Έχετε παρατηρήσει ποτέ τον έρωτα; Εκείνες τις στιγμές που δύο άνθρωποι συναντούν τα βλέμματα του ενός και του άλλου και τα σώματά τους, σαν να τα έλκει κάποιου είδους μαγνητικό πεδίο βρίσκονται εγκλωβισμένα, όμως είναι ωραία αυτή φυλακή τους. Κοιτάξτε για λίγα λεπτά τον ερωτευμένο κόσμο και θα το διαπιστώσετε.

Υπάρχουν εκείνοι οι αθεράπευτα ερωτευμένοι με τα πάντα, οι εραστές της ζωής θα μπορούσαν να αποκαλεστούν, που χωρίς να τους φανταστούμε ουτοπικά να περιδιαβαίνουν στα ολάνθιστα λιβάδια, ενώ απαγγέλλουν Μπάιρον βρίσκονται σε μία άλλη διάσταση. Αγαπούν παθιασμένα, απόλυτα και χαρακτηρίζονται από έντονη κτητικότητα, λες και η ζωή τους ανήκει. Οι υψηλές τέχνες, τα σπάνια δημιουργήματα, οι αόριστες έννοιες αποτελούν μέρος της καθημερινότητάς τους, είναι εκείνοι που δε θα διστάσουν με την πρώτη ευκαιρία που θα τους δοθεί να μιλήσουν για την ελευθερία του πνεύματος και την αξία της ομορφιάς στη ζωή μας. Σε αυτούς προσιδιάζει και ο ένδοξος, νεανικός έρωτας- ή τουλάχιστον, όπως αισιόδοξα ευελπιστούμε να είναι-, αυτό το φτερό στον άνεμο που λυσσομανά να επιβιώσει.

Ανυπέρβλητα εμπόδια, που συχνά θέτουν οι ίδιοι συνειδητά στον εαυτό τους, χαρίζοντάς τους μία λαχτάρα διεκδίκησης και απαίτησης συναισθημάτων. Υπάρχει μία σαιξπηρική τραγικότητα στον έρωτά τους που τους εξωθεί στο ‘χείλος του γκρεμού με βαρύγδουπες υποσχέσεις αιώνιας αγάπης, σκληρά λόγια μίσους, φουρτουνιασμένες και εξαντλητικές σκέψεις που καταλήγουν σε ομηρικές διαφωνίες και ολοένα και αυξανόμενη ερωτική ένταση μεταξύ τους. Οι έρωτες αυτοί μαθαίνουν στον άνθρωπο να υπάρχει, να βιώνει την ολότητα της πραγματικότητας με ξεχωριστό τρόπο.

Στον αντίποδα, υπάρχει η ηρεμία και η ραστώνη της άγνωστης ευτυχίας. Ο έρωτας αυτός μοιάζει με ένα απόγευμα στην ακροθαλασσιά, καθώς το κύμα σκάει στα βράχια, το αεράκι κυλάει τόσο ανάλαφρα όπως και η ίδια η ζωή, ο παιδικός έρωτας πάντοτε θα μας συγκινεί. Θα γελάσουμε ήσυχα με εκείνον, θα νιώσουμε κάτι πρωτάκουστο για εμάς μέσα στην ψυχή μας δίχως να μπορούμε να το ερμηνεύσουμε αλλά θα είναι ασήμαντη η εξήγησή του. Εκείνα τα αθώα μάτια που σε κοιτούν με καλοσύνη δημιουργώντας μία αίσθηση ανεμελιάς, απομακρυσμένη από τα πάντα και όλους. Ο έρωτας αυτός δε διακηρύττει την ύπαρξή του αλλά αντιθέτως, μιλά ψιθυριστά, ίσα ίσα για να ακουστεί στον άνθρωπό του, με μία ευλάβεια για τον άλλον.

Υπάρχουν άνθρωποι που ερωτεύονται άλλους ανθρώπους, μεγαλεπήβολες ιδέες, ευγενικές καρδιές κι άλλοι καταστάσεις. Ελπίζουν σφοδρά να βρεθεί αυτό το άτομο στη ζωή τους που θα τους απαλλάξει από τη μονοτονία, από τις λανθασμένες επιλογές, από τους ανθρώπους που τους έβλαψαν, επιζητούν ανθρώπους-σωτήρες και όπως πάντοτε υπάρχουν «καταδικασμένοι», οι «άγγελοι» βρίσκονται στο πλάι τους. Θυσιάζουν τη ζωή τους για εκείνους, προσπαθούν μανιωδώς να τους αποσύρουν από τα έλη της ψυχής τους, να τους δείξουν την ομορφιά της αφοσίωσης, της τυφλής υποταγής στον έρωτα.

Κι εκείνοι, για να τους (συγ)κρατήσουν μένουν στάσιμοι, δικαιολογούνται και κρυφά μειδιούν περήφανα, ποιος θα έφευγε εάν ήξερε πως υπάρχει ελπίδα ο αγαπημένος τους να σωθεί; Όμως αυτή η ελπίδα είναι πλαστή, γεμάτη μελανά σημεία, κρύβει δηλητήριο μέσα της που σε μικρές ποσότητες οι άνθρωποι το συνηθίζουν. Οπότε ο έρωτας της υποταγής (τους) είναι σαν μία υπόσχεση, μία μονόπλευρη και επικίνδυνη. Οι άνθρωποι εκείνοι ερωτεύονται με όλη τους την καρδιά και οι υπόλοιπες αισθήσεις παραληρούν, οι φωνές των άλλων δεν είναι παρά μία ενοχλητική βουή στο άπειρο, η γεύση της προσωρινότητας είναι μία φενάκη, το άγγιγμα του Μίδα τους λυτρώνει, το άρωμα της λάσπης πλέον τους φαίνεται γνώριμο.

Υπάρχουν λοιπόν εραστές της καρδιάς αλλά και του μυαλού. Εκείνα τα άτομα που γοητεύονται από την επεξεργασία των πληροφοριών που δέχονται, λατρεύουν να επιδιώκουν αυτή τη λάμψη στα μάτια που εμφανίζεται ενώπιόν τους, εάν μπορούσαν να τους φυλακίσουν και να την απολαμβάνουν μονάχα εκείνοι ίσως να το επιχειρούσαν. Ερωτευόμαστε με το μυαλό επειδή γνωρίζουμε ίσως πως αυτό μπορεί να πολεμήσει την καρδιά (ίσως είναι και το μόνο). Θα μπορούσε να παρουσιαστεί και ως μία αποφυγή του λάθους, γιατί όλοι γνωρίζουμε εκείνους τους λάθος έρωτες(;). Λάθος στιγμή, λάθος άνθρωπος, λάθος μέρος και στιγμή αλλά η έλξη υπάρχει, ο άνθρωπος εκείνος φαίνεται ιδανικός για εμάς μόνο και μόνο επειδή δεν είναι. Τον ερωτευόμαστε αστραπιαία και καταλυτικά, χωρίς εξηγήσεις και αιτίες, κάποιες φορές δίχως και κάποιο βαθύτερο συναίσθημα αλλά η ακατανίκητη ώθηση προς εκείνον μας είναι αρκετή, σαν η θαλασσοταραχή μέσα μας να ανακάλυψε επιτέλους τον καταρράκτη που μπορεί να αφεθεί.

Ενάντια λοιπόν στον έρωτα υπάρχει το μίσος και ορισμένες φορές, όπου τα αντίθετα έλκονται, το μίσος είναι έρωτας. Πρόκειται για εκείνες τις γεμάτες εκρήξεις και πάθος σχέσεις που καταλήγουν πάντοτε στο συμπέρασμα του χωρισμού κι όμως είναι τόσο δύσκολος και δύσβατος αυτός ο δρόμος. Σκέφτονται τον αγαπημένο τους -ποτέ δε θα παραδεχτούν πως αυτό είναι αλήθεια- δοκιμάζοντας την αίσθηση που αφήνει το όνομά του στα χείλη τους, βρίσκονται κοντά του μόνο και μόνο για να τον πυροδοτήσουν (καταλήγοντας να καίνε τον εαυτό τους) και τον μισούν για να μην τον αγαπήσουν.

Αλλά, τελικά, ποιος ορίζει τι είναι σωστό και τι λάθος στον έρωτα;

 

Συντάκτης: Ελένη Τσεπελίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου