«Ένας άνθρωπος βάζει σκοπό της ζωής του να ζωγραφίσει τον κόσμο» είχε γράψει ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες και σαν να αποτέλεσε προσωπική προσταγή στον εαυτό του, βάλθηκε με τις λέξεις του να αναζητήσει τον δικό του σκοπό, δημιουργώντας τον κόσμο του. Γεννημένος κάτω από τον καυτό ήλιο του Μπουένος Άιρες στις 24 Αυγούστου του 1899 κατάφερε με μαεστρία να αποδώσει τη θελκτική του πραγματικότητα· είχε άρωμα θάλασσας, ζωηρά χρώματα από την Αργεντινή, ήταν γεμάτος μύθους και θρύλους. Στον παράδεισό του δέσποζε μία βιβλιοθήκη, με γλαφυρά λόγια που τέρπουν την ψυχή κι αυτός ο ερωτικά ντροπαλός ποιητής (όπως έχει χαρακτηριστεί) μιλά ειλικρινά για το σπουδαίο συναισθήματα της καρδιάς με τις εξής φράσεις:
1. «Πρέπει να υποκριθώ ότι υπάρχουν κι άλλοι. Ψέματα. Μονάχα εσύ υπάρχεις.»
Ο έρωτας απομονώνει τον άνθρωπο από τον κόσμο, τού δημιουργεί την ψευδαίσθηση της απόλυτης μοναξιάς καθιστώντας του δεδομένο πως μόνο μέσα από τον άλλον υπάρχει. Οι υπόλοιποι περιφέρονται περισσότερο σαν αόριστες και αδιάφορες οντότητες, εξυπηρετώντας αποκλειστικά την επιθυμία των ερωτευμένων να αφεθούν μόνοι μέσα στη σύγχυση του κόσμου όλου. Ουσιαστικά, αδυνατούν να υποκριθούν πως περιστρέφονται γύρω από τους άλλους αφού το βλέμμα τους αντανακλά συνεχώς την εξιδανικευμένη εικόνα του άλλου: η υποταγή (καθ)ορίζεται στα μάτια (που παρατηρούν μόνο για να δουν το φως του αγαπημένου τους) κι όχι στο σώμα.
2. «Να είμαι μαζί σου και να μην είμαι μαζί σου είναι ο μόνος τρόπος που έχω για να μετρώ τον χρόνο.»
Συνεχώς, αδιάκοπα, απροκάλυπτα, ήρεμα κι έντονα, ρακένδυτα ή μη οι ερωτευμένοι υπάρχουν για να ζουν μαζί και χώρια. Ακροβατώντας ανάμεσα στο «τώρα» και στο «μετά» η καρδιές τους πάλλονται επικίνδυνα με σκοπό την επιβίωση από την αέναη αναμονή μίας συνάντησής τους. Τα λεπτά είναι στιγμές που χάνονται κι αποκτώνται αυτόματα, την ίδια στιγμή που κοιτάζουν ο ένας τον άλλον αφήνουν τις ώρες ξεδιάντροπα να γλιστρήσουν μέσα από τα δάχτυλά τους, μα στο τέλος τίποτα από αυτά δεν έχει σημασία· το μόνο που μετράει είναι οι στιγμές, γιατί ο άνθρωπος είναι οι στιγμές του.
3. «Είσαι μία μία η κάθε στιγμή.»
Ο έρωτας είναι ένας μανιακός συλλέκτης στιγμών και συναισθημάτων, απαιτεί τη μνήμη, γι’ αυτή έχει τη δύναμη να τόν κρατήσει ζωντανό. Αποζητά διψασμένα τις λέξεις από τα χείλη του αγαπημένου του, τρέφεται διαρκώς με τα χάδια του, επιβιώνει προσωρινώς με τα βλέμματά του και χάνεται στη λήθη των στιγμών του. Τα πάντα του είναι δημιουργημένα από αυτόν τον «κοινό τους χρόνο» όπου όλα απορρέουν από αυτούς καταλήγοντας πάλι σε εκείνους· Η ζωή για εκείνους δε μοιάζει με ημιευθεία: μία συγκεκριμένη αρχή με ένα άγνωστο προορισμό αλλά με επαναλαμβανόμενους κύκλους γιατί τούς θυμίζουν εκείνους.
4. «Θα ξεχυθώ μες στη γαλήνη Σου, να εξερευνήσω την πιο απόμακρη ακτή σου κι ίσως σε δω.»
Μέσα σ’ αυτόν τον κυκλικό χρόνο λοιπόν, που πιστεύουν πως τούς έχει παραδοθεί απλόχερα ξέρουν πως οδεύουν ανίδεοι προς το χάος κι αυτό είναι που τούς γοητεύει περισσότερο. Να ψηλαφίσουν το σύμπαν που απλώνεται μυστηριωδώς ενώπιόν τους κι εκείνοι καλούνται να το ανακαλύψουν. Τα αρμονικά κύματα, τα μεθυστικά αρώματα, οι κρυφές ματιές, οι πρωτόγνωρες κινήσεις των χεριών, οι φωνές που σπάζουν τα φράγματα συνθέτουν αυτή την ένδοξη γαλήνη, για την οποία μιλάει ο ποιητής, στην οποία ο μοναδικός θεός είναι ο άλλος και η ιερότητα και ο σεβασμός του άλλου είναι τα μόνα στα οποία οφείλει να υποκλίνεται ο ερωτευμένος.
5. «Δεν μπορώ να σου πω ποιος είσαι ούτε ποιος πρέπει να γίνεις. Μόνο μπορώ να σ’ αγαπώ όπως είσαι και να είμαι φίλος σου.»
Ο έρωτας που μεταρσιώνεται σε αγάπη μπορεί μονάχα να συμφωνήσει ήπια, να μιλήσει σοφά, να προτείνει λελογισμένα, να βρίσκεται πάντοτε στο πλάι του άλλου και να υπάρχει στη ζωή του σαν ένας φίλος. Πόσο συχνά λησμονούν οι άνθρωποι πως η φιλία είναι η πιο δυνατή μορφή αγάπης; Η αγάπη, ωσάν τρυφερή γερόντισσα που έχει βιώσει τη ζωή στο μέγιστο, έχει αποσυρθεί πλέον από τις έντονες μάχες και τις αιματηρές συγκρούσεις ερώτων που ερωτεύτηκε μα αγάπησε αποκλειστικά έναν σε μία καθημερινότητα με ζηλευτή απλότητα κι απαλότητα: εκείνη της αυτογνωσίας! Το «μόνο» λοιπόν που μπορεί να κάνει, όσο πεζό κι αν ακούγεται, φαίνεται να είναι τα πάντα.
6. «Να κοιμάσαι ευτυχισμένος. Να εκπέμπεις αγάπη. Να ξέρεις ότι είμαστε εδώ περαστικοί.»
Η νύχτα κρύβει μειλίχια όλες τις σκέψεις της ημέρας για αυτό κι εσύ οφείλεις να τις ηρεμείς, να μπορείς να αναπνέεις δίχως να φοβάσαι για το αύριο και να στέκεσαι αντάξιός σου. Να εκπέμπεις αγάπη· είναι καθήκον σου να ακτινοβολείς· όχι με μια ακαθόριστη επιθυμία για χαρά αλλά με μια σιγουριά της αγάπης σου, όλων εκείνων των προσώπων και των πραγμάτων που μπορούν να αγκαλιάσουν αυτή τη λέξη. Οπότε, παρόλο που η ζωή είναι μία αστραπή, μπορείς να προλάβεις να αγαπήσεις (θα ήταν κρίμα εάν δεν το προσπαθήσεις).
7. «Ευτυχισμένοι όσοι αγαπιούνται κι όσοι αγαπούν κι όσοι μπορούν να ξεπεράσουν την αγάπη.»
