Η κόρνα χτύπησε. Την περίμενε από κάτω. Εκείνη είχε μόλις αποχωριστεί το φρύδι της Frida Kahlo και άπλωνε μια στρώση make up για να προσθέσει αργότερα τη πούδρα, ενώ η αποτρίχωση βρισκόταν ακόμα σε εξέλιξη, με μια ταινία κολλημένη και ξεχασμένη στο πίσω μέρος της γάμπας.

Το τσελιγκένιο της μουστάκι το είχε αφαιρέσει νωρίτερα με τη βοήθεια μιας κλωστής. Πρέπει να ήταν με το που έκλεισαν το τηλέφωνο και προγραμμάτισαν το ραντεβού τους για πέντε ώρες μετά.

Μέσα σε αυτές τις ώρες είχε ακόμα περάσει τη ρίζα με βαφή, είχε λιμάρει και βάψει τα νύχια της και είχε ξεθάψει από τη ντουλάπα τα σέξυ, αλλά όχι ξέκωλλα ρούχα της.

Η κόρνα ξανακούστηκε, πιο επίμονη αυτή τη φορά. Το τασάκι του αυτοκινήτου του είχε γεμίσει αποτσίγαρα. Μα καλά, τι έκανε τόση ώρα αυτή η γυναίκα; Στις 20:00 δεν είχαν ραντεβού;

Και ποιος δεν έχει βρεθεί σε μια παρόμοια θέση, είτε από τη μια, είτε από την άλλη πλευρά; Σίγουρα όλοι μας.

Ο γυναικείος καλλωπισμός είναι κοινωνικό στανταράκι. Προβάλλεται ως πρότυπο σε περιοδικά και τηλεοράσεις, αλλά και στις μεταξύ μας σχέσεις. Είναι σαν ένα φάντασμα που στοιχειώνει τα πάντα γύρω μας.

Ανοίγεις την τηλεόραση, τσουπ! Πετάγεται το φαντασματάκι. Ανοίγεις την εφημερίδα, να ‘το πάλι. Ανοίγεις το ψυγείο και να το για ακόμα μια φορά,  πάνω στο βούτυρο που εικονίζει τη νοικοκυρά με την ποδίτσα της, αλλά με μαλλί κομμωτηρίου και άψογο μακιγιάζ.

Αν δε, έχεις βρει και κάνα καλό γκομενάκι και ετοιμάζεσαι να βγεις ραντεβού μαζί του, ουυυυ, εκεί να δεις! Το φαντασματάκι έρχεται και μπαστακώνεται μαζί με τα φιλαράκια του.

Και δωσ’ του να σου φωνάζουν όλοι μαζί τις αμφιβολίες τους. Άραγε θα φαίνεται καλά η χάλκινη απόχρωση του μαλλιού σου ή θα μοιάζει με τη μπορντοροδοκόκκινη της Μοιραράκη; 

Σετάρει το τσαντάκι σου με το παπούτσι; Και με όλα τα υπόλοιπα, με νύχια, κραγιόν, καλσόν, φουλάρι, χτένισμα, φρύδια, σκουλαρίκια, άρωμα, τι γίνεται;

Και δε σκάνε τα σκασμένα τα φαντασματάκια και σου ρουφάνε συνέχεια τον χρόνο και το χρήμα. Εμ καταλήγεις με μια τσάντα με καλλυντικά που αξίζουν όσο το θησαυροφυλάκιο του Σκρουτζ Μακ Ντακ, εμ για να τα εφαρμόσεις σωστά, θέλεις ένα Σαββατοκύριακο πριν το Σαββατοκύριακο.

Τελικά, ρε παιδιά, αξίζει;

Δεν είναι ψέμα πως όλη η παραπάνω διαδικασία μπορεί να γίνει εφιάλτης για μια γυναίκα. Μήπως όμως το πρόβλημα δεν είναι στη διαδικασία, αλλά στο πόσο εμείς την έχουμε τραβήξει σήμερα;

Για αρχή, είναι στο DNA μας. Τα είδη που φροντίζουν και καλλωπίζουν τον εαυτό τους είναι πιο εξελιγμένα από τα υπόλοιπα.

Η τάση μας να ομορφαίνουμε συνέχεια τον εαυτό μας και το περιβάλλον μας, είναι αυτή που μας ώθησε να βγούμε απ’ τις σπηλιές, να κρατάμε πινέλα αντί για ρόπαλα και να ζωγραφίζουμε Τζιοκόντες, αντί για μαμούθ.

Αυτό αντανακλάται και στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Είναι φυσικά αναφαίρετο δικαίωμά σου να βγεις έξω με τη βράκα περιόδου, το μονόφρυδο και το κολοκοτρωνίσιο σου μουστάκι, αλλά φυσικά να περιμένεις ότι θα γνωρίσεις άτομα αντίστοιχης ιδεολογίας, από άποψη εμφάνισης.

Άλλωστε η εμφάνιση δεν αφορά μόνο τις προσωπικές, αλλά και τις επαγγελματικές μας σχέσεις.

Έχει αποδειχθεί από αναρίθμητες έρευνες πως ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι εξαιρετικά επιρρεπής στο halo effect.

Τι σημαίνει αυτό; Πολύ απλά, τείνουμε να νιώθουμε πως οι πιο εμφανίσιμοι άνθρωποι είναι πιο συμπαθητικοί, πιο ικανοί και πιο φερέγγυοι. Μπορεί δηλαδή μια επένδυση στην εμφάνιση να κοστίζει χρόνο και χρήμα, αλλά αποπληρώνει σε κοινωνικό και επαγγελματικό προφίλ.

Το μυστικό είναι η ισορροπία. Να βρούμε το σημείο στο οποίο μπορούμε να δείχνουμε όσο καλύτεροι γίνεται χωρίς όμως υπερβολές και προσωπική φθορά.

Η παντελής αμέλεια της εμφάνισης είναι το ίδιο επικίνδυνη με τη φανατική εμμονή και τον ναρκισσισμό.

Και μπορεί σήμερα να περιτριγυριζόμαστε από χιλιάδες διαφορετικά προϊόντα ομορφιάς, όμως η σοφία βρίσκεται στη μικρή, εύστοχη φράση «να το φοράς, να μη σε φοράει».

Συντάκτης: Μαριάννα Κουρούπη