Λένε πως το άλλο μας μισό δεν υπάρχει και πως κάθε άνθρωπος θα πρέπει να νιώθει ολόκληρος μόνος του, χωρίς την ανάγκη να έχει κάποιον να του συμπληρώνει τα κενά και τις ελλείψεις του. Ωστόσο, ακόμα και αν εκείνος ο ξεχωριστός άνθρωπος που θα μπει στη ζωή σου και με κάποιο τρόπο θα την επηρεάσει δεν είναι αυτός που θα έρθει να σε συμπληρώσει απόλυτα, σίγουρα θα πρέπει να είναι σε θέση να μοιραστεί μια κοινή ζωή μαζί σου όπως και στιγμές που θα σας φέρουν πιο κοντά. Με το «μοιράζομαι», δεν αναφερόμαστε μόνο στα συναισθήματα αλλά και στις μικρές αλλά πολύτιμες στιγμές της καθημερινότητας, στη ζωή δυο ανθρώπων που συνυπάρχουν.
Όλοι οι άνθρωποι είναι μοναδικοί με τον τρόπο τους και σίγουρα δεν τους αρέσει να ζουν και να διασκεδάζουν με τον ίδιο τρόπο. Αυτό είναι κάτι απόλυτα σεβαστό από τη μία, από την άλλη όμως, μια σχέση ανάμεσα σε δυο ανθρώπους με διαφορετικό τρόπο ζωής και lifestyle δε γίνεται να διαρκέσει για πολύ καιρό και να είναι απόλυτα υγιής.
Ο ενθουσιασμός του πρώτου καιρού ίσως σταθεί ικανός να καλύψει τις διαφορές ανάμεσα σε δυο διαφορετικούς συντρόφους που αγαπούν διαφορετικά πράγματα. Ίσως ακόμη, στην αρχή να υπάρχει η διάθεση και από τους δυο να εξερευνήσει ο ένας τον κόσμο του άλλου και να γίνει μέρος του. Τα προβλήματα ωστόσο γίνονται πιο έντονα όταν είναι πλέον ξεκάθαρο πως ο κόσμος του ενός δε μοιάζει σε τίποτα με τον κόσμο του άλλου. Με την πάροδο του χρόνου άλλωστε, το πάθος μειώνεται και είτε δίνει τη θέση του στην αγάπη είτε στη φιλία ανάμεσα στους δυο, οι διαφορές αρχίζουν να μοιάζουν αγεφύρωτες.
Συνήθως αυτές οι σχέσεις εξακολουθούν να υπάρχουν όσο ο ένας από τους δυο κάνει υποχωρήσεις και προσπαθεί να κρατήσει ισορροπίες απέναντι σ’ ένα σύντροφο που πλέον μοιάζει αδιάφορος για τον τρόπο ζωής του άλλου. Τις περισσότερες φορές ωστόσο, η στάση αυτού που προσπαθεί να είναι διαλλακτικός και να κάνει συμβιβασμούς παρεξηγείται και ο άλλος μεταφράζει τις υποχωρήσεις αυτές ως αδυναμία και αντί να προσπαθήσει και εκείνος να γίνει λίγο πιο διαλλακτικός απλά απαιτεί να γίνονται τα πράγματα με το δικό του τρόπο σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό, απλά και μόνο επειδή θεωρεί πως έχει το περιθώριο να το κάνει.
Αν έχεις βρεθεί σε μια τέτοια σχέση, ίσως θυμάσαι ακόμη την απογοήτευση που ένιωθες κάθε φορά που το ταίρι προτιμούσε να μείνει στο σπίτι από το να σε συνοδεύσει στα γενέθλια ενός φίλου, επειδή «δεν ένιωθε άνετα με τις παρέες σου» ή κάθε φορά που καταλάβαινες πως δεν είσαι εσύ ευπρόσδεκτος στις δικές τους γιορτές. Ίσως ξέρεις καλά πόσο απογοητευτικό μπορεί να είναι το να μην εκτιμά ο σύντροφός σου την αξία της ποιοτικής μουσικής, ενός συλλεκτικού και σπάνιου ποτού, το υψηλό επίπεδο υπηρεσιών ενός καλού εστιατορίου ή τη σημασία ενός ταξιδιού ώστε να κρατηθεί η σχέση ζωντανή. Αντιστρόφως, ίσως έχεις νιώσει και εσύ να πνίγεσαι σε βόλτες στην εξοχή ή σαββατοκύριακα στο σπίτι, όπου πέρα από τον αρχικό ενθουσιασμό του έρωτα, τίποτα δεν είχαν να σου προσφέρουν και σ’ έκαναν ακόμη να αναρωτιέσαι, για ποιο λόγο βρισκόσουν σε εκείνο το σπίτι ούτως ή άλλως.
Σε περιπτώσεις σαν τις παραπάνω, δε φταίει ούτε αυτός που προτιμά μια κοσμοπολίτικη ζωή ούτε ο άλλος που αγαπά την ηρεμία του σπιτιού και τις ατέλειωτες βόλτες με το αμάξι έως το ξημέρωμα. Σίγουρα όμως φταίνε και οι δυο όταν αφήνουν μια τέτοια σχέση να τους φθείρει λίγο λίγο καθημερινά, επισκιάζοντας τις καλές της στιγμές.
Αν έχεις βρεθεί σε μια τέτοια σχέση, θα θυμάσαι για πάντα τις όμορφες στιγμές αλλά και τις στιγμές εκείνες που υπέφερες καθώς δεν μπορούσες να είσαι ο εαυτός σου. Ίσως ακόμα ν’ αναρωτιέσαι γιατί μπήκες σε εκείνη τη σχέση ή γιατί δεν την τελείωσες νωρίτερα. Πλέον όμως, έμαθες καλά πως το να μην έχεις τον ίδιο τρόπο ζωής με το ταίρι οφείλει να είναι αιτία χωρισμού. Στην τελική, το χρωστάς στον εαυτό σου.
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου