Νιώθουν κι οι δύο να είναι φυλακισμένοι, σε μια σχέση κομμένη και ραμμένη για κάποιον άλλον, όχι εκείνους. Πώς μπλέξανε έτσι; Πώς είναι δοσμένοι σε τρίτα άτομα, που δεν τους συμπληρώνουν, που δεν τουε κατανοούν; Και τι να κάνουν γι’ αυτό; Μπορούν να παρατήσουν αυτά που έχουν χτίσει με τους υποτιθέμενούς τους έρωτες; Ή μήπως πρέπει να υπομείνουν, γιατί μπόρα είναι και περνάει, αυτό το ατελείωτο πάθος, κι αντ’αυτού να μην είναι εγωιστές κι αχόρταγοι, εκτιμώντας πού και πού την αγάπη που ήδη τούς προσφέρεται απλόχερα;

Μα όποιος κι αν μας μιλήσει για λογική, όλοι ξέρουμε ότι το πάθος κι ο έρωτας ανεβαίνουν θριαμβευτικά πρώτα στο βάθρο. Ναι, έχουν κι οι δύο τα ταίρια τους και κανείς μπορεί και να τούς ζήλευε. Συνολικά τέσσερα άτομα χαρούμενα. Φαινομενικά κι οι τέσσερις ζουν τον έρωτα. Αντικειμενικά, κανένας. Αφού οι δύο κοροϊδεύουν κι οι άλλοι δύο κοροϊδεύονται.

Να το πάμε από την αρχή. Χ και Ψ σε σχέση. Α και Β επίσης. Χ και Α θέλουν να είναι μαζί. Ψ και Β, sorry. Δε φταίει κάποιος. Δεν κρίνουμε κανέναν. Συμβαίνουν αυτά. Χ και Α θα μπορέσουν να είναι μαζί μόνο μετά την πυροδότηση δύο χωρισμών. Και πες ότι αυτό συμβαίνει εν καιρώ. Πες επίσης ότι αυτό γίνεται ταυτόχρονα και σύμφωνα με το πλάνο. Όλα βαίνουν καλώς και Χ και Α είναι πλέον μαζί, το ζουν στο έπακρο κι όλα γύρω τους είναι ρόδινα.

 

 

Κάπου όμως το πράγμα κολλάει. Μετά από έναν χωρισμό, ο άνθρωπος θέλει το δεκαπεντάλεπτο διάλειμμά του, να έχει λίγο χρόνο να ανασκουμπωθεί, να πάρει τα πάνω του, να σκεφτεί, να εκτιμήσει τις καταστάσεις. Δεν είναι η φάση game over και restart. Η φάση είναι quit κι όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή try again. Και στην περίπτωση των Χ και Α μιλάμε για restart πριν καν το παιχνίδι λάβει τέλος. Προετοιμασμένη σχέση πριν καν τελειώσουν άλλες δύο. Μιλάμε για το μπλέξιμο του αιώνα.

Μπορεί το μπλέξιμο αυτό να αξίζει τον κόπο. Να δημιουργηθεί κάτι το όμορφο, το μοναδικό, το συναρπαστικό. Δυο ψυχές να ενωθούν και να κουμπώσουν σωστά αυτή τη φορά.Όσο και αν γνωρίζουν όμως αυτοί οι δύο άνθρωποι ότι έπραξαν σωστά, δεν παύει να είναι ευάλωτοι από τους πρόσφατους χωρισμούς, με τους οποίους άφησαν πίσω τους δύο ανθρώπους που αγάπησαν. Όσο κι αν ξεχνιούνται, όντας ο ένας στο πλάι στον άλλο, δεν παύουν να τους τρώνε οι τύψεις ότι γκρέμισαν κάτι στέρεο για να χτίσουν κάτι αβέβαιο. Είναι σαν να παρατάς την προσωπική σου επιχείρηση που για χρόνια έφτυνες αίμα να φτάσεις ψηλά, για να πας να ανοίξεις ένα κοκτειλάδικο στη Χαβάη, χωρίς να ξέρεις τη γλώσσα και χωρίς plan B.

Κι όμως, όπως πολλοί θα κυνηγούσαν ένα εν δυνάμει άπιαστο όνειρο, έτσι γίνεται και στις σχέσεις. Καμιά φορά το ένστικτό σου υποδεικνύει τον σωστό δρόμο, το μονοπάτι που για πολύ καιρό δε γνώριζες, τη γέφυρα που ήταν μπροστά σου, αλλά αγνοούσες επιδεικτικά. Αυτή που σε πηγαίνει από τη μετριότητα στην ευτυχία. Από την ανεπαρκή σχέση, σε αυτή που πραγματικά ποθείς.

Και σε τελευταία ανάλυση, οι δύο χωρισμοί που προκαλούνται από αυτήν την κατάσταση είναι προτιμότερη έκβαση από την επιμονή σε μια σχέση που θα κολυμπά στην ανειλικρίνεια και πιθανώς, στην απάτη. Πόσο εύκολο θα ήταν Χ και Α να ενδώσουν σε αυτό το πάθος, κρυφά, χωρίς συνέπειες κι αρνητικά συναισθήματα, αθόρυβα, μυστικά;

Πολύ εύκολο, χωρίς να καταλάβει κανείς τίποτα. Όμως, κανείς γνωρίζει πως αυτή η στάση θα είχε έμμεση επίπτωση σε τέσσερα διαφορετικά άτομα. Από όπου κι αν το πιάσεις, επιπτώσεις θα υπάρξουν. Απλώς, ίσως το σενάριο της αλήθειας βοηθήσει στην ταχύτερη επούλωση των τραυμάτων, στην πιο ακέραιη μελλοντική σχέση των ατόμων κι εν τέλει, στην αυτοεκτίμηση και πίστη στον εαυτό του καθενός.

 

Συντάκτης: Ίλυα Τρανούδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου