Μας έπιασε η άνοιξη, ανοίξαμε παράθυρα, ξεκινήσαμε γυμναστήριο και κάπου εκεί στις άναρχες σκέψεις της εντατικής κοινωνικοποίησης, στην οποία μας ωθεί η εποχή, θες δε θες, σκέφτεσαι αν η αλήθεια σου είναι αρεστή στους άλλους. Και μετά αναρωτιέσαι, αν θα έπρεπε να σ’ ενδιαφέρει κάτι τέτοιο ή αν η εστίασή σου στο θέμα είναι παντελώς λανθασμένη, κι ίσως θα ήταν προτιμότερο να ξεκινήσεις από μια ενδοσκόπηση.
Η αλήθεια σου, λοιπόν, αρέσει σε σένα; Την αποδέχεσαι; Είσαι κι αισθάνεσαι αυτό που προβάλλεις, κι αντιστρόφως προβάλλεις αυτό που πραγματικά είσαι; Φιλοσοφικά και ψυχολογικά εγκεφαλοσκορπίσματα, αλλά διαβάζοντας τη ρήση του Oscar Wilde: «Ο άνθρωπος είναι λιγότερο ο εαυτός του όταν μιλάει ως ο εαυτός του. Δώσ’ του μια μάσκα και θα σου πει την αλήθεια», μπήκα σε σκέψεις για την αλήθεια, τη δική μου, τη δική σου και κατά πόσο αυτή μας οδηγεί σε σχέσεις με γερά θεμέλια.
Όλοι είμαστε επιφυλακτικοί απέναντι σε κάτι καινούριο και ειδικά όταν αυτό αφορά εμάς τους ίδιους. Λαμβάνουμε θέση άμυνας μάλιστα, όταν αυτό το καινούριο μας κομμάτι δεν είναι και τόσο «ωραίο» στα μάτια μας και θέλουμε να το κουκουλώσουμε, να το καμουφλάρουμε, ακόμη και να το πουλήσουμε ως κάτι τελείως διαφορετικό.
Τα ελαττώματά μας δεν είναι τίποτα περισσότερο από οιονεί προτερήματα. Αρκεί να τ’ ανακαλύψουμε, να τ’ αποδεχτούμε και να καταβάλλουμε προσπάθεια να τα βελτιώσουμε. Και θα δώσω ένα παράδειγμα αρχικά με την εμφάνισή μας. Κάθε χειμώνα παίρνουμε κάποια κιλά. Γνωρίζουμε ότι αυτά τα κιλά μας κάνουν να μην αισθανόμαστε άνετα, να μη χωράμε στα ρούχα μας ίσως, ακόμη και να μη νιώθουμε ποθητοί.
Για να το αντιμετωπίσουμε, καταρχάς ανεβαίνουμε στη ζυγαριά και διαπιστώνουμε ότι όντως έχουμε πάρει κιλά. Στη συνέχεια, αφού αποδεχτούμε την ύπαρξη περιττών κιλών, σκεφτόμαστε τι θα ήταν καλύτερο να κάνουμε για να τα χάσουμε. Αποφασίζουμε να ξεκινήσουμε γυμναστήριο και συγχρόνως να προσέξουμε παραπάνω τη διατροφή μας.
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο λειτουργεί και η εσωτερική μας αλήθεια. Όλοι μας έχουμε συνήθειες και χαρακτηριστικά που δε μας αρέσουν. Ίσως μας πάρει χρόνια ολόκληρα για να συνειδητοποιήσουμε αυτές τις συμπεριφορές, που δεν είναι τίποτε άλλο από φόβους κι ανασφάλειες, που έχουν φωλιάσει στην ψυχή μας.
Κάποιοι είμαστε αναβλητικοί κι εν όψει μιας απόφασης κάνουμε πίσω, κάποιοι άλλοι είμαστε χειριστικοί και προσπαθούμε να επιβληθούμε στη συμπεριφορά των άλλων με αδιαφορία ή σιωπή, κάποιοι είμαστε απότομοι και παρορμητικοί, δρούμε χωρίς να σκεφτούμε ότι ο άλλος δε μας ξέρει καλά και χρειάζεται χρόνο για ν’ αντιληφθεί το ύφος και τον τρόπο μας.
Όλοι γνωρίζουμε την αλήθεια μας. Ξέρουμε τις συνέπειες που έχει η προβολή της. Το θέμα είναι όμως, τι κάνουμε για να την αλλάξουμε. Αλλάζει και πώς μπορούμε αυτό το χαρακτηριστικό που δε μας αρέσει να το μετατρέψουμε σε αρετή; Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που θα αλλάζαμε οτιδήποτε στην εμφάνισή μας είναι η απάντηση.
Απ’ τη στιγμή που γνωρίζουμε την αλήθεια μας, όσο πικρή και ωμή κι αν είναι, οφείλουμε να την αποδεχτούμε. Να μην προβάλλουμε αντανακλάσεις διαφορετικές απ’ το αρχικό μας είδωλο, με σκοπό να ωραιοποιήσουμε την εικόνα μας στους άλλους, αλλά να είμαστε αυθεντικοί, ο εαυτός μας. Με την πλήρη αποδοχή της κατάστασης, μπορούμε πλέον να δουλέψουμε προς τη βελτίωσή της.
Αναζητούμε τη ρίζα του φόβου ή της ανασφάλειάς μας. Ψάχνουμε για εκείνο το «γιατί» που μας οδηγεί στην εν λόγω συμπεριφορά. Κάνουμε μια συζήτηση με τον εαυτό μας και μας αφιερώνουμε χρόνο με ησυχία και ήρεμη σκέψη. Δεν επαναπαυόμαστε στη γνώση της αλήθειας μας, αλλά προσπαθούμε να την αλλάξουμε, αν δε μας αρέσει. Δεν είμαστε αγάλματα, έχουμε ζωή και οφείλουμε ν’ αλλάζουμε.
Κανείς δε συμπαθεί την αλήθεια του, κανείς δεν έχει φτιαχτεί για να μην αισθάνεται τέλειος και κανείς δε θέλει να ρίχνει ο ίδιος την αυτοεκτίμησή του. Η αλήθεια μας είναι ένα φορτίο που καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας προσπαθούμε ν’ απαλλαγούμε απ’ αυτό. Πρέπει να γίνει αντιληπτό, όμως, πως αποδεχόμενοι ένα ελάττωμά μας, είμαστε σε θέση να το διορθώσουμε. Άνθρωποι είμαστε, όχι θεοί, κι είναι καλό να εξοικειωθούμε με την αλήθεια μας, όποια κι αν είναι.
Δε χρειαζόμαστε μάσκα για ν’ αντιμετωπίσουμε τον εαυτό μας, χρειαζόμαστε θάρρος και κυρίως βούληση για ν’ αλλάξουμε τον εαυτό μας. Χρειαζόμαστε κι ανθρώπους, που να μας αποδέχονται έτσι ακριβώς όπως είμαστε, με την αλήθεια μας, την άσχημη, την ωμή, εκείνη που μας χαρακώνει. Το καλύτερο «εγώ» είναι καθαρά δική μας επιλογή.
Οι άνθρωποι που μας αγαπούν γι’ αυτό που είμαστε, γνωρίζοντας την αλήθεια μας και προσπαθώντας να μας αφυπνίσουν, είναι εκείνοι που πρέπει να έχουν μια θέση δίπλα μας.