Κι αν για κάτι αξίζει να πονέσει κάποιος, ίσως αυτό να είναι η αγάπη: είτε αυτό σημαίνει πως οι καρδιές αδυνατούν να συνυπάρξουν, είτε γιατί στην αγάπη «ξεπερνώ», κάποιες φορές σηματοδοτεί «υπερβαίνω» και κυρίως τον εαυτό μου. Γιατί η ευτυχία έχει πολλά πρόσωπα: την μονόπλευρη αγάπη, την αμφίδρομη και τη θεϊκή (!) αφού όλοι εν δυνάμει μπορούν να αισθανθούν αυτή την ανάγκη αλλά και να την ανταποδώσουν, το μέτρο μετά έγκειται στα εμπόδια και στις θυσίες. Όμως, οι άνθρωποι θα έπρεπε να είναι ευτυχισμένοι και μόνο που έχουν τη δυνατότητα να βιώσουν την αγάπη, να την αγγίξουν· το λιγότερο που μπορούν να κάνουν είναι να παραδοθούν σε εκείνη.
8. «Και μαθαίνεις πως Αγάπη δε σημαίνει στηρίζομαι»
Αφοσιωμένος σε εκείνη μαθαίνεις πως σημαίνει στηρίζω και όχι στηρίζομαι, λατρεύω και όχι λατρεύομαι, υπολογίζω και όχι υπολογίζομαι, βλέπω και όχι κοιτάζομαι, επενδύω και όχι λαμβάνω, γνωρίζω και δε μαθαίνω, αφήνω χωρίς να αφήνομαι, υπάρχω δίχως να δεσπόζω και (κάποιες φορές) αγαπώ χωρίς απαραίτητα να αγαπιέμαι. Εκείνη ποτέ δεν ήταν παθητική αλλά πάντοτε ενεργητική, ουδέποτε έλεγε «εγώ» αλλά «εμείς», άφηνε τον εαυτό της κι αγκάλιαζε τον άλλον, χαρακτηριζόταν από ανιδιοτέλεια κι όχι εγωισμό. Γι’ αυτό μαθαίνεται δύσκολα κι απαιτεί χρόνο.
9. «Αξίζει τον κόπο να δυστυχήσεις πολλές φορές για να αισθανθείς ένα λεπτό ευτυχισμένος»
Παρόλο που οι άνθρωποι τείνουν να αρέσκονται στις ευκαιριακές χαρές, να παρατηρούν πως πολλά μικρά στοιχεία της ημέρας μπορούν να στρέψουν τη ζυγαριά της ευτυχίας προς το μέρος τους θα θέλαμε να πιστεύουμε ότι είναι κάτι παραπάνω από φερόμενοι ανά τα χρόνια ζητιάνοι των περιστασιακών δόσεων σεροτονίνης. Το μεγαλείο της ζωής κείται στην καρδιά, η οποία μπορεί να καταπνίξει όλες τις δυστυχίες και τις χαρές στο όνομα μιας πραγματικής ευτυχίας, εκείνη της αγάπης! Το αιώνιο λεπτό εκείνο θα σώσει εκατομμύρια ώρες επίπονων δακρύων γιατί ο άνθρωπος θα μπορεί να φωνάξει περήφανα πως υπήρξε πραγματικά ευτυχισμένος.
10. «Έτσι φτιάχνεις τον κήπο σου εσύ, αντί να περιμένεις κάποιον να σου φέρει λουλούδια.»
Οπότε στον κήπο της ζωής μας, στον μικρόκοσμο του σύμπαντός μας θα αφήναμε ένα μοναχικό τριαντάφυλλο για τον έρωτα, σπόρους για το αιωνόβιο δέντρο της αγάπης, μία πικραλίδα για τις κρυφές ευχές μας, ένα φεγγαρόδουλο για να μάς κρατά συντροφιά τις νύχτες, μία ημεροκαλλίδα για να μάς θυμίζει πως κάθε μέρα αναγεννιόμαστε· και το αγαπημένο μας, κάπου σε μία μικρή, ιδιωτική γωνία μόνο για τα μάτια μας, εκείνο που θα μάς φέρει ο άνθρωπος που συλλογιζόμαστε όταν ακούμε τις λέξεις «αγάπη κι έρωτας». Γιατί ο άγνωστος αυτός άλλος θα εμπιστευτεί το ανθό σε εκείνον που έχει αποδείξει στον εαυτό του πως μπορεί να το φροντίσει.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου