Δεν υπάρχει ημέρα από τότε που θυμόμαστε τη ζωή μας, που να μην την είχαμε δίπλα μας. Ο πιο δυνατός άνθρωπος που ξέρουμε. Πάντα εκεί για εμάς, στα όμορφα, στα δύσκολα ακόμη και στα πολύ άσχημα που –σχεδόν– όλοι οι άλλοι μας εγκατέλειψαν. Εκείνη δεν το έκανε. Γιατί εκείνη μας αγαπάει όσο τίποτα άλλο στο κόσμο, μας ξέρει καλύτερα απ’ τον καθένα και δε θα πάψει ποτέ να πιστεύει σε μας και σε όλα αυτά που είμαστε ικανοί να καταφέρουμε.
Δυστυχώς, δεν της το λέμε όσο συχνά αξίζει να το ακούει. Ακόμα χειρότερα, πνιγμένοι στη δική μας καθημερινότητα ξεχνάμε να της το δείξουμε όσο συχνά πρέπει. Το ξέρει μέσα της σίγουρα, μα δε βλάπτει να της πούμε πόσο πολύ την αγαπάμε. Πάντα προσπαθεί να μας προστατέψει, να καταφέρει το καλύτερο για εμάς, ακόμη κι όταν εμείς δεν μπορούμε να το δούμε. Μας φροντίζει όσο κι αν μεγαλώνουμε και δεν παύει να μας σκέφτεται ποτέ.
Για τον καθένα μας η δική του μάνα είναι τέλεια, μα η δική μου είναι, αλήθεια, άπαιχτη. Νέα, κούκλα και δεν έχετε συναντήσει ξανά τόση ενέργεια και δύναμη μαζεμένη σ’ έναν άνθρωπο. Η μαμά μου, όπως κι η δικιά σας μάλλον, από παιδί πέρασε καταστάσεις που δεν εύχεσαι ούτε στο χειρότερο εχθρό, από μικρή άρρωστη και στα νοσοκομεία. Μα δεν είναι αυτοί οι λόγοι που τη λατρεύω.
Είναι που ποτέ δε με άφησε να πονέσω μαζί της, ίσα-ίσα κάθε μέρα χαμογελαστή, να τρέχει να καταφέρει τα πάντα, για να μη λείψει τίποτα. Μου μάθε να θέλω να διαβάζω, να βελτιώνομαι για μένα, με τις ώρες έπαιζε μαζί μου, αλλά πάνω απ’ όλα μου έμαθε πώς είναι να σ’ αγαπούν, ανιδιοτελώς.
Ανιδιοτελής αγάπη είναι μόνο εκείνη της μάνας για το παιδί της -ή τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε να ήταν σ’ έναν ιδανικό κόσμο. Υπήρξα τυχερή. Έτυχα τους καλύτερους γονείς. Άργησα να το δω, μα ήμουν παιδί και τους ζητάω συγγνώμη για εκείνες τις στιγμές που τους έκανα να ανησυχούν, δεν το έκανα εσκεμμένα.
Ακόμα κι εκείνες τις ημέρες που μαλώνω μαζί της, γιατί υπάρχουν κι αυτές, όταν κι οι δύο είμαστε φορτωμένες κι εγώ δεν ξέρω πώς να κρατάω το στόμα μου κλειστό κι εκείνη θα σκάσει αν δε μιλήσει, δεν παύω να την αγαπάω. Μετανιώνω το ίδιο λεπτό του τσακωμού μας, αλλά δεν της το λέω. Ακόμα παιδί είμαι, βλέπετε, και μάλλον κακομαθημένο.
Απλά πού και πού θέλω να ξέρει πόσο εκτιμώ όλα αυτά που θυσίασε και θυσιάζει ακόμα για εμένα. Ξέρω πως είμαι η δύναμή της και θα κάνω τα πάντα για να μην τη χάσει κι έτσι να την έχω κι εγώ όσο γίνεται περισσότερο δίπλα μου. Τρελαίνομαι που δεν μπορώ να την προστατέψω όπως εκείνη κάνει τόσα χρόνια με μένα. Δεν της το έχω πει ποτέ –όπως και πολλά άλλα– μα τρέμω στην ιδέα να τη χάσω. Ποτέ δε θα ‘μαι έτοιμη κι έτσι αναβάλλω τη σκέψη, παρηγορώντας με τη σκέψη πως όλα θα πάνε καλά -αφού είναι η μαμά μου, γίνεται να μην πάνε;
Μαμά, σ’ ευχαριστώ για τη δύναμη, για τις αξίες, που μου έδειξες πώς είναι σ’ αγαπούν και με έμαθες να αγαπάω. Πώς να είμαι άνθρωπος μέσα στην τόση απανθρωπιά. Χρειάζομαι τόμο ολόκληρο για να τα αποτυπώσω στο χαρτί όσα μ’ έμαθες.
Μαμά, σ’ αγαπάω πάνω απ’ όλους και λυπάμαι που δε στο λέω συχνά. Όπως λες κι εσύ, όσοι αγαπούν παιδεύουν.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη