Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Χάρης Βαφειάς, εφοπλιστής και κριτής του Dragon’s Den δήλωσε πως ο μέσος Έλληνας δεν πάει να δουλέψει στα καράβια με πολύ καλές απολαβές και προτιμά να ζήσει με μισθό των 1,500 ευρώ το μήνα προκειμένου να μη χαλάσει τη ζαχαρένια του, να μη χάσει τις ανέσεις του, το σπιτικό του φαγητό και γενικότερα να μην ξεβολευτεί. Όπως ακόμη πρόσθεσε, αν οι Έλληνες ανταποκρίνονταν στην αυξημένη προσφορά θέσεων εργασίας στα πλοία σίγουρα τα ποσοστά ανεργίας θα είχαν μειωθεί αρκετά.

Σίγουρα οι συνεντεύξεις ανθρώπων που έχουν δουλέψει σκληρά και τα έχουν καταφέρει, τις περισσότερες φορές έχουν ενδιαφέρον και μπορούν να εμπνεύσουν, ειδικά τους νέους που ενδιαφέρονται για το επιχειρείν. Η συγκεκριμένη δήλωση ωστόσο μοιάζει να είναι εντελώς λάθος από την αρχή και φαίνεται να απέχει πολύ από την πραγματικότητα.

Πράγματι, τα επαγγέλματα της θάλασσας δεν είναι ελκυστικά για το ανθρώπινο δυναμικό παρά τις υψηλές απολαβές που προσφέρουν σε σχέση με την ξηρά. Σύμφωνα άλλωστε με τη 2η έκθεση του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.) για τη Ναυτική Απασχόληση του 2024, οι άνθρωποι τείνουν να εργάζονται στον τομέα αυτό όταν έχουν πραγματική ανάγκη εργασίας.

Αντίστοιχους προβληματισμούς με αυτόν του κυρίου Βαφειά έχουν εκφράσει κατά καιρούς και εκπρόσωποι άλλων κλάδων που παραδοσιακά και με λίγες εξαιρέσεις έχουν τους εργαζόμενους ουσιαστικά φυλακισμένους για μήνες, όπως για παράδειγμα στον τουρισμό όπου πολλοί επιχειρηματίες αναρωτιούνται γιατί πλέον δε βρίσκουν εύκολα άτομα διατεθειμένα να δουλεύουν τουλάχιστον 10 ώρες τη μέρα, χωρίς ρεπό επί έξι μήνες, να μοιράζονται άθλια διαμερίσματα με αγνώστους προκειμένου να βγάλουν λίγα ευρώ παραπάνω τα οποία θα ξοδέψουν όσο θα κάθονται στα σπίτια τους όλο τον χειμώνα.

Παρά τις προσπάθειες πολλών παραγόντων τα τελευταία χρόνια ωστόσο, εξακολουθούμε να ζούμε σε μια εποχή που παρά τις δυσκολίες, προσφέρει ευκαιρίες στους νέους ώστε να επιλέξουν οι ίδιοι πώς θα ζήσουν τη ζωή τους και πώς θα διαμορφώσουν το μέλλον τους, όσο και αν αυτό ενοχλεί κάποιους, ή μοιάζει παράλογο για κάποιους άλλους.

Την εποχή λοιπόν που γίνεται μεγάλη συζήτηση για το κατά πόσο το κλασικό πενθήμερο 9-5 πρέπει να είναι αποδεκτό και εταιρείες κολοσσοί σε όλο τον κόσμο έχουν αγκαλιάσει μια πιο ανθρωποκεντρική στρατηγική και πιο φιλικές συνθήκες εργασίας για τους εργαζόμενους, είναι καλό οι άνθρωποι που έχουν την ευκαιρία να τοποθετηθούν δημόσια, να σκέφτονται καλά πριν ρίξουν αμέσως στο φταίξιμο στους νέους για τη μειωμένη ελκυστικότητα του κλάδου τους και με τον τρόπο τους διαιωνίσουν στερεότυπα και προκαταλήψεις για τις νέες γενιές που υποτίθεται πως βαριούνται να δουλέψουν και τα περιμένουν όλα εύκολα και έτοιμα, αντιλήψεις που κουράζουν και μικρή επαφή έχουν πλέον με την πραγματικότητα.

Όσο και αν στη θεωρία τουλάχιστον, οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης στη ναυτική απασχόληση έχουν βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, δεν αλλάζει το γεγονός πως η δυνατότητα επικοινωνίας των εργαζομένων με τους δικούς τους ανθρώπους εξακολουθεί να είναι περιορισμένη και προβληματική, μόνο αν σκεφτεί κανείς και τη διαφορά ώρας καταλαβαίνει πολλά, οι δυνατότητες ψυχαγωγίας μετά το πέρας της εργασίας είναι ελάχιστες και δε χρειάζεται κανείς να εργαστεί πάνω σε πλοίο για να καταλάβει πως από μόνο του το να μην αλλάζεις περιβάλλον για μήνες, να συναναστρέφεσαι με τα ίδια άτομα συνεχώς και να μην  ξεφεύγεις λεπτό από την καθημερινή ρουτίνα για μήνες είναι ικανό να επιβαρύνει σοβαρά την ψυχική και σωματική υγεία του ατόμου αλλά και τις κοινωνικές του δεξιότητες. Αν σε αυτό προσθέσουμε τη μοναξιά που μπορεί κάποιος να βιώνει μακριά από φίλους και οικογένεια για μήνες, τις συνθήκες σίτισης που δεν είναι πάντοτε ιδανικές αλλά και το καθεστώς αναμονής στο οποίο βρίσκονται πολλοί και για αρκετό καιρό αναμένοντας πότε και που θα μπαρκάρουν, δεν κάνουν μερικές χιλιάδες ευρώ το μήνα τόσο ελκυστικές όταν κάποιος πρόκειται να ξεχάσει εντελώς κάθε έννοια ποιότητας ζωής, ηρεμίας αλλά και συντροφικότητας.

Επομένως, κύριε Βαφειά, ουσιαστικά θα πρέπει αντί να κατακρίνουμε τους νέους, καλύτερα να τους συγχαρούμε που ακόμη και μετά από χρόνια οικονομικών και κοινωνικών δυσκολιών, εξακολουθούν να κυνηγούν ακόμα τα όνειρά τους, να επιδιώκουν μια υψηλή ποιότητα ζωής και γιατί όχι αν το θέλουν, να μη λένε και όχι στο φαγητό της μαμάς πού και πού, ακόμη και αν δυστυχώς, ο μέσος μισθός στην Ελλάδα δεν είναι τα 1,500 ευρώ. Στην τελική, ζούμε στην εποχή της ευέλικτης εργασίας και σε μια περίοδο κατά την οποία η ποιότητα και ισορροπία μεταξύ εργασίας και προσωπικής ζωής θεωρούνται προτεραιότητες και όχι ντροπή από τους περισσότερους.

Με την ίδια λογική, κάποτε κάποιοι εκθείαζαν τη ζωή στο εξωτερικό ακόμη και αν έπρεπε να ξεχάσεις μια για πάντα το αντικείμενό σου, να ζεις σε ένα σπίτι με άλλους πέντε για χρόνια απλά και μόνο για να σου μένουν λίγα ευρώ παραπάνω στο τέλος του μήνα ή την επιλογή στρατιωτικών σχολών από τους αριστούχους ως μοναδική επιλογή καταξίωσης και επαγγελματικής αποκατάστασης, λες και τα όνειρα και οι επιθυμίες του ανθρώπου έχουν λιγότερη αξία σε σχέση με έναν σταθερό μισθό.

Είναι, βέβαια, σημαντικό να τονίσουμε πως υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, με υψηλή κατάρτιση και αγάπη για τη ναυτιλία που την υπηρετούν πιστά και αφιερώνουν σε αυτή όλη τους την καριέρα. Μήπως λοιπόν για τους ανθρώπους αυτούς και μόνο, αντί να αποδίδουμε τα τυχόν προβλήματα σε απλό βόλεμα, να κάνουμε μια προσπάθεια να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας στη θάλασσα; Λέμε εμείς τώρα.

Συντάκτης: Νεφέλη Μπαντελά