Είναι δύσκολος ο έρωτας, απαιτεί αίσθημα, θέληση, timing, έλξη, μα το πιο σημαντικό αμοιβαιότητα. Δε θα κάνω το διαχωρισμό μεταξύ καψούρας κι έρωτα, γιατί ορισμένα αισθήματα είναι τόσο δυνατά που δεν εφάπτονται καλά πάνω στη λέξη καψούρα, επαναστατούν και διεκδικούν τη μερίδα του λέοντος στην καρδιά σου, ώστε να τους δώσεις τελικά το όνομα «έρωτας».
Όταν φυτρώνει αυτός ο σπόρος μέσα σου, αναπτύσσεται παράλληλα με την ελπίδα ότι κάποια στιγμή, παρά τις δυσκολίες, θα είσαι μαζί με το αντικείμενο του πόθου σου. Τίποτα δεν πονάει περισσότερο απ’ το να εκμηδενίσεις αυτήν την ελπίδα, γιατί στερείς απ’ τον ερωτευμένο το λόγο που δίνει νόημα στον αγώνα του, εκείνον της ευτυχίας. Γιατί θεωρεί ότι αν κατακτήσει τον ερωτικό στόχο του θα είναι ευτυχισμένος.
Η άλλη πλευρά όμως δε νιώθει το ίδιο. Είναι ξεκάθαρη, δε θέλει να σε παραμυθιάσει με φούμαρα, ούτε να σ’ αφήσει να ζεις στο ροζ συννεφάκι σου, ούτε να σπαταλάς το χρόνο σου περιμένοντας ότι κάτι θ’ αλλάξει. Ένα «δε σε θέλω, δε σε γουστάρω, πώς αλλιώς να στο πω;» ξεστομίζεται, κι εσύ απλώς παραλύεις. Μην ανησυχείς, δεν είσαι ο μόνος που το ‘χεις ακούσει, είμαστε πολλοί, αν όχι όλοι.
Είναι η στιγμή που δεν μπορείς ν’ αρθρώσεις λέξη, η ανάσα σου κόβεται, οι παλμοί σου γίνονται αργοί με μια νωθρότητα να τους χαρακτηρίζει, σαν να μη θέλουν πια να τρέξουν, σαν να χάθηκε το ενδιαφέρον της κούρσας. Ξέρω, ξέρουμε. Είναι δύσκολο να δέχεσαι την απόρριψη κατά πρόσωπο με ωμότητα και θράσος, αλλά όσο επώδυνο κι αν φαίνεται, πρέπει να δεις τη θετική πλευρά του όλου ζητήματος.
Θα μου πεις τι θετικό υπάρχει, όταν ο άλλος σου λέει ότι δε σε θέλει; Ο εγωισμός σου συνθλίβεται, η αυτοπεποίθησή σου πηγαίνει περίπατο, χάνεις τον εαυτό σου για λίγο, καθώς χάνεις εκείνον τον ιδεατό στόχο με τον οποίο γέμιζες τις ώρες σου. Είναι όμορφο να έχεις κάποιον να σκέφτεσαι, όχι όμως κάποιον που δε σε θέλει. Κι αυτό αργά ή γρήγορα, ξέρεις κι εσύ ότι πρέπει να το αποδεχτείς. Καλά λες σε όλους «μην ανησυχείτε δεν τον σκέφτομαι καθόλου, όλη μέρα τρέχω».
Τις άλλες ώρες δε μας είπες, εκείνες τις πρωινές που είσαι ακόμη κουλουριασμένος στο κρεβάτι μην μπορώντας να σηκωθείς. Το κεφάλι είναι βαρύ, το μαξιλάρι βρεγμένο και τα μάτια με κύκλους. Άλλη μια νύχτα που πενθούσες αυτόν τον έρωτα. Άλλη μια νύχτα που η πληγή μάτωσε πάλι. Πονάει γαμώτο να μη σε θέλουν, αλλά πονάς πολύ περισσότερο απ’ ότι αξίζει αυτός που σε πλήγωσε. Το ξέρεις, είναι βαρύ αυτό το «δεν», χτυπάει φλέβα.
Σήκω και κλείσε την πόρτα στον πληγωμένο εγωισμό σου. Είναι το εγώ σου που δε σ’ αφήνει να ηρεμήσεις, εκείνο ουρλιάζει κάθε βράδυ, επειδή δεν έγινε αποδεκτό. Ένιωσες τον έρωτα στον υπέρτατο βαθμό μόνος. Εσύ εξύψωσες αυτόν τον άνθρωπο στα μάτια σου, εσύ πόνταρες σ’ ένα μέλλον μαζί του, εσύ φαντάστηκες ευτυχία. Εκείνος όχι.
Και να σου πω κάτι; Καλά κάνει και λέει ότι δε σε γουστάρει. Είναι ειλικρινής αν μη τι άλλο και θέλει να προχωρήσεις. Μπορεί να μην έχει διπλωματία στα λόγια του, ούτε να σκέφτεται εσένα και τα πληγωμένα σου αισθήματα, αλλά λέει αυτό που νιώθει, για την ακρίβεια ότι δε νιώθει.
Ο έρωτας, όσο κι αν τον ζήσεις μόνος, στο μαζί βρίσκει νόημα. Εκείνο αναζητάς κι εσύ, απλώς ένα «γιατί» τριβελίζει το μέσα σου. Ξέρεις κάτι; Δεν αξίζεις να μη σε θέλουν, ούτε καν να σε θέλουν λίγο. Ούτε να χάνεις χρόνο απ’ τη ζωή σου θρηνώντας έναν έρωτα που δε γεύτηκες.
Δεν ήταν αυτός ο άνθρωπος για σένα. Εσύ, όπως κι όλοι μας, θέλεις κάποιον να σε θέλει, να σε θέλει πολύ, κι όπως έλεγε κι ο André Breton «Σας εύχομαι να σας αγαπήσουν μέχρι τρέλας». Τίποτα λιγότερο, φίλοι μου.