Κλαις. Αυτό ξέρεις ότι έκανες τη στιγμή που γεννήθηκες. Έκλαψες γοερά. Γυμνός κι απροστάτευτος. Χωρίς να ξέρεις γιατί, αλλά σου φάνηκε σωστό. Σε όλους φάνηκε σωστό κι από μέσα τους είπαν «ευτυχώς». Ευτυχώς γιατί ήσουν ζωντανός, γιατί το κλάμα σου έδειξε πως υπήρξες, πως δεν ήσουν ήσυχος, πως δεν ήσουν νεκρός. Εκείνη την ημέρα σ’ άφησαν να κλάψεις, να παραπονεθείς και ν’ απαιτήσεις. Για λίγο καιρό συνεχίστηκε αυτό, μέχρι που μεγάλωσες. Για κάποιο λόγο σταμάτησες να χρησιμοποιείς το κλάμα για να σε προσέξουν και να σου δώσουν αυτό που ζητούσες. Κανένα παράπονο μέχρι στιγμής.
Μέχρι που έκλαψες ξανά, όταν χτύπησες για πρώτη φορά ή όταν σου φώναξε κάποιος μεγαλύτερος ή επειδή στεναχωρήθηκες για το αστεράκι που δεν πήρες στην έκθεση. Σου είπαν πως τα μεγάλα παιδιά (ειδικά εάν είσαι αγόρι) δεν κλαίνε και σταμάτησες. Μέχρι που έκλαψες ξανά, όταν αισθάνθηκες αδικημένος ή ένιωσες πως πνιγόσουν, όταν δεν έγινες αποδεκτός ή όταν ο τότε έρωτας της ζωής σου δε σε κοιτούσε καν. Σου είπαν πως αυτά δεν είναι πράγματα για τα οποία κλαίμε. Σκούπισες τα μάτια σου, ανασυγκροτήθηκες, έριξες λίγο νερό και φόρεσες ένα ωραίο χαμόγελο.
Μέχρι που έκλαψες ξανά, όταν δεν έδιναν σημασία στα προβλήματά σου, όταν δε σ’ άκουγαν κι όταν δεν είχες κάποιον δίπλα σου. Σου είπαν πως καθένας μόνος του πορεύεται κι αντιμετωπίζει τη ζωή, η οποία είναι και δύσκολη· συνήθισέ τη. Συνήθισες τόσο τη ζωή που το κλάμα έχει γίνει μια μυστική ιεροτελεστία, ένα παραθυράκι στο βεβαρυμένο πρόγραμμα. Είναι ένα μυστικό ανάμεσα σ’ εσένα και στους τοίχους του δωματίου σου, μια συμφωνία με τα μουσκεμένα σου μαξιλάρια και τον πρωινό πονοκέφαλο.
Γιατί τότε υπάρχει και βρίσκεται ο χρόνος και ο χώρος. Η κοινωνία δεν είναι ο κατάλληλος χώρος για να κλάψεις κι οι άνθρωποι δε σου δίνουν τον απαραίτητο χρόνο. Θα σου πουν «σταμάτα» και πως «όλα θα περάσουν» γιατί το κλάμα τους αποδιοργανώνει. Σπας και ραγίζεις, χαλάς την εικόνα σου, κοκκινίζεις στα μάτια και στα χείλη, τα μάγουλα σου φλέγονται κι όλα αυτά φωνάζουν «επικίνδυνο». Απειλητικό και προκλητικό ταυτόχρονα. Είσαι προκλητικός εάν κλάψεις μπροστά σε άλλους. Θα θυμώσουν που εσύ μπορείς να το κάνεις ενώ εκείνοι όχι, θα σκεφτούν τα δικά τους προβλήματα και θα υποστηρίξουν πως είναι σοβαρότερα από τα δικά σου. Θα νιώσουν άβολα και δε θα ξέρουν τι να κάνουν: να σε σταματήσουν ή να σ’ αφήσουν να ξεσπάσεις;
Σπάνια θα βρεις τους δεύτερους. Για τους περισσότερους, οφείλεις να μείνεις ψύχραιμος, να κρατήσεις «χαρακτήρα» λες και θα φύγει η προσωπικότητά σου εάν κλάψεις και μετατραπείς σε κάποιον άλλον. Ακόμα και στον θρήνο, για το οποιοδήποτε πράγμα, απαιτείται σοβαρότητα κι εγκράτεια. Μπορείς να κλάψεις αλλά μόνος.
Το κλάμα έμαθες πως είναι αδυναμία κι επιπολαιότητα, είναι κάτι παιδικό (και κυρίως κοριτσίστικο) που δηλώνει παραίτηση. «Παραιτούμαι από την μάχη και κλαίω γιατί την έχω ήδη χάσει». Το κλάμα θεωρούν πως το χρησιμοποιείς για εκείνους. Είναι για να σε λυπηθούν και να σου συμπαρασταθούν, να σε προσέξουν. Όπως τότε που ήσουν μικρός. Μα τώρα οι ευαισθησίες σου, πρέπει να φαίνονται με έναν πιο ντελικάτο τρόπο.
Το κλάμα είναι σκληρό γιατί είναι αληθινό κι ωμό, είναι πρωτόγονο και ζωντανό. Σοκάρει τον κόσμο η πραγματικότητά του- μην απορείς που δε θέλουν να το βλέπουν παρά μόνο στις ταινίες. Γιατί εκεί είναι ένα όμορφο ψέμα, είναι μια αλήθεια που μπορούν να ταυτιστούν μαζί της, χωρίς τον κίνδυνο της έκθεσης. Το κλάμα σημαίνει πως κάτι σε νοιάζει, κάποιος σε νοιάζει, σε κάνει ευάλωτο και ξανά παιδί. Κανείς τους δε θέλει να γίνει ξανά εύθραυστος. Να αισθανθεί μικρός, να νιώσει ότι βρίσκεται σε μια υποδεέστερη θέση.
Αλλά ένα πράγμα να ξέρεις. Μην εμπιστευτείς άνθρωπο που δεν τον έχεις δει να κλαίει. Γιατί όποιος δε φοβάται θα κλάψει μαζί σου, δίπλα σου, θα σου δώσει έναν ώμο, μια αγκαλιά, θα σταθεί πλάι σου, δε θα σου μιλήσει, θα σου μιλήσει, θα σε παρηγορήσει και θα καταλάβει. Θα σ’ αφήσει να αφεθείς και να ξεσπάσεις γιατί το κλάμα πρέπει να έχει μαγικές ιδιότητες. Τη στιγμή που σε πονάει και καταρρέεις, την επομένη σε κάνει να αισθάνεσαι ελαφρύτερος και ελεύθερος. Κλαις γιατί μπορείς, έχεις την δύναμη να μην φοβηθείς και να κλάψεις μπροστά σε κάποιον, να του δείξεις τον εαυτό σου και εκείνος να μην τρέξει μακριά αλλά να μείνει. Αυτό σας κάνει δύο ικανούς ανθρώπους. Να βρεις έναν τέτοιο στη ζωή σου, εάν δεν έχεις ήδη.
Το κλάμα είναι μέρος του «εγώ» σου, τσαλαπατημένου και μη. Όποτε αισθάνεσαι να κλάψεις, κλάψε. Όποτε αισθάνεσαι να ξεχειλίζεις, ρίξε λίγο νερό έξω από το «μέσα» σου. Όποτε οι άλλοι σου λένε πως όλα είναι καλά, άρα εσύ δεν έχεις δικαίωμα στο κλάμα, κλάψε. Σπαταλάς πολλή σκέψη, σε κάτι αυθόρμητο. Ξέρω πως χρειάζεται να κλάψεις πολύ μέχρι να αλλάξει ο κόσμος, αλλά ευτυχώς έχουμε δάχτυλα να σκουπίζουμε τα δάκρυα, δύο τρεις ανθρώπους να μας αγαπούν και μια σκέψη να μας συντροφεύει: ο άνθρωπος κλαίει όταν (ανα)γεννιέται!
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου