Όλοι μας κάποια στιγμή αναγκαζόμαστε να μπούμε σε ένα αυστηρό πρόγραμμα. Ένα πρόγραμμα που τις περισσότερες φορές μας στερεί καθημερινές χαρές και μας απομακρύνει από ανθρώπους για μας σημαντικούς. Μια νέα ρουτίνα που χτίζεται, κυρίως, με βάση τη δουλειά μας, αφού αυτή καταλαμβάνει το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής μας.
Πώς θα ‘ταν, όμως, αν δε δουλεύαμε; Σίγουρα, δε θα σπαταλούσε τη μισή μέρα κλεισμένοι σε ένα γραφείο ή ένα μαγαζί, πάνω από έναν υπολογιστή κι ένα ταμείο. Θα ‘χαμε χρόνο για μας κι όλα τα αγαπημένα μας πρόσωπα. Πιθανότατα, όμως, πέρα απ’ το προφανές, την έλλειψη χρημάτων και τη δυσκολία να συντηρήσουμε τα καθημερινά μας έξοδα (εκτός κι αν είμαστε τίποτε εισοδηματίες), θα μας έλειπε κι η δημιουργικότητα, η αίσθηση πως προσφέρουμε κι ότι είμαστε χρήσιμοι στην κοινωνία.
Σημαντικό, λοιπόν, κι ενίοτε αναγκαία το μεροκάματο. Είναι, όμως, κι αυτό που συχνά μας δυσκολεύει να διατηρήσουμε την κοινωνική ζωή μας και να μη χάσουμε επαφές με την παρέα μας. Γιατί μπορεί όσο ήσασταν φοιτητές κι όσο δεν είχατε επαγγελματικές υποχρεώσεις, τα μεσημέρια να πίνατε καφέδες, τα βράδια να βγαίνατε μέχρι το επόμενο πρωί, τις Τετάρτες να πηγαίνατε σινεμά και τα Σάββατα βόλτα στην αγορά για ψώνια, να κανονίζατε μία με δύο φορές τον χρόνο διακοπές και συχνές εκδρομές, μα όταν βρεις δουλειά όλα αυτά αλλάζουν, όλα αυτά τα ξεχνάς.
Η δουλειά έχει απαιτήσεις. Δεσμεύει τον χρόνο σου και την ενέργειά σου. Κανονίζεις το καθετί βάσει αυτής κι όχι με βάση το δικό σου μέχρι πρότινος πρόγραμμα. Από κάποια στιγμή και μετά δεν προλαβαίνεις και δεν αντέχεις να προσπαθείς να τα συνδυάσεις όλα. Δε σε βοηθάει ώστε να διατηρήσεις τις ισορροπίες σου. Εστιάζεις σε εκείνη, χάνοντας εσένα και την καθημερινότητά σου όπως την είχες φτιάξει ως τώρα.
Θα ‘θελες να μπορούσες να μη στερηθείς ούτε μία έξοδο, να ‘σαι εκεί σε κάθε μάζωξη της παρέας, όμως αυτό είναι πλέον αδύνατο. Η αλήθεια είναι αυτή. Όχι απαραίτητα γιατί η δουλειά είναι αγγαρεία –κάποιοι, εξάλλου, αγαπούν αυτό που κάνουν και συνειδητά επιλέγουν να χτίσουν μια καριέρα θυσιάζοντας άλλα– μα σίγουρα γιατί είναι ευθύνη. Δε σου αφήνει πολλά περιθώρια, σε αναγκάζει να απομακρυνθείς ή να κόψεις συνήθειες που διατηρούσες πριν από αυτό το επαγγελματικό βήμα.
Κι όσο ο καιρός περνάει, οι αρμοδιότητές σου αυξάνονται κι οι αντοχές σου μειώνεται, ο χρόνος σου περιορίζεται, με αποτέλεσμα να μην προλαβαίνεις να δεις ούτε σήμερα τους φίλους σου. Και, ναι, στα πρώτα άκυρα που θα ρίξεις θα δείξουν κατανόηση, όμως από ένα σημείο και μετά γνωρίζουν πως είναι και θέμα προτεραιοτήτων, γιατί κι εκείνοι έχουν υποχρεώσεις, αλλά θυσιάζουν την προσωπική τους ξεκούραση ή τον ύπνο τους για έναν καφέ με την παρέα. Κι όταν εσύ, τελευταία στιγμή, αποφασίζεις πως δεν έχεις κουράγιο να πάτε για bowling μετά τη δουλειά, αδειάζεις και τους άλλους, που προσάρμοσαν το πρόγραμμά τους για να το κανονίσετε.
Κάποιοι απ’ την παρέα απέκτησαν οικογένεια, όμως δεν έριξαν μαύρη πέτρα. Κι έρχεται η δουλειά να μας απομακρύνει. Απορροφά την ενέργειά μας και μηδενίζει τον χρόνο διασκέδασής μας και την επαφή με τα αγαπημένα μας πρόσωπα. Ακόμα κι αν ξεκλέψουμε λίγες ελεύθερες στιγμές, δε βρίσκουμε πλέον συχνά τη διάθεση να πάμε για ένα ποτό μετά το οκτάωρο στο γραφείο -που ποτέ δεν είναι τόσο. Αισθανόμαστε εξουθενωμένοι και λαχταράμε απλώς μια βουτιά στον καναπέ μας. Απαντάμε στις προσκλήσεις τους με ένα ξερό «Δεν μπορώ να έρθω, τελικά, είμαι πτώμα απ’ τη δουλειά» και χωρίς καμία ενοχή μεγαλώνουμε την απόσταση ανάμεσά μας.
Άλλες φορές, πάλι, βρίσκουμε τη διάθεση, δεν μπορούμε με τίποτα όμως να συγχρονίσουμε τα ωράριά μας. Κι εκεί, όσο και να το θέλουμε, νιώθουμε πως δεν υπάρχει κάτι που να μπορούμε να κάνουμε. Μένουμε έτσι αμέτοχοι παρατηρητές, όσο η καθημερινότητα μας χωρίζει απ’ τους ανθρώπους μας.
Ενηλικιωθήκαμε, λοιπόν, για τα καλά. Γίναμε σωστοί επαγγελματίες και ξεχάσαμε να ‘μαστε σωστοί φίλοι. Βολευτήκαμε στα «δε γίνεται» και σταματήσαμε να προσπαθούμε. Ναι, κάποτε το «από κοντά» είναι πράγματι δύσκολο, όταν όμως πραγματικά νοιάζεσαι, βρίσκεις λύσεις. Υπάρχουν τα τηλέφωνα, οι Κυριακές και τα ρεπό, έστω ένας καφές στο χέρι στον δρόμο για το σπίτι και δέκα λεπτά για μια ειλικρινή κουβέντα με τα φιλαράκια μας. Πάντα υπάρχει τρόπος, αρκεί να θέλουμε να βρεθεί.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη