Δεν ξέρω στην πραγματικότητα πόσο διαρκεί ένα όνειρο, έχω την αίσθηση πως ήταν μεγάλο, αλήθεια. Ήταν μεγάλο σε διάρκεια και περιεχόμενο. Σε ονειρεύτηκα και για μια στιγμή το έζησα στ’ αλήθεια. Ήμασταν πάλι εγώ κι εσύ. Αλλά ήταν αλλιώς, ήταν όμορφα.
Πόσες φορές το έχω σκεφτεί και το έχω ονειρευτεί στον ξύπνιο μου να ‘ξερες. Κάθε φορά που το βλέμμα μου χάνεται έξω από το παράθυρο, η δικιά μας μελλοντική συνάντηση, παίρνει σάρκα κι οστά. Ξέρω τι θα μου πεις, βλέπω πολλές ταινίες. Μπορεί και να έχεις δίκιο, απ’ όσο σε γνωρίζω και γνωρίζω και τον εαυτό μου, σίγουρα έχεις δίκιο. Μα δεν πειράζει, καμιά φορά κάνει καλό να ονειρευόμαστε το ακατόρθωτο. Μας δίνει κίνητρο να συνεχίσουμε και μας γεμίζει κουράγιο.
Για να μη χάσω το μυαλό μου, προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου πως δεν μπορεί να συμβεί διαφορετικά. Κάποια στιγμή στη ζωή μου όλα αυτά τα συναισθήματα που έχω για σένα θα βρουν τη λύτρωσή τους. Δεν έχω νιώσει ξανά έτσι για έναν άνθρωπο. Δεν περιγράφεται με όλες τις λέξεις του κόσμου. Αυτό που σίγουρα περιγράφεται εύκολα είναι αυτό που νιώθω μέσα σε όλο μου το σώμα όταν σκέφτομαι πως δε ζω τον έρωτά μου μαζί σου. Ένα κενό, μία απάθεια να κάνω το οτιδήποτε άλλο μέσα στην ημέρα. Κι επαναλαμβάνω στον εαυτό μια λέξη∙ «κρίμα».
Κρίμα να μην μπορώ να σου πιάσω το χέρι και να σου χαϊδέψω το πρόσωπο, λέγοντάς σου πόσο πολύ σε λατρεύω και πόσο δε θέλω να πάθεις κανένα κακό, ποτέ. Κρίμα που τα δύσκολα βράδια δεν μπορώ να σου τηλεφωνήσω και να σου πω ότι σε χρειάζομαι. Κρίμα που δεν μπορείς να κάνεις κι εσύ το ίδιο. Πόσο κρίμα που τις όμορφες μέρες δεν μπορούμε να τις περάσουμε απλά μαζί. Πολλά «κρίμα» μαζεύονται και δεν ξέρω πώς να τα προσπεράσω.
Αρνούμαι να το δεχτώ πως όλα αυτά θα παραμείνουν ανεκπλήρωτα. Πως θα προχωρήσουμε τις ζωές μας χωρίς να τις έχουμε μοιραστεί. Μπορεί να με πεις τρελή, αλλά βλέπω πως και στο ελάχιστο νιώθεις το ίδιο. Κλειστός σαν στρείδι είσαι, σκληρός σαν ατσάλι, μα υπάρχουν στιγμές που δεν μπορείς να κρυφτείς. Κι έτσι μου μεγαλώνεις τ’ όνειρο.
Κι αλήθεια σου λέω, το είδα κι ήταν μαγευτικό. Είχες ωριμάσει κι είχα μεγαλώσει. Είχαμε εξελιχθεί σε όμορφους ανθρώπους, όχι ωραίους εξωτερικά, αλλά όμορφους στην ψυχή και το μυαλό. Είχες καταφέρει όλα εκείνα στη ζωή σου που ονειρεύεσαι και λίγα παραπάνω, όμως δε θα σου τα προδώσω. Δύο τέτοιοι άνθρωποι, δε θα μπορούσαν παρά να συναντηθούν ξανά, πολύ καιρό μετά την τελευταία φορά που αναστάτωσες τη ζωή μου με τα πήγαιν’ έλα σου. Δε θα μπορούσα να κάνω διαφορετικά παρά να σε ερωτευτώ απ’ την αρχή. Και τότε ήρθε, ήρθε η λύτρωση για την οποία σου μίλησα νωρίτερα κι επιτέλους έζησα τον μεγάλο έρωτα μαζί σου.
Πόσο να κράτησε; Τρία, το πολύ τρεισήμισι; Ήταν τόσο δυνατά, τόσο γεμάτα λεπτά, που όταν ξύπνησα κι επέστρεψα στην πραγματικότητα και δεν ήσουν εκεί δίπλα μου, ένα πράγμα μπορούσα να κάνω. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως, μωρό μου, επέλεξες την αρχή και τη μέση, το τέλος μας θα το αποφασίσω εγώ. Δεν μπορείς καν να το φανταστείς, μα σου υπόσχομαι πως θα το λατρέψεις.
Μπορείς τώρα ανέμελος να κλείσεις το φως στο δωμάτιό μου και να κοιμηθείς, ικανοποιημένος που έχεις πάρει την ικανοποίηση που αποζητάς, απορρίπτοντας οτιδήποτε άλλο μπορεί να σε αγγίξει έστω και λίγο παραπάνω. Μπορείς να φύγεις όσο μακριά θέλεις, όποτε θέλεις, γιατί πλέον είμαι σίγουρη. Δε θα βρω πουθενά άλλον σαν εσένα. Δε θα ξανανιώσω έτσι για κανέναν. Θα προχωρήσουμε στις ζωές μας, θα ωριμάσουμε και θα μεγαλώσουμε κι όταν θα είμαστε στα ομορφότερά μας, τότε θα γίνεις δικός μου. Δε γίνεται αλλιώς, άλλωστε. Τώρα το είδα, ξέρω πώς θα είναι και θα το καταφέρω.
Δε θα πιστέψω τους ποιητές που μιλάνε για μεγάλους έρωτες που έληξαν άδοξα. Αυτός εδώ θα βρει τη δική του δόξα.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη