Έχετε δει ποτέ τον χαρακτηριστικό εκείνον πίνακα που απεικονίζει ένα κύμα στις αποχρώσεις του μπλε και του γαλάζιου με μια ξύλινη βάρκα μέσα του, σαν να φαίνεται πως είναι έτοιμο να το καταβροχθίσει; Αυτή η εικόνα ανήκει στον ζωγράφο Κατσουσίκα Χοκουσάι και ονομάζεται το «Μεγάλο κύμα της Κανάγκαουα» όπου πέρα από την εικαστική και καλλιτεχνική σημασία που του έχει αποδοθεί, εκφράζει και την ιαπωνική φιλοσοφία του «γκάνμπατε» που θα μπορούσε να μεταφραστεί ως «κάνε τα πράγματα όσο καλύτερα μπορείς, μην το βάζεις ποτέ κάτω, συνέχισε να προσπαθείς».
Οι ναυτικοί που βρίσκονται μέσα στη βάρκα -αλλά δε φαίνονται στην εικόνα- είναι ακριβώς εκείνοι που αντιμετωπίζουν το κύμα, δεν μπορούν να του ξεφύγουν αλλά ούτε και να τα παρατήσουν, γιατί αλλιώς θα πνιγούν. Η μόνη λύση που έχουν είναι να προσαρμοστούν σε εκείνο και να γίνουν «ένα» με αυτό, ώστε να μπορέσουν να το αντιμετωπίσουν. Ίσως αυτή να είναι και η γενικότερη στάση που θα ήταν χρήσιμο να έχουμε στη ζωή μας.
Είναι κάπως ουτοπικό κι αδύνατο να σταματήσουμε ή να εμποδίσουμε τις δυσκολίες να έρχονται κατά πάνω μας, όσο κι εάν έχουμε προγραμματίσει την καθημερινότητά μας κι όσο και να θέλουμε να τις αποφύγουμε. Αυτό δε σημαίνει πως είμαστε «καταραμένοι ή μουντζωμένοι» απλώς η ζωή είναι έτσι δομημένη, ώστε καλούμαστε να έρθουμε σε επαφή με τις δυσκολίες, με ανθρώπους που μας κάνουν τη ζωή λίγο πιο περίπλοκη και με καταστάσεις που δε μας αφήνουν να ηρεμήσουμε.
Εάν βγάλουμε από την εξίσωση το να σταματήσουμε να ζούμε, να κλειστούμε στο σπίτι μας και να μη μιλήσουμε ποτέ ξανά με κανέναν, μια λύση θα ήταν ν’ αποδεχτούμε αρχικά το πρόβλημα και την ύπαρξή του. Τα «κύματα» στη ζωή μας θα είναι πολλά, άλλα πιο διαχειρίσιμα κι άλλα πιο βίαια και τρομαχτικά, άλλα θα πέφτουν πάνω μας κατευθείαν κι άλλα θα εμφανίζονται αρχικά, σαν απλές ενοχλήσεις. Σε κάθε περίπτωση, όμως, δε γίνεται να πνιγούμε, να πελαγώσουμε και ν’ αφήσουμε την τύχη να μας πάει όπου θέλει εκείνη. Το να μας χτυπούν τα κύματα αλύπητα κι εμείς να το υπομένουμε καρτερικά, σημαίνει πως έχουμε γίνει έρμαια μιας κατάστασης κι αυτό δε μας αξίζει. Το «κάρμα» μπορεί να μας βοηθήσει, αλλά πολλές φορές δυσκολευόμαστε ν’ αποδεχτούμε πως εμείς το δημιουργούμε.
Οπότε, περιμένοντας να μας βυθίσει το επόμενο κύμα, μπορούμε να προσπαθήσουμε να το προλάβουμε. Να εξοπλιστούμε με μάσκες για να βλέπουμε καθαρότερα στον βυθό κι εργαλεία για να αναπνέουμε, εάν χρειαστεί να μείνουμε λίγο παραπάνω κάτω από το νερό. Μια στολή για να μην κρυώνουμε και να προστατευτούμε εάν μας χτυπήσει κάποια πέτρα που θα παρασύρει η ορμή του. Έχουμε τη δυνατότητα ν’ αφεθούμε με έναν άλλον τρόπο, πιο ενεργητικό και πιο αποτελεσματικό: να γίνουμε «μέρος» αυτού που μας απασχολεί. Κάποιες φορές μπορεί να είναι πιο εύκολο, να είναι κάτι που το δημιουργήσαμε εμείς και το προκαλέσαμε με τις πράξεις μας στον εαυτό μας, άλλες στιγμές μπορεί να θεωρήσουμε πως φταίνε οι άλλοι κι εκ πρώτης όψεως αυτό είναι μια δικαιολογία. Για τους άλλους, είναι η αλήθεια πως δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, αλλά μπορούμε να κάνουμε για εμάς. Εκείνοι θα είναι όπως είναι, δε γίνεται να τους αλλάξουμε επειδή θεωρούμε πως μας δυσκολεύουν τη ζωή. Εμείς όμως έχουμε καθήκον προς τον εαυτό μας να διαπιστώσουμε πώς μπορούμε εμείς να προσαρμοστούμε σε ό,τι μας έχουν «δώσει» να διαχειριστούμε.
Μπορεί να φανεί άκυρο με αυτή τη φιλοσοφία, αλλά σκεφτείτε πως στις περισσότερες εργασίες στη σημερινή εποχή αυτό που οι εργοδότες ζητούν ως απαραίτητη προϋπόθεση, ακόμα κι αν μερικές φορές δεν το λένε, είναι η προσαρμοστικότητα. Ο συνάδελφος με τον οποίο δε θα μπορούμε να συνεννοηθούμε, οι απαιτήσεις που θα είναι δύσκολες ν’ ανταποκριθούμε, ακόμα κι ο ίδιος ο εργοδότης είναι πολύ σύνηθες να μην είναι και ο πιο εύκολος άνθρωπος. Αλλά όπως δεν μπορούμε να τα παρατήσουμε όλα, να βρίσουμε τον άλλον στα μούτρα και να σηκωθούμε να μετακομίσουμε στη Χαβάη -όπου κι εκεί δε σημαίνει πως δε θα έχουμε δυσκολίες ν’ αντιμετωπίσουμε- οφείλουμε να πάρουμε μια βαθιά ανάσα και να βουτήξουμε στα βαθιά. Κι επειδή κανένας δεν έμαθε να κολυμπάει μόνος του, μπορούμε να παρατηρήσουμε πώς αλλάζει ο κόσμος, πώς μετατρέπει τη ζωή και την καθημερινότητά του, πώς μεταβάλλει κάθε τι αρνητικό σε μια θετική ή πιο λειτουργική εκδοχή.
Μέσα στο άγχος μας και στην απελπισία μας, πολλές φορές ξεχνάμε πως έχουμε την εσωτερική δύναμη να πείσουμε τον εαυτό μας να μην πνιγεί και με κάποιον τρόπο, να επιβιώσει. Εξάλλου τα «κύματα» δε θα μας χτυπούν μια ζωή, αλλά εμείς πρέπει να εκμεταλλευόμαστε την κάθε ευκαιρία για να μαθαίνουμε να ζούμε με αυτά και να μην αποδιοργανωνόμαστε κάθε φορά.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου