«Σε αγαπάω, όσο κανείς δε θα σε αγαπήσει ποτέ», «να θυμάσαι, μόνο εγώ σε αγαπάω τόσο», «κανείς δε θα σε αγαπήσει όσο εγώ». Φράσεις που σίγουρα έχουμε ακούσει πολλές φορές κι από διαφορετικά πρόσωπα. Έχετε σκεφτεί πόση καταπίεση και προσπάθεια χειρισμού κρύβουν τέτοιου είδους εκφράσεις;

Μια δήλωση υπερβολικής και υπέρμετρης αγάπης κι αφοσίωσης, όχι όμως τόσο αθώα κι ακίνδυνη. Εάν είχαμε την υπερδύναμη να ακούμε πίσω από τις λέξεις και να αναγνωρίζουμε τι εννοεί κανείς πίσω από αυτά που λέει, τότε ίσως οι φράσεις αυτές ακουγόταν κάπως έτσι: «Κανείς δε θα σε αγαπήσει όσο εγώ, γιατί εσύ δεν αξίζεις να αγαπηθείς από άλλον. Μόνο εγώ σου έκανα τη χάρη και σε αγάπησα. Μόνο εγώ. Δε θα υπάρχει άλλος να θέλει να είναι μαζί σου, μόνο εγώ το είδα. Μπράβο μου. Όσο για σένα, μη διανοηθείς να κοιτάξεις αλλού, μη νομίζεις ότι αυτό που σου δίνω εγώ, θα το βρεις έτσι εύκολα. Κι ας είναι ψιχουλάκι. Κι ας είναι προβληματικό. Δεν αξίζεις την αγάπη και την προσοχή των άλλων, εγώ γύρισα και σε κοίταξα. Νιώσε ότι μου ανήκεις. Γίνε ένα χειραγωγήσιμο πλάσμα και πίστεψε ότι μόνο εγώ γύρισα τα μάτια μου πάνω σου. Από επτά δισεκατομμύρια ανθρώπους μόνο εγώ. Κανείς άλλος. Μην τολμήσεις να φύγεις από κοντά μου. Ακόμα κι εάν σου φέρομαι απαίσια. Ποτέ μην το κάνεις. Γιατί δεν αξίζεις την αγάπη των άλλων, κανείς άλλος, μόνο εγώ.»

 

 

Νιώθετε την καταπίεση, την προσπάθεια χειρισμού; Ξέρετε το σημαντικό ποιο είναι; Ότι αυτή η φράση δε θα ειπωθεί μόνο από κάποιον σύντροφο. Πρώτα θα ειπωθεί από τους πολύ δικούς μας ανθρώπους, τους γονείς μας. Παιδιά που δυσκολεύονται να γίνουν ενήλικοι γιατί κανείς δε θα τους αγαπήσει, γιατί εκεί έξω κανείς δε θα τους δει, κανείς δε θα τους εκτιμήσει. Αφού δεν το αξίζουμε. Με κομμένα φτερά κι ήδη με ένα πρώτο λουρί περασμένο στον λαιμό μας θα ψάξουμε πολύ επιφυλακτικά να ξανακούσουμε τη φράση αυτή. Μόλις εντοπίσουμε το ίδιο βλέμμα και την τάση απαξίωσης, αυτή που ξέρουμε τόσο καλά πίσω από τα «κάνεις δε θα σε αγαπήσει όσο εγώ», θα κολλήσουμε και θα δεχτούμε κάθε απαίσια συμπεριφορά.

Ας μη ρισκάρουμε τώρα που βρήκαμε αυτό το μοναδικό άτομο που μας αγάπησε. Ας είναι η αγάπη με λόγια προσβλητικά, με πράξεις υποτιμητικές, με σχόλια ειρωνικά, με συγκρίσεις που μας ακυρώνουν, ακόμα και εκείνο το χαστούκι που φάγαμε ή θα φάμε, λεκτικό ή σωματικό, δεν πειράζει, μια φορά έγινε, μη φύγουμε, αφού ξέρουμε ότι κανείς δε θα μας αγαπήσει. Τόσα χρόνια το ακούμε, πια, το συνηθίσαμε. Το χειρότερο όμως πίσω από το ότι το συνηθίσαμε είναι ότι το πιστέψαμε. Χτίζεται σιγά σιγά ένα ψηλό τείχος με τόσα «κανείς», που μένουμε μέσα κι αφήνουμε απέξω τα όνειρα, τα ταλέντα, τις προσδοκίες μας. Αφού εκεί έξω δεν είναι κανείς για εμάς. Μένουμε εμείς μόνοι κι όλοι οι άλλοι εκτός.

Μια φράση λέει ότι «ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις». Όσοι μας λένε ότι μας αγαπάνε, το λένε και τους πιστεύουμε ότι το εννοούν. Στις φράσεις που συζητάμε, σε αυτά τα «κανείς δε θα αγαπήσει πιο πολύ», αυτό το «κανείς» μας ενοχλεί, εκεί κρύβεται μια μεγάλη απάτη. Υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που θα μας αγαπήσουν στη ζωή μας, σε κοινωνικό και προσωπικό επίπεδο, θα μας εκτιμήσουν και θα είναι δίπλα μας. Το αξίζουμε, το διεκδικούμε, το πιστεύουμε για εμάς, δεν εγκλωβιζόμαστε σε εκείνα τα «κανείς» και δεν περιμένουμε από τους άλλους να μας απορρίψουν.

Είναι μια λεπτή γραμμή ισορροπίας. Όπου όμως αναγνωρίζουμε ότι κάτι δεν είναι όπως πρέπει, όταν το ραντάρ μας, πιάνει και μεταφράζει πίσω από τις βαρύγδουπες δηλώσεις ότι κρύβεται καταπίεση και τάση χειραγώγησης, τότε χρειάζεται θάρρος να μη μείνουμε εκεί όπου ακούμε λόγια, αλλά οι πράξεις κάνουν την καρδιά μας να σφίγγεται. Εσύ πόσα «κανείς δε θα σε αγαπήσει, όπως εγώ», έχεις ακούσει; Και πόσα τελικά έφτασες να πιστέψεις;

 

 

Συντάκτης: Αιμιλία Λυμπέρη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου