Η καλύτερή μου φίλη, η Ιουλία, σπούδαζε πριν λίγα χρόνια στο εξωτερικό. Ακόμα εκεί είναι, συζεί με τον Φιλίπ πια και έχω να την δω περίπου έναν χρόνο. Την θυμάμαι που πηγαινοερχόταν Γαλλία-Ελλάδα και πάντα μας έφερνε διάφορα μικροπράγματα, ήταν πάντα τόσο χαρούμενη. Φαινόταν στο πρόσωπο της.
Νόμιζα πως ήταν έτσι γιατί ερχότανε πίσω στη πατρίδα, αλλά δεν ήταν αυτό. Το κατάλαβα όταν πήγα να την επισκεφτώ για μοναδική φορά. Εκεί τα κατάλαβα όλα.
Το μυστικό της ευτυχίας της ήταν η ανεξαρτησία. Η ελευθερία. Κάτι που εμένα μου έλειπε. Σπούδαζε αρχιτεκτονική, δούλευε part-time και είχε ένα υπέροχο μικρό σπίτι με σοφίτα στο κέντρο της πόλης. Είχε πολλούς φίλους και ένα αγόρι που τη λάτρευε.
Τι άλλο να ζητήσει κανείς, σκεφτόμουν.
Τίποτα απολύτως.
Γυρνώντας λοιπόν πίσω στο σπίτι μου, με περίμεναν οι γονείς όλο χαρά να τους πω τα νέα από το ταξίδι μου. Είχα λείψει για μια εβδομάδα, αρκετή για να νιώσω κι εγώ τι σημαίνει ανεξαρτησία. Δεν είχα ποτέ το δικό μου σπίτι.
Αντί να τους πω λοιπόν πόσο ωραία περάσαμε με την Ιουλία, τους είπα ότι αποφάσισα να μείνω μόνη μου. Στην αρχή δεν μπορώ να πω ότι χάρηκαν ιδιαίτερα και μου είπαν ένα σωρό πράγματα που θα μπορούσαν να αποτρέψουν την απόφαση μου.
Φυσικά, στο τέλος λύγισαν.
Ήμουν ήδη 26 και είχα τα δικά μου χρήματα. Αλλά όχι και την ουσιαστική ανεξαρτησία μου. Όχι πως είχα κάποιον περιορισμό ή πως οι γονείς μου με ενοχλούσαν με κάποιο τρόπο, αλλά δεν είχε καμία σχέση με το να είσαι η κυρία του σπιτιού σου και της ζωής σου.
Η ανεξαρτησία δεν είναι και πολύ εύκολη υπόθεση βέβαια. Θέλει οικονομικό προγραμματισμό και πολύ χρόνο και κόπο.
Αλλά διάολε άξιζε.
Αρχικά, άντε να βρεις το σπίτι που θέλεις. Να συνδυάζει περιοχή, ενοίκιο, παλαιότητα και τετραγωνικά. Θέλει ψάξιμο, υπομονή και πολλή καλή διάθεση. Μετά, να καθαριστεί επιμελώς και αν έχει και μαστορέματα, την έβαψες για τα καλά.
Αλλά και πάλι, αξίζει η αναμονή και ο κόπος.
Μετά, έχεις και το μισητό –για μένα– πακετάρισμα. Κούτες, φελιζόλ, βαλίτσες, σακούλες, ψαλίδια από δω, ταινίες από κει. Ο κακός χαμός. Άντε να κανονίσεις μεταφορική, να αλλάξεις κλειδαριές, να βάλεις τηλέφωνο και ίντερνετ, να ξεπακετάρεις, να δεις τι πρέπει να αγοράσεις ακόμα. Πολλή δουλειά και οικονομική αφαίμαξη επίσης.
Όταν όμως όλος αυτός ο κόπος αρχίζει να παίρνει μορφή, έρχεται η αίσθηση της εκπλήρωσης να σε ανταμείψει.
Είσαι εσύ και ο εαυτός σου και κάνεις ό,τι σου κατεβαίνει, την ώρα που σου κατεβαίνει.
Σκέφτεσαι πώς δεν έχεις το ζεστό φαγητό της μαμάς στο τραπέζι και κάνεις μια γρήγορη μακαρονάδα. Εν ολίγοις σου φαίνεται καταπληκτική, αλλά γιατί την έφτιαξες εσύ στις δώδεκα τη νύχτα. Γιατί άνοιξες κι ένα μπουκάλι κρασί για πάρτη σου και γιατί τελικά του έστειλες μήνυμα «θα ’ρθεις»; Και ήρθε, μες τη νύχτα να σε δει, στο δικό σου σπίτι και μετά κοιμηθήκατε αγκαλιά, ανάμεσα σε κούτες και σελοφάν.
Υπάρχουν πολλές μετακομίσεις στη ζωή μας, μα η καλύτερη ίσως είναι αυτή που αποφασίζουμε να κάνουμε για εμάς και μόνο. Όπως την θέλουμε ακριβώς. Εγωιστικά.
Λίγες μέρες μετά τη μετακόμιση, μίλησα ξανά με την Ιουλία στο τηλέφωνο. Συζητήσαμε για το νέο μου σπίτι, και της είπα ότι καμιά φορά αναπόφευκτα μου λείπει το παλιό και οι γονείς. Της φάνηκε αστείο και μου είπε ότι είναι φυσιολογικό, αλλά… «δεν έφυγες και για μετανάστης ρε. Όσο κι αν αγαπάμε τους γονείς μας, ή όσο κι αν θέλουν να μας έχουν κοντά τους και να μας περιποιούνται, πρέπει να περιποιούμαστε μόνοι μας τον εαυτό μας κι εκείνοι να χρησιμοποιούν όλον αυτό το χρόνο για τους εαυτούς τους. Μεγαλώσαμε, ξεκόλλα. Καλά έκανες».
Την άκουγα και έγνεφα με ένα καρφωμένο χαμόγελο: «ρε το ξέρω! Κάνω δουλειά στο λάπτοπ τώρα, είμαι στο σαλόνι με το βρακί, σου μιλάω στο τηλέφωνο και δεν έχω τον πατέρα μου να φωνάζει να τελειώνω για να δει ειδήσεις».
Ανεξαρτησία επιτέλους.
Αξία ανεκτίμητη.