Όπως κάθε αλληλεπίδραση και σχέση μεταξύ ανθρώπων, έτσι και το φλερτ μπορεί να θεωρηθεί πεδίο μάχης. Δε λείπουν τα παιχνίδια στρατηγικής ενώ υπάρχουν νικητές κι ηττημένοι, σαγηνευτές και σαγηνευμένοι.

Θα μπορούσε να πει κάποιος πως στην περίπτωση του φλερτ, οι σαγηνευτές είναι οι κυνηγοί. Ενδιαφέρονται για το παιχνίδι ίσως λίγο περισσότερο απ’ το ίδιο το αντικείμενο του πόθου τους και παίζουν πάντα για να κερδίσουν. Δεν τους νοιάζει να εκτεθούν και να τσαλακωθούν. Επιστρατεύουν όλη τους τη γοητεία και προσπαθούν με κάθε τρόπο να διαβάσουν το άτομο που έχουν απέναντί τους. Όνειρα, επιθυμίες, απωθημένα, παρελθόν, καταβολές.

Οι σαγηνευμένοι είναι ίσως οι πιο ευάλωτοι του παιχνιδιού. Παρουσιάζονται ως πιο επιφυλακτικοί στην αρχή. Διστάζουν ν’ ανοίξουν τα χαρτιά τους. Μέσα τους έχουν ήδη γοητευτεί. Νιώθουν εκτεθειμένοι, καθώς φοβούνται ότι αυτός που τους έχει σαγηνεύσει θα καταλάβει πώς νιώθουν, θα αναγνωρίσει τις ανάγκες τους και θα πατήσει πάνω τους. Κρύβονται, λοιπόν, δεν τολμούν να κάνουν την πρώτη κίνηση που θα πάει αυτή τη νέα γνωριμία παρακάτω. Κι ας είναι αυτό που επιθυμούν όσο τίποτε άλλο εκείνη τη στιγμή. Κι ας μην μπορεί να ξεκολλήσει το μυαλό τους  απ’ τον άλλο.

Απ’ την πρώτη κιόλας επαφή δημιουργείται μια σχέση μεταξύ δύο ανθρώπων που μέχρι χθες ήταν άγνωστοι ή απλά γνωρίζονταν διαφορετικά. Απ’ τη στιγμή που μπαίνει στη μέση η ερωτική έλξη και το φλερτ, οι ρόλοι είναι προκαθορισμένοι. Ο ένας είναι ο σαγηνευτής κι ο άλλος ξεκάθαρα ο σαγηνευμένος.

Ο σαγηνευμένος απ’ την πρώτη κιόλας στιγμή αρχίζει να νιώθει άβολα. Μια έξαψη, ένα περίεργο συναίσθημα που τον βγάζει απ’ το comfort zone του και λίγο τον μπερδεύει. Η καινούρια αυτή γνωριμία μονοπωλεί τη σκέψη του κι οι εικόνες της μοιραίας συνάντησης παίζουν στο μυαλό του ξανά και ξανά σαν επαναλαμβανόμενες σκηνές σε ταινία.

Αυτός που γουστάρει πολύ θέλει όσο τίποτα να στείλει ένα μήνυμα. Ένα απλό και τυπικό «τι κάνεις;» θα ήταν αρκετό για να εκδηλώσει το ενδιαφέρον του χωρίς να εκτεθεί. Φοβάται ωστόσο να κάνει την πρώτη κίνηση. Ντρέπεται και λίγο που έμπλεξε έτσι για ακόμη μία φορά και βρέθηκε στη θέση αυτού που περιμένει υπομονετικά πάνω από ένα τηλέφωνο μια επιβεβαίωση. Φοβάται ότι θα προδοθεί και θα δείξει πως είναι πλέον έτοιμος να παραδοθεί άνευ όρων αν κάνει το πρώτο βήμα. Οφείλει να κρατήσει τις άμυνές του. Δεν το ξέρει ακόμη, αλλά έχει ήδη υποκύψει.

Ο σαγηνευτής βρίσκεται σε θέση υπεροχής. Ενθουσιασμένος απ’ την πρώτη επαφή με ένα καινούριο πρόσωπο, δε θα διστάσει να εκδηλώσει το ενδιαφέρον και τον ενθουσιασμό του. Η ανάγκη της ίδιας της σαγήνης τον κινητοποιεί και ποσώς τον νοιάζει αν εκτεθεί, πάει για την εξάσκηση, για την εμπειρία.

Μπορεί να φέρει τον κόσμο ανάποδα για να κάνει το άτομο που (έστω και λίγο) τον ενδιαφέρει να νιώσει ξεχωριστό. Έτσι, το αποτέλεσμα για εκείνον δεν μπορεί να είναι άλλο απ’ την κατάκτηση και τη νίκη. Πίσω από το άνετο στιλάκι του ίσως κρύβει ανασφάλειες και φόβους κι εκείνος. Και γι’ αυτό θα κάνει τα πάντα για να μην τις φανερώσει. Για εκείνον όλα είναι ένα παιχνίδι εξουσίας και δύναμης με λεπτές ισορροπίες που πρέπει να κρατήσει για να πετύχει αυτό που θέλει.

Είναι εκεί για να απολαύσει τη νίκη του στο τέλος, αλλά παίζει για τη χαρά του ίδιου του παιχνιδιού. Το παιχνίδι είναι πολύ σημαντικό για εκείνον και ξέρει να το παίζει καλά. «Ήταν τέλεια που τα είπαμε χθες. Σε σκέφτομαι», θα στείλει την επόμενη ημέρα γιατί είναι κι αυτό κομμάτι της στρατηγικής του. Δε στέλνει, εξάλλου, πάντα πρώτος αυτός που θέλει περισσότερο. Στέλνει, όμως, πάντα εκείνος που παίζει για να κερδίσει.

Πολλές φορές αυτός που νοιάζεται πραγματικά φαντάζει πιο απόμακρος, γιατί έχει αρχίσει ήδη έστω κι άθελά του να επενδύει σε κάτι καινούριο κι αβέβαιο. Φοβάται πως δεν μπορεί να ελέγξει τα συναισθήματά του κι έτσι αποστασιοποιείται για να μην απορριφθεί. Ο σαγηνευτής αντιθέτως νιώθει πως δεν έχει να χάσει τίποτα. Νιώθει ελεύθερος κι αυτή είναι κι η γοητεία του.

Τους βλέπεις συνεχώς γύρω σου σε μπαρ, εστιατόρια και καφέ. Σαγηνευτές και σαγηνευμένοι άλλοτε λιγότερο κι άλλοτε περισσότερο υποψιασμένοι ως προς το ρόλο τους. Κάθονται απέναντι ο ένας απ’ τον άλλο. Τα βλέμματά τους συναντιούνται κι ο ένας απ’ τους δύο αμέσως στρέφει το βλέμμα του αλλού για να αποφύγει την έντονη ματιά αυτού που κάθεται απέναντί του. Λίγες στιγμές αργότερα τον κοιτάει ξανά και τον πιάνει να τον καρφώνει.  Αλλάζει χίλια χρώματα απ’ την ντροπή και την αμηχανία του, αλλά ο απέναντί του παραμένει απτόητος και του χαμογελάει με αυτοπεποίθηση. Λέει κάτι στην παρέα του, σηκώνεται και κατευθύνεται με αργά αλλά σταθερά βήματα προς το άτομο που του κίνησε το ενδιαφέρον και το κρατάει αμείωτο εδώ και λίγη ώρα. Συστήνονται κι ανταλλάσσουν κάποιες αμήχανες κουβέντες -έστω για τον έναν απ’ τους δύο, για τον πιο ψαρωμένο.

Και κάπου εκεί αρχίζουν όλα…

 

Συντάκτης: Νεφέλη Μπαντελά
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη