Ζούμε αδιαμφισβήτητα στην εποχή της εικόνας. Η εικόνα επικρατεί παντού. Στην προβολή του εαυτού μας, στην κατασκευή των κοινωνικών προφίλ μας, στα θεάματα γύρω μας. Είναι η πρώτη εντύπωση κι είναι εκείνη η ευκαιρία που μας δίνεται, να πλασάρουμε στο δέκτη αυτής, αυτό ακριβώς που θέλουμε. Για ποιο λόγο, λοιπόν, επιχειρούμε να προκαλέσουμε ηδονισμό στον αποδέκτη και πόσο πιο εύκολες έγιναν οι σεξουαλικές σχέσεις με την πρόκληση μέσω διαδικτύου;
Η προβολή της σεξουαλικότητας μέσω social media είναι πλέον γεγονός. Με μια κλεφτή ματιά στα προφίλ των φίλων μας μπορούμε εύκολα ν’ αντιληφθούμε την ερωτική πρόκληση. Και τι εννοούμε με την έννοια «ερωτική πρόκληση»; Εννοούμε την ευχέρεια του καθενός μας, μέσω μιας πόζας, μιας φωτογραφικής αποτύπωσης με μαγιό ή γενικά με λιγότερα ρούχα, μιας φωτογραφίας που δημιουργεί την αίσθηση του ερωτισμού και της σεξουαλικής επιθυμίας σ’ αυτόν που την βλέπει, να δημιουργεί ηδονισμό.
Οι περισσότερες φωτογραφίες που ανεβαίνουν στα κοινωνικά δίκτυα, κυρίως στο facebook και στο instagram, έχουν ως στόχο τον ηδονισμό ενός συγκεκριμένου ατόμου απ’ τον ευρύ, κοινωνικό μας κύκλο. Σε μια σφαίρα, όμως, που το ιδιωτικό γίνεται δημόσιο σε χρόνo dt, που η κυκλοφορία της πληροφορίας είναι ευκόλως πραγματοποιήσιμη και τα σήματα που λαμβάνει ο καθένας ποικίλλουν, μπορούμε να χαρακτηρίσουμε χωρίς ιδιαίτερο κόπο κόσμο, αλλά και να εξάγουμε συμπεράσματα που αφορούν το κοινωνικό σύνολο, όταν μια συμπεριφορά είναι γενικευμένη.
Μέσω των social media μπορούμε να προσεγγίσουμε με μεγαλύτερη ευκολία ερωτικούς συντρόφους. Η ψηφιακή μας εικόνα είναι στα χέρια μας και μπορούμε να την φέρουμε στα μέτρα που θέλουμε, να την κάνουμε όσο προκλητική θέλουμε και να εκπέμπουμε έντονο σεξαπίλ.
Τα χείλη ροφού που δημιουργούν συνειρμικά άλλες σκέψεις, οι γυμνές πλάτες που ανεβάζουν τη λίμπιντο, η υπερπροβολή του γυμνού σώματος, τα βλοσυρά και σέξι βλέμματα, οι καμπύλες μας που είναι σε κοινή θέα, όλα κραυγάζουν «σεξ». Ακόμη κι αν αυτό το μήνυμα θέλουμε να το περάσουμε σ’ ένα και μόνο άτομο, χάνουμε το μέτρο και δεν μπορούμε να διαχειριστούμε την ίδια μας την εικόνα με τα κρυφά νοήματα που την συνοδεύουν.
Αυτός είναι κι ο λόγος, άλλωστε, που οι σχέσεις μέσω διαδικτύου γίνονται κατά κόρον για τη σεξουαλική ευχαρίστηση κι έχουν σύντομη διάρκεια. Κι εδώ δεν εννοούμε την επικοινωνία που μπορεί ν’ αναπτύσσουν δυο άνθρωποι και στη συνέχεια να καταλήγει κάπου, εννοώ τις σχέσεις που στηρίζονται στην εικόνα και μόνο, που δομούνται πάνω στο στιγμιαίο ηδονισμό και τη συνεχή πρόκληση μέσω της υπερσεξουαλικής πρόκλησης που παρέχει το επαναλαμβανόμενο ανέβασμα ημίγυμνων φωτογραφιών ή φωτογραφιών με σεξουαλικά υπονοούμενα. Η γλώσσα του σώματος είναι πιο δυνατή από κάθε λέξη.
Εμείς οι ίδιοι δίνοντας έμφαση στην προβολή μιας τέτοιας εικόνας, χάνουμε το νόημα των σχέσεων και επιδιώκουμε μόνο το σεξ. Η άποψη που σχηματίζει ο άλλος από μια τέτοια συμπεριφορά, σίγουρα είναι επιφανειακή, αλλά απ’ την άλλη δεν μπορεί να δει τον αληθινό εαυτό, γιατί εμείς οι ίδιοι φθείρουμε την εικόνα μας προβάλλοντας λάθος στοιχεία.
«Λάθος» σημαίνει ότι οι βαθύτερες προσδοκίες μας είναι διαφορετικές απ’ αυτές που περνάμε. Οι περισσότεροι αποσκοπούμε στον εντυπωσιασμό εκείνου που ποθούμε, στην κατάκτησή του και στη μετέπειτα δημιουργία σχέσης.
Δημιουργείται, όμως, τελικά αυτή η σχέση ή μένουμε απλώς στο σεξ; Κάθε υγιής σχέση χρειάζεται χρόνο για να δημιουργηθεί και να δέσει. Χρειάζεται επικοινωνία κι όχι μόνο σεξουαλική πρόκληση. Το σεξ αποτελεί επόμενο στάδιο και όχι πρώτο μιας επαφής. Για να γνωρίσουμε έναν άνθρωπο δε σημαίνει ότι πρέπει να κάνουμε σεξ μαζί του, αλλά ν’ ανταλλάξουμε τέτοια ερεθίσματα, ώστε να προκαλέσουμε ο ένας στον άλλο την περιέργεια να γνωριστούμε περαιτέρω, κι όχι απλώς να πηδηχτούμε.
Στην εποχή της κυριαρχίας του ορατού, έχουμε ξεχάσει ότι εκείνο που ερωτεύεται ο άλλος σε εμάς δεν είναι το γυμνό μας σώμα, αλλά η γυμνή ψυχή μας. Ας αφήσουμε, λοιπόν, τη σεξουαλική πρόκληση και τον ηδονισμό για τις ιδιωτικές μας στιγμές, κι ας εκτεθούμε επικοινωνιακά στον άνθρωπο που μας ενδιαφέρει, για να γνωρίσει το μέσα μας κι εμείς το δικό του.
Η τεχνολογία επικουρεί στην αμεσότητα και στην ταχύτητα της επικοινωνίας, όχι στην προσπέλαση της ουσίας μιας γνωριμίας. Εκεί το χάνουμε και καταλήγουμε να προκαλούμε στιγμιαίο ηδονισμό και μετά να κλαίμε που δεν είχε συνέχεια.