Όλοι μας ζητάμε συμβουλές. Άλλοι πιο επιτακτικά, άλλοι πάλι κρατώντας έναν δισταγμό. Σε κάθε περίπτωση, μια κουβέντα από έναν στενό μας φίλο είναι πάντα ευπρόσδεκτη και συχνά απαραίτητη. Ακούμε τους φίλους, λες και μας κάνουν μάγια. Απευθυνόμαστε σε αυτούς για κάθε μας μικρό ή μεγάλο πρόβλημα λες κι είναι ψυχοθεραπευτές, ή έστω σαν να έχουν ζήσει δέκα ζωές, ενώ πάνω κάτω έχουμε τις ίδιες εμπειρίες.
Κι εννοείται ο καλός ο φίλος θα δώσει τη συμβουλή, θα κάτσει αμίλητος δύο ώρες να ακούσει το πρόβλημά μας, θα αντέξει την γκρίνια μας, θα σκεφτεί κι ανάποδα αν χρειαστεί για να μας καθοδηγήσει με τον σωστότερο τρόπο στη λύση του οποιουδήποτε θέματος. Τους εκτιμάμε τους φίλους μας, τους αγαπάμε που μας βοηθούν, τους χρωστάμε αμέτρητες χάρες κι εκείνοι αντίστοιχα. Υπάρχει όμως η πιθανότητα, όσο και αν δε θέλουμε να το σκεφτόμαστε, να μας δίνουν συμβουλές αντιμετωπίζοντάς μας σαν πειραματόζωα;
Ο φίλος θα δώσει μια συμβουλή που πιστεύει ότι είναι καλή κι αν σε δει να σκαλώνεις, θα σε πιέσει με τον πιο όμορφο τρόπο για να σε οδηγήσει σε αυτό που θεωρεί εκείνος σωστό. Αν αντιστρέφονταν όμως οι ρόλοι, εκείνος θα έκανε το ίδιο; Θα τολμούσε να συμβουλέψει τον εαυτό του το ίδιο πράγμα; Ή επειδή είναι τρίτος στην όλη ιστορία, τού είναι εύκολο να βρίσκει λύσεις, ακόμα και μη βιώσιμες αντικειμενικά;
Λαμβάνει υπόψιν τις δικές σου ανασφάλειες, τον δικό σου χαρακτήρα, τα δικά σου όρια; Ή επειδή εκείνος έχει έναν Χ χαρακτήρα, σκέφτεται με τον τρόπο που θα δρούσε κι εκείνος σε ανάλογη περίπτωση; Μπαίνει στα παπούτσια σου; Ή τα βλέπει όλα επιφανειακά, θεωρώντας το πρόβλημά σου άκρως αντιμετωπίσιμο μόνο και μόνο επειδή δεν είναι δικό του;
Μπορεί να ακούγεται σαν μια πολύ σκληρή αλήθεια ή ακόμα και υπερβολή, αλλά στη θέση του φίλου αυτού μπορεί να έχουμε μπει όλοι ανά καιρούς. Δεν είναι το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο να νιώσεις το πρόβλημα κάποιου σαν να είσαι αυτός ο κάποιος. Οι εμπειρίες σου, η «φάση» σου, τα πιστεύω σου σε επηρεάζουν σε κάθε συμβουλή που δίνεις, επειδή ίσως είναι αυτό που θα έκανες εσύ. Ή μάλλον, αυτό που θα επιθυμούσες να μπορείς να κάνεις κι ίσως να μην κατάφερες.
«Μη στεναχωριέσαι, θα περάσει». Πόσες φορές πέρασε κάτι επειδή σου είπε κάποιος ότι θα περάσει;
«Αν δε σου αρέσει η δουλειά σου παραιτήσου!» Σωστά, και μετά θα τρώμε κονσέρβες και θα είμαστε με κεριά στο σπίτι.
«Έλα μωρέ, στείλε το μήνυμα, το πιο άσχημο που μπορεί να συμβεί είναι να μην απαντήσει». Για σένα βέβαια, αυτό μπορεί να είναι το τέλος του κόσμου.
Εκείνος όταν στεναχωριέται, όταν αγχώνεται ή όταν αφήνεται στο «διαβάστηκε», λέει τα ίδια στον εαυτό του; Αν τα έλεγε και τα εφάρμοζε, ίσως να μπορούσε να βρει το πρακτικό κομμάτι των συμβουλών αυτών και να δει και τη ρεαλιστική δυσκολία. Όμως, στην πραγματικότητα, στρέφεται σε εσένα να τον συμβουλέψεις. Κι εσύ ίσως του λες τα ίδια. Άρα δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος συμβουλών ανέφικτων, ονειρικών μεν, αλλά επιστημονικής φαντασίας δε.
Δεν είμαστε κακοί άνθρωποι που το κάνουμε αυτό, αν το κάνουμε. Λέμε πράγματι αυτό που πιστεύουμε ότι είναι σωστό να γίνει, την καλύτερη δυνατή κίνηση που έχουμε σκεφτεί. Προσπαθούμε να δείξουμε στον φίλο μας ποιος είναι ο άσσος που έχει στο μανίκι και μπορεί να χρησιμοποιήσει υπέρ του. Είμαστε μαζί του, ομάδα, αυτό δε διαπραγματεύεται.
Μα, κατά βάθος, μια τολμηρή συμβουλή κρύβει και μια πιο γκρίζα σκέψη από πίσω. «Αν ακολουθήσει ο άλλος τη συμβουλή μου -και πάει καλά- τότε ίσως το προσπαθήσω κι εγώ, θα έχω τη βεβαιότητα, θα μου δώσει αυτοπεποίθηση. Αν πάλι πάει κατά διαόλου, θα κινηθώ αντίθετα σε αντίστοιχη περίπτωση». Γι’ αυτό και η χρήση της λέξης «πειραματόζωο». Μπορεί να έχεις γίνει ή μπορεί να έχεις κάνει κάποιον. Τουλάχιστον το κάνεις με τις καλύτερες προθέσεις κι οι άλλοι το ίδιο. Ίσως στην επόμενη συμβουλή που θα δώσεις, να μπορέσεις να πας ένα βήμα παρακάτω τη σκέψη σου και να δώσεις βάση στον συναισθηματισμό και την ευάλωτη κατάσταση του φίλου σου ,πριν πεις αυτό που πιστεύεις. Ίσως πάλι και το να σκεφτόμαστε ιδανικά, είναι ένα συνώνυμο της φιλίας. Γιατί στο μυαλό μας εκείνοι είναι οι σούπερ ήρωες.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου