Η χρονιά που πέρασε δημιούργησε σε όλους μας την ανάγκη να αναλογιστούμε τα όρια της ανθρωπιάς, του ρατσισμού, της ξενοφοβίας. Μας έκανε να αισθανθούμε αλληλεγγύη και συμπόνια για ανθρώπινα θύματα που είτε ξεβράστηκαν και καθημερινά ξεβράζονται στις ακτές μας ή για τα θύματα του τρομοκρατικού μπαράζ επιθέσεων στο Παρίσι. Μια Ευρώπη σε κόκκινο συναγερμό για ένα επόμενο χτύπημα με φόρο αίματος αθώους πολίτες. Όλοι γνωρίζουμε ότι στη θέση αυτών των ανθρώπων, θα μπορούσε να βρίσκεται κάποιος από εμάς.
Η διαφορετική γλώσσα, τα διακριτά σύνορα, το ιδιάζον κοινωνικοπολιτικό παρελθόν της κάθε χώρας, η οικονομική κατάσταση κι οι ιμπεριαλιστικές τάσεις των υπερδυνάμεων δεν αποτελούν εμπόδιο για την ανάπτυξη ενός παγκόσμιου κλίματος ανθρώπινης αλληλεγγύης. Ας μην ξεχνάμε ότι πέρα από κάθε εθνικότητα, είμαστε όλοι ίδιοι, αίμα και σάρκα, τρωτοί σε κάθε σφαίρα, ευάλωτοι σε κάθε πλήγμα. Άνθρωποι που τυχαία δεν είμαστε κάποιοι άλλοι.
Πόσο όμορφο θα ήταν να μιλούσαμε όλοι την ίδια γλώσσα, να μην υπήρχαν φράγματα στην επικοινωνία, να μην έπρεπε να πάμε σε τόσα φροντιστήρια για να ανοίξουν οι ορίζοντές μας σε άλλες κουλτούρες και πολιτισμούς, να μην υπήρχαν ιεραρχίες στη σημαντικότητα των γλωσσών και να μην καθόριζαν τη θέση τους τα οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα της κάθε χώρας. Πόσο εύκολα θα μπορούσαμε να αντιληφθούμε τα προβλήματα των άλλων, να απλώσουμε το χέρι μας για να δώσουμε βοήθεια, να ανταλλάξουμε απόψεις χωρίς το φόβο του ξένου, να νιώσουμε τη δύναμη του «όλου».
Η διαφορετική γλώσσα απορρέει από ένα συνονθύλευμα ιστορικών και πολιτισμικών στοιχείων που σε συνδυασμό με την παράδοση και την επίδραση της εκάστοτε θρησκείας ή του δόγματος που επικρατεί σε ένα κράτος, χαράσσει και τη γραμμή αντιμετώπισής του από άλλα κράτη. Οι περισσότεροι έχουμε συναναστραφεί με ανθρώπους που αποτέλεσαν οικονομικούς μετανάστες στη χώρα μας, έμαθαν τη γλώσσα μας και διαμένουν αποτελώντας ένα ενεργό εργατικό δυναμικό.
Μπορεί πάντα να υπάρχει η ρετσινιά των ρατσιστικών εκφράσεων και δήθεν αστείων που χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον για κάποιες εθνικότητες, αλλά όταν η επαφή μ’ αυτούς τους ανθρώπους είναι ουσιαστική, τους αγαπάμε, τους σεβόμαστε κι αναγνωρίζουμε το ζήλο και την προσπάθειά τους για μια νέα αρχή.
Ο καθένας έχει δικαίωμα να κάνει restart στη ζωή του, όταν δεν είναι ευτυχισμένος στον κόσμο που ζει. Αλήθεια, πόσοι από εμάς θα ρισκάραμε τη ζωή των παιδιών μας, ζώντας κάθε μέρα με τη σκέψη ότι αύριο μπορεί να είμαστε νεκροί; Πόσοι θα παραμέναμε σε μια χώρα βλέποντας ότι τα σώματά μας λιώνουν απ’ την πείνα, πόσοι θα διακινδυνεύαμε τη ζωή μας και της οικογένειάς μας για ένα καλύτερο αύριο;
Η ανάγκη της εθνικής κυριαρχίας των εθνών επί των εδαφικών τους ορίων δημιούργησε την ύπαρξη συνόρων. Νοητά, αλλά παράλληλα κι αιχμηρά, σπέρνουν τη διχόνοια, δημιουργούν φθόνο, ανταγωνισμό και τονίζουν την ατομικότητα του κάθε κρατιδίου έναντι της πολύ σημαντικής ολότητας. Είμαστε όλοι πολίτες αυτού του κόσμου, έχουμε όλοι δικαίωμα στη ζωή, στην ειρήνη, στη συντροφικότητα, στην αγάπη, στην αλληλεγγύη, στην ισότητα και στην ισονομία.
