Όταν κάτι καινούριο ξεκινάει, τις περισσότερες τουλάχιστον φορές, μπαίνεις με ενθουσιασμό και τις καλύτερες προθέσεις. Περιμένεις να ζήσεις κάτι όμορφο. Να νοιαστείς και να σε νοιαστούν. Να μοιραστείς στιγμές κι αν είσαι τυχερός –γιατί όχι;– να αγαπήσεις αλλά και ν’ αγαπηθείς.
Και κάπως έτσι πρέπει να ‘ναι. Μπαίνεις σ’ αυτή τη σχέση με διάθεση να προσφέρεις τα πάντα. Ακόμη και να κακομάθεις τον άλλο. Να του κάνεις όλα τα χατίρια. Προσπαθείς να δώσεις ό,τι έχεις για να κάνεις τη ζωή του όσο πιο όμορφη γίνεται. Όταν, όμως, αυτό δεν είναι αμοιβαίο, η σχέση παύει να λέγεται σχέση αλλά εκμετάλλευση.
Αναπόφευκτα έρχεται κάποια στιγμή η ώρα που η κατάσταση αρχίζει να κουράζει. Ο άνθρωπος που έχεις δίπλα σου δε σε ενθουσιάζει πια. Οριακά ίσως σου σπάει τα νεύρα. Ίσως ακόμη και να τον κοιτάς και ν’ αναρωτιέσαι τι του βρήκες αρχικά και ξεκίνησες αυτό το ταξίδι μαζί του. Τι γίνεται, όμως, όταν φτάνεις στο σημείο να έχεις εξουθενωθεί ψυχικά και κατά συνέπεια και σωματικά εξαιτίας της συμπεριφοράς του συντρόφου σου;
Καταλαβαίνεις πως πια έχεις πέσει θύμα συναισθηματικής χειραγώγησης στην ίδια σου τη σχέση όταν πλέον οι δικές σου επιθυμίες έχουν περάσει σε δεύτερη μοίρα και –το χειρότερο;– αυτό είναι κάτι που σου φαίνεται φυσικό κι αναμενόμενο. Σ’ αυτή τη σχέση, στην αρχή ίσως από αγάπη, στη συνέχεια σίγουρα από ανασφάλεια και φόβο μη χάσεις τον άλλον, ίσως έμαθες να δίνεις μόνο εσύ και να μην παίρνεις τίποτα. Τόσα πολλά έδωσες που πλέον ίσως να έμεινες χωρίς ενέργεια, να συνεχίζεις να παίζεις ρόλο κομπάρσου σε ένα έργο που γράφτηκε για να ‘χει δύο πρωταγωνιστές.
Σίγουρα κανείς δεν περιμένει κάθε στιγμή μιας σχέσης μεταξύ δύο ανθρώπων να ‘ναι βγαλμένη από ρομαντική ταινία. Σε κάθε συνύπαρξη υπάρχουν και δύσκολες στιγμές και μέσα από αυτές είναι που η σχέση είτε δυναμώνει είτε απλά τελειώνει. Κι αυτό το ήξερες απ’ την αρχή. Ή τουλάχιστον θα έπρεπε να το περιμένεις.
Αυτό που δε θα έπρεπε να αποδεχτείς είναι συμπεριφορές που σε αδικούν και σε μειώνουν. Κάθε φορά που συμβιβάστηκες κι ενέδωσες σε συναισθηματικούς εκβιασμούς, έκανες τον εαυτό σου να φαίνεται λίγο λιγότερος σε σχέση με το σύντροφό σου. Στην αρχή ήταν αγάπη και μετά ο τρόπος σου να προφυλαχτείς απ’ τα ξεσπάσματα και την οργή του. Ίσως και να έφτασες στο σημείο να διστάζεις να εκφέρεις άποψη. Φοβόσουν μην πεις το λάθος πράγμα τη λάθος στιγμή, τον ξενερώσεις και τον χάσεις. Αργότερα πάει κι αυτό. Απλά έμαθες να μη μιλάς για να έχεις το κεφάλι σου ήσυχο.
Κι έτσι, μια μέρα, ξύπνησες κι όλα ήταν διαφορετικά. Δεν ήθελες ν’ ανοίξεις τα μάτια σου, να τον αντικρίσεις και να φάτε μαζί πρωινό. Δεν ήθελες να πας τα ρούχα του στο καθαριστήριο, ούτε να του στείλεις μήνυμα απ’ τη δουλειά ή να τον συνοδεύσεις σε εκείνη την εκδήλωση που είχε τόση σημασία για εκείνον. Απλά δεν είχες ενέργεια και θέληση για τίποτα που να τον αφορούσε. Στην πορεία μπορεί και να ξέχασες πώς ήσουν όταν ξεκίνησες και πώς είναι να είσαι σε μια υγιή σχέση αγάπης. Κάπου στην πορεία έχασες, ή μάλλον ξέχασες, τον εαυτό σου.
Σε μια σχέση, όμως, δε γίνεται να παίρνει μόνο ο ένας. Αν θεωρείς πως το «μαζί» σας έχει καταλήξει να ‘ναι περισσότερο εκμετάλλευση και λιγότερο αγάπη, θα πρέπει να αναλογιστείς αν η σχέση αυτή σημαίνει ακόμη κάτι για σένα. Αν νιώθεις πως αυτό που έχετε μπορεί ακόμη να σωθεί, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να συζητήσεις με το άνθρωπό σου και να θέσεις επιτέλους τα όριά σου. Να προστατεύσεις τον εαυτό σου κι ό,τι ακόμη μπορεί να σωθεί. Αν πάλι θεωρείς πως η ζημιά είναι ανεπανόρθωτη, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να στρέψεις το βλέμμα σου στο μέλλον.
Και μην ξεχνάς πως εσύ θα επιλέξεις τι αξία θα δώσεις στον εαυτό σου και ποια θα ήθελες να ‘ναι η θέση σου στη ζωή του συντρόφου σου. Σάκος του μποξ ή συνοδοιπόρος, κομπάρσος ή πρωταγωνιστής, η απόφαση θα ‘ναι δική σου.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη