Τα κοράκια, σαν πουλιά, είναι αξιοθαύμαστα πλάσματα. Δε θα έλεγα το ίδιο όμως για τους ανθρώπους-κοράκια. Αυτούς που περιμένουν πάνω απ΄ το ζεστό πτώμα κάποιου επιτυχημένου εν ζωή ανθρώπου, για να κλέψουν λίγα ψήγματα δόξας.

Κάθε θάνατος είναι σαν την ποίηση. Ο καθένας δίνει τη δική του ερμηνεία.

Σε κάποια περιοχή του Νεπάλ, όταν πεθαίνει κάποιος, έχουν σαν τελετή να εναποθέτουν το άψυχο κορμί του στα βράχια και να το διαμελίζουν, με απόλυτη ηρεμία, περιμένοντας τα όρνεα καρτερικά να έρθουν και να συλλέξουν τα κομμάτια.

 Γι’ αυτούς τους παράξενους ανθρώπους της Ανατολής, η εξαφάνιση και της τελευταίας σάρκας από τα όρνεα, συμβολίζει τον εξαγνισμό του σώματος από την εδώ ζωή. Η ψυχή πλέον είναι ελεύθερη να πάει όπου θέλει.

Εδώ στη Δύση, το κάνουμε διαφορετικά. Όταν κάποιος πεθαίνει και δη διάσημος και πετυχημένος, διαμελίζουμε σιγά-σιγά και βασανιστικά τα κομμάτια της ζωής του και κάνουμε την ανάλυση, της ανάλυσης, ώ ανάλυση!

«Είναι όχι απλά εξοργιστικό αλλά βλάσφημο! Τ’ ακούς; Εμείς βγάλαμε καρκίνο ν’ανησυχούμε για το πώς θα πληρώσουμε το ρημάδι το ρεύμα κι αυτοί που έχουν κινητά κι ακίνητα, σπίτια κι αυτοκίνητα, χαραμίζουν έτσι τη ζωή τους!» άκουσα την γιαγιά μου να φωνάζει το πρωί της ανακοίνωσης του θανάτου του Robin Williams.

«Τελικά δεν πα να‘χεις όλα τα καλά του κόσμου, να ξερνάς και να βγάζεις χρυσό -χρυσά αγαλματίδια για την ακρίβεια- ή να έχεις φωνή που σπάει κόκαλα και να σε αποθεώνει όλος ο πλανήτης, σαν αυτή την Whitney Houston; Η μαύρη τρύπα της ψυχής δε διαλέγει πλούσιους ή φτωχούς. Είναι αμείλικτη. Για όλους. Το τέρας κι εγώ, που έγραψε κι ο Μαλέλης. Τρώει κι αυτόν που δεν έχει να ταΐσει  τα παιδιά του, τρώει κι αυτόν που έχει να ταΐσει και τα τρισέγγονα του». Σοφός ο φούρναρης.

«Καλέ από ναρκωτικά δεν πέθανε αυτή;» ρώτησε μια κυρία αφού παρήγγειλε το πολύσπορό της.

«Μαζί πάνε αυτά, συνήθως. Έχουν όλο τον κόσμο στα πόδια τους και τσακ του ρίχνουν μια φτυσιά» απαντά μια άλλη, απόγονος του Freud πιθανότατα.

 Νομίζουμε ότι επειδή έχουμε χιλιοδεί κάθε γκριμάτσα του μέσα απ΄τη μικρή οθόνη κι έχουν γραφτεί χιλιάδες άρθρα απ΄όλα τα περιοδικά του πλανήτη, ότι ξέρουμε για τη ζωή του. Στην ψυχή του ποιός ήξερε τι συμβαίνει; Εδώ δεν ξέρουμε τι συμβαίνει στη δικιά μας. Ή του διπλανού μας (παρά το γεγονός ότι ξέρουμε αναλυτικές λεπτομέρειες για τη ζωή του).

«Πέθανε και πήρε μαζί του όλα μου τα παιδικά χρόνια» σχολίασε απλά ο φίλος μου κι αναρωτήθηκα το εξής: Πως γίνεται ένας άνθρωπος που είχε το ταλέντο να φτιάχνει το κέφι σε εκατομμύρια ανθρώπους ανά τον κόσμο, ένας άνθρωπος που ποιούσε το ήθος, να πάσχει ο ίδιος από τη μαύρη τρύπα της ψυχής, την κατάθλιψη. (Το ποιας μορφής ήταν, αφήνω στους ψυχίατρους ή wannabe ψυχολόγους να το αναλύσουν).

Υπάρχουν άνθρωποι που στην κυριολεξία κλείνονται στο σπίτι, μη έχοντας όρεξη να κάνουν οτιδήποτε άλλο, παρά να δουν ταινίες με τον αγαπημένο τους κωμικό ηθοποιό. Είναι το δικό τους χάπι. Αλλά το χάπι τους τελικά νικήθηκε και φαγώθηκε απ΄τη μαύρη τρύπα. Είναι τραγικά ειρωνικό.

Τα συλλογιζόμουν όλα αυτά το πρωί, καθώς έπινα καφέ, ακούγοντας ραδιόφωνο στον κήπο. Κι ενώ προβληματιζόμουν με την ειρωνεία της υπόθεσης, μια μέλισσα  τρυγούσε το νέκταρ από τ’ ανθάκια της γλάστρας, αδιαφορώντας παντελώς για τα τεκταινόμενα του κόσμου. Εκτελούσε απλά αυτό που ήρθε στον κόσμο να κάνει. Εμάς ποιά είναι η εργασία μας;

Διαβάζω τα διάφορα R.I.P. αποφθέγματα που είπε ο R.Williams σε ταινίες του. Βασικά άλλοι τα έγραψαν κι αυτός ανέλαβε με την μοναδική του ερμηνεία να τους δώσει πνοή. Αυτό επέλεξε σα ρόλο ζωής τελικά, του αστειότερου ανθρώπου. Και το τέλος του το διάλεξε θεατρικό, αλλά αυτό δε μας αφορά γιατί δεν ξέρουμε τι κουβαλούσε στην ψυχή του.

Για τους διπλανούς μας όμως, που τους ρωτάμε τυπικά κι απαντούν μ’ ένα πνιγμένο «καλά είμαι», ενώ ξέρουμε αναλυτικά την δύσκολη οικονομική και οικογενειακή τους ζωή, καλό θα είναι να κάνουμε μια ερώτηση παραπάνω.

«Ρε σίγουρα; Στάσου λίγο να τα πούμε» είπε η φίλη μου η Αμαλία σε κάποιον συνεργάτη της που έκοψε την ματιά του θολωμένη. Αδιαφόρησε για το αν τη χαρακτηρίσει κουτσομπόλα. «Ήμουν στα πρόθυρα εκείνο το απόγευμα Αμαλία μου και δεν το ήξερε ούτε η γυναίκα μου. Ήθελα να πάρω το φορτηγό και να με ρίξω στο γκρεμό. Το χιούμορ και το ενδιαφέρον σου με συγκράτησαν. Σ΄ευχαριστώ», της είπε μετά από καιρό.

Κι έτσι άθελα της η Αμαλία, του έριξε λίγο φως στη μαύρη τρύπα που τον μαγνήτιζε απειλητικά.

 Ο αγαπητός ηθοποιός είχε πει προφητικά, ότι το χειρότερο πράγμα δεν είναι η μοναξιά, αλλά να πλαισιώνεσαι από ανθρώπους που σε κάνουν να αισθάνεσαι μόνος. Ας χρησιμοποιήσουμε την ιδιότητα μας ως social networkers, ν’αποδείξουμε ότι δεν είμαστε τέτοιοι άνθρωποι και νοιαζόμαστε πραγματικά.

Συντάκτης: Αναστασία Σταθοπούλου