«Η επιτυχία είναι η μόνη ασυγχώρητη αμαρτία προς τους συνανθρώπους μας». Τους συνανθρώπους εκείνους, που προτιμούν να καταπιούν ένα σμάρι καρφίτσες, παρά να υποψιαστούν μια επιτυχία που φλερτάρει κάποιον άλλον κι όχι τους ίδιους.
Η επιτυχία δε θα σ’ επισκεφτεί ποτέ της ασυνόδευτη. Θα σέρνει μαζί της την κουστωδία του φθόνου και της ζήλειας. Θα φέρει ανθρώπους με προσποιητή, φτιασιδωμένη επιβράβευση για τα κατορθώματά σου κι άλλους, χωρίς ιδιαίτερο ταλέντο υποκριτικής, που θ’ αδυνατούν να ισιώσουν τη στραβωμένη μουτσούνα τους, ακόμη και στο τετ α τετ σας.
Δεν την ανέχεται το πετσί των ανθρώπων την ξένη επιτυχία. Τατουάζ που τους δηλητηριάζει μέχρι και το μεδούλι. Τους θυμίζει τη δική τους ασημαντότητα κι απραγμοσύνη, τα δικά τους όνειρα σε φορμόλη. Η παραμικρή επιτυχία στο πρόσωπό σου αντανακλά στα μάτια τους όλα όσα εκείνοι δεν κατάφεραν μήτε ν’ αγγίξουν. Οδυνηρός καθρέφτης που αντικατοπτρίζει την ατολμία τους και τους στοιχειώνει μ’ ένα «τι θα γινόταν, άραγε, αν κι εγώ είχα προσπαθήσει;».
Είναι να τους λυπάσαι τους ζηλόφθονες. Πνιγμένοι στο μικροαστισμό που τους κατάπιε, θέλουν να παρασύρουν στον πάτο όσους περισσότερους μπορούν, για να ‘χουν συντροφιά στον ωχαδερφισμό τους. Τόσο μόνοι νιώθουν, στην άβυσσο των χαμένων τους ονείρων. Όσο μάλιστα νιώθουν πως υπάρχουν στην επιφάνεια άνθρωποι που πλέουν χορτασμένοι, τόσο περισσότερο πνίγονται.
Είχαν κι αυτοί, βλέπεις, όνειρα. Όνειρα για τα οποία ίσως δε μάτωσαν αρκετά, ίσως κιότεψαν, ίσως και τα παράτησαν σαν αδέσποτα, μετά την πρώτη αποτυχία. Κι αυτή ακριβώς η αποτυχία είναι αυτό που τους χάλασε. Τους έκανε πικρόχολους και μίζερους, επικριτικούς και δηλητηριώδεις. Μια επιτυχία που στεφανώνει τον κόπο σου και τ’ όραμά σου ποτέ δε σ’ αλλοιώνει. Σ’ ανυψώνει κι ευφραίνει την ψυχή σου, σε κάνει ίσως και πιο ταπεινό, είναι ο καλύτερος δάσκαλος για να σου μάθει τι σημαίνει άνθρωπος. Είναι τα ευγενή κίνητρα που δεν αφήνουν τη ματαιοδοξία καν να γεννηθεί.
Η επιτυχία των άλλων θα στέκεται πάντα ψαροκόκαλο στο λαιμό των ανεπαρκών. Δε θα πρόκειται καν γι’ ανταγωνιστές τους, εδώ είναι η μεγάλη πλάκα. Θα ‘ναι απλώς οι άνθρωποι εκείνοι που στη δική σου λάμψη θ’ αντικρίζουν τη θαμπάδα τους. Οι άνθρωποι γιατί-αυτός-κι-όχι-εγώ. Εκείνοι που δε δόθηκαν ποτέ ψυχή τε και σώματι σ’ ένα στόχο κι άφησαν τη ζωή να τους προσπερνά από δεξιά. Τους είναι, επομένως, εξαιρετικά επώδυνο να τους το θυμίζεις με τη δική σου δόξα. Άνθρωποι μπερδεμένοι σαν τυφλόμυγες τα βάζουν με τη μυγοσκοτώστρα κι όχι με το κλειστό παράθυρο της ζωής τους.
Όσοι εχθρεύονται την επιτυχία σου σε θαυμάζουν και σε μισούν, την ίδια στιγμή. Σε θαυμάζουν που τερμάτισες, όσο αυτοί γαντζώθηκαν στην αφετηρία. Σε μισούν για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Δε θα το παραδεχτούν ποτέ. Αντ’ αυτού θα ξεστομίζουν μύριες ιστορίες, για να κοιμίσουν και πάλι σε λήθαργο τα όνειρά τους, που ξυπνάνε απ’ τη δυνατή μουσική των δικών σου.
Μην τους φοβάσαι αυτούς τους εχθρούς. Είναι ανίκανοι να βλάψουν την επιτυχία σου. Είναι ανίκανοι για τ’ οτιδήποτε, απ’ τη στιγμή που έθαψαν τα ίδια τους τα όνειρα για μια καλύτερη ζωή. Αν μπορείς να τους βοηθήσεις, κάντο. Αν είναι τόσο αργά για να σωθούν, χάρισέ τους έστω μια συμπόνια. Δε θα τ’ αντέξουν αλλιώς να σε βλέπουν απ’ το πρώτο σκαλοπάτι, ν’ αγγίζεις τον ουρανό.