Έχεις νιώσει ποτέ να έχεις πει παραπάνω απ’ αυτά που έπρεπε να πεις; Να έχεις βγει εκτός εαυτού και να έχεις ξεστομίσει λόγια πικρά; Το ένιωσα πρόσφατα κι η αλήθεια είναι πως δε με αναγνώρισα.
Πόσο αλλάζει ο άνθρωπος όταν αγαπά; Πόσο τυφλώνεται απ’ την ένταση, τη ζήλια και τον πόνο που του δημιουργούν οι σκέψεις του; Πάντα θα υπάρχει κι ένα δικαίωμα που δίνεται σε κάθε περίπτωση, αλλά ν’ αλλάζεις τόσο; Να βγαίνεις εκτός εαυτού; Να βρίζεις; Να υποτιμάς; Και φυσικά στο βάθος να πονάς, γιατί τίποτα απ’ όλα αυτά δεν πιστεύεις, τα λες για να εκτονώσεις τον πόνο σου, να βγάλεις την πίκρα σου, να ηρεμήσει το μέσα σου, να εκφραστείς.
Είπα πολλά, το ξέρω. Κι αν δε με συγκρατούσα εκείνη τη στιγμή, θα έλεγα ακόμη περισσότερα. Έβγαιναν λέξεις απ’ το στόμα μου με σκοπό να σε πληγώσω, να σε μειώσω, να σε κάνω να νιώσεις όπως ένιωσα, όταν σκέφτηκα ότι περνούσες υπέροχα σε άλλη αγκαλιά.
Δεν ξέρω, αν ήταν μια συνωμοσία του μυαλού μου ή μια λάθος κατεύθυνση του γυναικείου μου ενστίκτου, αλλά όπως και να ‘χει το πράγμα, όποια κι αν ήταν η επιλογή σου, ό,τι κι αν έκανες, δε θα έπρεπε να σου μιλήσω έτσι. Δεν ήμουν εγώ αυτή που σου μιλούσε, ήταν η πλανεύτρα απογοήτευση κι οι χαμένες προσδοκίες που είχα για σένα.
Έγινα ένα θηρίο που μόλις είχε βγει απ’ το κλουβί του, έτοιμο να σε κατασπαράξει, πεινασμένο και ταϊσμένο με φρούδες ελπίδες όλον αυτόν τον καιρό. Τι περίμενες; Να κρατήσω την ανωτερότητά μου; Στον έρωτα, μάτια μου, να τη βράσεις την ανωτερότητα!
Θύμωσα τόσο, που το μόνο που ήθελα ήταν να ξεσπάσω. Αυτή είμαι, έπρεπε να το έχεις καταλάβει. Δεν έχω δεύτερες σκέψεις, καμιά φορά κι οι πρώτες μου είναι θολές, γιατί κινούμαι βάσει συναισθήματος κι η λογική λουφάζει.
Σε έβρισα, σε ταπείνωσα, σε έκανα να νιώσεις άσχημα γι’ αυτό που είσαι. Αλλά ένιωσα χειρότερα από σένα, πίστεψέ με. Βγήκα εκτός εαυτού, είπα λόγια που πληγώνουν και λέξεις απαξιωτικές. Δεν αντέδρασες. Σιώπησες. Κι οι τύψεις μου εμφανίστηκαν, όχι γι’ αυτά που σου είπα, γιατί κάποια αλήθεια ενυπάρχει μέσα σε κάθε αφορμή, αλλά για μένα. Για τον τρόπο που αντέδρασα απέναντι σ’ έναν άνθρωπο που αγαπώ.
Όταν σπάζεις τον καθρέφτη, κοιτάζεις να μαζέψεις τα γυαλιά και τελευταίο αφήνεις να φροντίσεις τον κομμένο εαυτό σου. Κι εμένα το εγώ μου έσπασε. Μάζευα, μάζευα μικρές, ανούσιες στιγμές που ενοχλούσαν το μέσα σου, αμφιβολίες, υποψίες, αινιγματικές απαντήσεις και σιωπές και ξάφνου έγινε η έκρηξη.
Κι όταν εκρήγνυσαι δεν παίρνει η μπάλα μόνο τον άλλο, αλλά και σένα. Και μετά από δυο-τρεις μέρες ηρεμείς και σκέφτεσαι πιο λογικά, με ήσυχη συνείδηση και καθαρό μυαλό.
Δε θα ζητήσω συγγνώμη. Κάτι έφταιξε, κάτι με ενόχλησε για ν’ αντιδράσω έτσι. Δε γεννήθηκα για να μένω σιωπηλή. Έχω γνώμη κι άποψη για σένα, έχω λόγο για το καλό σου. Έχω μια σκέψη που σε νοιάζεται και μια καρδιά που σε αγαπά. Έχω και μια αξιοπρέπεια, που ένιωσα ότι την πάτησα για να σε πονέσω.
Είπα λόγια που πονάνε για να σε μειώσω. Να σ’ εκδικηθώ για τον πόνο που μου προκάλεσες, να εκτονώσω το παράπονο που με έπνιγε. Ξέρεις κάτι; Το μετάνιωσα. Γιατί ο πόνος μου με μετέτρεψε σε κάποια που δεν ήμουν αυτή που αγάπησες.
Παραφέρθηκα. Γιατί ό,τι κι αν γίνει, ό, τι κι αν σου πω ξέρεις ότι είμαι σπασμένη και κόβω. Κόβω μέχρι να με κολλήσεις ξανά. Έλα κι αγκάλιασέ με σφιχτά, αγάπη μου, μέχρι να κολλήσουν τα σπασμένα κομμάτια μου, μέχρι να είμαι σίγουρη ότι δε θα διαλυθώ ξανά.
Άλλωστε, η αγάπη όλα τα μπορεί. Εσύ τι θέλεις είναι το θέμα.