Η στρατιωτική επιβολή των υπερδυνάμεων κι ο βομβαρδισμός αμάχων ως μια σειρά αντιποίνων σε συνεχείς στρατιωτικές κινητοποιήσεις οδήγησε στο φανατισμό και σε σκληροπυρηνικές τακτικές αφανισμού. Γνωρίζουμε πως η εξουσία ισοπεδώνει την ηθική και την ανθρωπιά, αλλά εμείς πρέπει να είμαστε ενωμένοι. Να κινητοποιούμαστε μαζικά πέραν των συμφερόντων, να νοιαζόμαστε το συνάνθρωπο όποια ρίζα, γλώσσα, χρώμα κι αν έχει, να συμπαραστεκόμαστε με το δικό μας τρόπο, να ανοίγουμε γέφυρες επικοινωνίας. Να αποδοκιμάζουμε το θάνατο, τους μισθοφόρους, τα παιχνίδια εξουσίας σε βάρος αθώων, να σκεφτόμαστε το μέλλον των παιδιών.
Ο πόνος της μάνας που πνίγεται το παιδί της είναι ο ίδιος για όλες τις μάνες του κόσμου, το αίμα των αδικοχαμένων στο πάτωμα δημιουργεί μεγάλες ή μικρές κηλίδες που έχουν όλες το ίδιο χρώμα και τα δάκρυα όλων των ανθρώπων που υποφέρουν έχουν το όνομα του Θεού, όποιο όνομα κι αν έχει αυτός.
Μια άλλη σημαντική παράμετρος ανισότητας είναι το χρήμα. Κι εμείς τα τελευταία χρόνια το έχουμε ζήσει στο πετσί μας. Ξέρουμε τι είναι να ζεις με ελάχιστα, να είσαι άνεργος με τα πτυχία στον τοίχο, να απογοητεύεσαι, να μιζεριάζεις. Γιατί να διαδραματίζει το χρήμα τόσο σημαντικό ρόλο στη ζωή μας! Αλήθεια, αν δεν υπήρχε μήπως ήμασταν πιο άνθρωποι; Μήπως μπαίναμε και λίγο στη θέση του άλλου, μήπως νιώθαμε την πείνα του, μήπως κλαίγαμε κι εμείς για τα 50 λεπτά που έχει μόνο στην τσέπη, μήπως δίναμε απλόχερα κάτι απ’ το περίσσευμα ή υστέρημά μας; Το χρήμα μας χωρίζει κι η κρίση μας γύρισε χρόνια πίσω δημιουργώντας ταξικές διαφοροποιήσεις στο κοινωνικό σύνολο.
Δεν είμαστε άνθρωποι ενός κατώτερου Θεού. Είμαστε νότες ενός μουσικού κομματιού, οι οποίες σε διαφορετικές συνθέσεις δημιουργούν άπειρες συμφωνίες. Καμία δεν μπορεί να δώσει νόημα χωρίς τις άλλες, υπάρχει μια ατομικότητα αλλά συγχρόνως και μια τελολογική αλληλεξάρτηση. Είμαστε πολίτες ενός κόσμου, του δικού μας κόσμου.
Είμαστε θνητοί, αλλά κάθε μεγαλειώδης πράξη που κάνουμε μας κάνει αθάνατους στη μνήμη κάποιων ανθρώπων. Υπάρχουν σύνορα κι εμπόδια που ρεαλιστικά πρέπει να αποδεχτούμε. Υπάρχουν όμως κι ιδεώδη στα οποία πρέπει να πιστέψουμε, για ένα καλύτερο αύριο. Όχι μόνο για ‘μας, για όλους! Γιατί η μεγαλύτερη αρετή είναι η αλληλεγγύη.
Επιμέλεια Κειμένου Αναστασίας Νάννου: Πωλίνα Πανέρη