιώθεις σαν να σε κοροϊδέψανε- πράγμα προφανώς αστείο.
Έτσι, εκεί που λες πως θα λυτρωθείς με αυτή την απόφαση που πάλευες να πάρεις τόσο καιρό, είσαι εσύ που τελικά αναθεωρείς όλα όσα πίστευες μέχρι τη συγκεκριμένη στιγμή. Αντί να νιώθεις όλη αυτή την ανακούφιση, μένεις ξαφνικά με την απορία κι ακόμα περισσότερες σκέψεις από πριν, σχετικά με το τι μπορεί να άλλαξε στην πορεία και κατέληξε να είναι τόσο αδιάφορο το γεγονός ότι ζητάς να χωρίσετε.
Όσο καλά κι αν νομίζουμε πως ξέρουμε έναν άνθρωπο, είμαστε πολύ βαθιά γελασμένοι αν θεωρούμε πως μπορούμε να προβλέψουμε τις σκέψεις και τις αντιδράσεις του στο σύνολό τους, σύμφωνα με τον τρόπο που εμείς αντιδράμε και σκεφτόμαστε. Κι αυτό είναι και το πιο θλιβερό της ιστορίας μας με τον άνθρωπο που κάποτε θεωρούσαμε τον ιδανικό, τον πιο δικό μας, τον απόλυτο σύντροφο, φίλο, τη μοναδική μας αγάπη. Πως περιμένουμε να μας κρατήσει την ώρα που εμείς ετοιμαζόμαστε να τον αφήσουμε κι όταν αυτό δε συμβαίνει, πέφτουμε από τα σύννεφα. Κι αν αλλιώς τη σχεδίαζες τόσο καιρό αυτή την ιστορία κι αλλιώς κατέληξε, ίσως θα πρέπει να σκεφτείς πως υπολόγιζες δίχως τον ξενοδόχο. And that’s all folks.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου