Μπορούν όλοι να γίνουν γονείς (λαμβάνοντας ως δεδομένο εκείνους που θέλουν); Εν δυνάμει θα απαντούσαμε πως όχι, υπάρχουν ακόμα προβλήματα που εμποδίζουν ανθρώπους από το να γίνουν γονείς, τα οποία μπορεί να εκτείνονται από τα γυναικολογικά αλλά μέχρι και τα διαδικαστικά. Υπάρχει όμως μετά κι η παράμετρος της υπευθυνότητας και της ετοιμότητας. Πότε είναι πραγματικά έτοιμοι να δεχτούν μια νέα ζωή στην καθημερινότητά τους η οποία θα εξαρτάται τελείως από εκείνους και θα πρέπει να την προστατεύουν, να της δείξουν πώς είναι σωστό να ζήσει, σύμφωνα πάντα με τα δικά τους κριτήρια. Σε όλη αυτή τη συζήτηση όμως, υπεισέρχεται και το ηθικό ζήτημα των ατόμων με ψυχικές ασθένειες, όπου δημιουργεί επιπρόσθετα ερωτήματα με κεντρικό εκείνο της ψυχολογικής ικανότητάς τους να γίνουν γονείς.
«Ο ψυχικά ασθενής πρέπει ν’ απολαμβάνει το σύνολο των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, ο δε περιορισμός αυτών θα πρέπει να υπόκειται σε σαφείς νομικές προϋποθέσεις*» σύμφωνα με την απόφαση του ΟΗΕ (1991) κατατάσσοντάς τους στα άτομα με αναπηρίες. Δυστυχώς, μια τέτοια επισήμανση ήταν απαραίτητη αφού δεν αποτελούν και πολύ μακρινό παρελθόν τα βασανιστήρια, οι ταπεινώσεις, οι εξευτελιστικές τιμωρίες, η κακοποίηση κι ο στιγματισμός των ατόμων αυτών. Στη σημερινή εποχή, μπορούν και κυκλοφορούν μέσα στην κοινωνία όπως κι οι υπόλοιποι άνθρωποι, να εργάζονται και να δημιουργούν οικογένειες, για το τελευταίο όμως η συζήτηση απαιτεί μεγαλύτερη προσοχή.
Λαμβάνοντας υπόψη το δικαίωμα στην ισότητα, μπορούμε να πούμε πως, ως μέλη της κοινωνίας, εφόσον μπορούν να ψηφίσουν, μπορούν να γίνουν και γονείς. Άλλωστε, το 40% των ατόμων όπου νοσηλεύονται σε νοσοκομεία ή ψυχιατρικές κλινικές είναι ήδη γονείς ανήλικων παιδιών. Κάποιος θα μπορούσε να ρωτήσει εάν «είναι καλοί γονείς» και για να εξειδικεύσουμε την ερώτηση θα προσθέταμε εκείνη του «τι σημαίνει να είσαι καλός γονέας».
Η κατηγορία του «καλού γονέα» θα μπορούσε να περιλαμβάνει ποικίλα χαρακτηριστικά αλλά ίσως το επικρατέστερο θα ήταν εκείνο της λειτουργικότητας. Το φάσμα των ψυχικά ασθενών εκτείνεται από τους ήπιους, ικανούς για τις καθημερινές συναναστροφές και συναισθηματικές επαφές μέχρι και τους ανθρώπους που αντιμετωπίζουν ψυχώσεις ή βαριές μορφές διαταραχών της προσωπικότητας. Αμφότερα, με ιδιαίτερη ίσως προσοχή στη δεύτερη κατηγορία, οφείλουν να λαμβάνουν ψυχολογική ή ψυχιατρική βοήθεια και σε ορισμένες περιπτώσεις και φαρμακευτική περίθαλψη. Οι ίδιοι όμως είναι απαραίτητο να μιλούν στα παιδιά για όλη αυτή την κατάσταση. Αυτό που απαιτείται είναι η εμπιστευτικότητα του γονέα προς εκείνα αλλά κι η ένδειξη αξιοπρέπειας από τον περίγυρο.
Κάτω από πολλές συνθήκες, ο γονέας ή οι γονείς με τις ψυχικές ασθένειες, είναι πιθανό να δυσκολεύονται να διεκπεραιώσουν τις καθημερινές υποχρεώσεις, να τους καταβάλει το άγχος και να συγχύζονται. Συνήθως, όλη η προσοχή στρέφεται αναμενόμενα σ’ εκείνους παραμελώντας πολλές φορές τα παιδιά, γι’ αυτό και πολλοί μελετητές τα αποκαλούν «αόρατα». Ως αυτόματη αντίδραση εκείνα προσπαθούν να τραβήξουν την προσοχή με διάφορους τρόπους, όπως το να προκαλούν προβλήματα στο σχολείο, να χτυπάνε, να γκρινιάζουν υπερβολικά, οτιδήποτε που θα μπορούσε να προσελκύσει το ενδιαφέρον πάνω τους. Μπορεί όμως να μην αντιδράσουν και καθόλου δείχνοντας μια αδιαφορία ως προς ό,τι συμβαίνει στην οικογένεια τους. Το σίγουρο είναι πως πάντοτε καταλαβαίνουν ότι κάτι δεν πάει καλά, ακόμα κι εάν δεν μπορούν να το εξηγήσουν.
Γι’ αυτόν τον λόγο, το ζήτημα της ψυχικής ασθένειας του γονέα πρέπει να αντιμετωπίζεται με σοβαρότητα τόσο από τον ίδιο όσο και από το περιβάλλον του. Το παιδί είναι σημαντικό να έχει επαφή με σταθερό ψυχικά γονέα ή ένα άλλο ενήλικο μέλος της οικογένειας κι ανάλογα με την ηλικία να προσαρμόζεται στις ανάγκες του. Η συναισθηματική ασφάλεια κι ισορροπία μπορεί να επιτευχθούν και μέσα από τις καλές (δηλαδή λειτουργικές) σχέσεις με τους συνομήλικους του, τους φίλους και τους συμμαθητές του. Οι γονείς είναι ταυτόχρονα σημαντικό να παρέχουν ψυχολογική υποστήριξη στα παιδιά από κάποιον ειδικό αλλά και να τα ενημερώνουν-πληροφορούν για το πώς οι ίδιοι αντιλαμβάνονται τα πράγματα και πώς οι υπερβολικές αντιδράσεις τους δεν οφείλονται σ’ εκείνα αλλά στην ασθένειά τους.
«Αιώνες, χιλιετηρίδες τώρα, οι άνθρωποι φέρνουν στον κόσμο παιδιά. Επειδή έχουν εμπιστοσύνη στο αύριο, επειδή ελπίζουν ότι εκείνα θα ζήσουν καλύτερα απ’ αυτούς» αλλά στην πραγματικότητα αυτό που απαιτείται για να μεγαλώσει ένα παιδί είναι η αυτογνωσία· κατά πόσο ο καθένας κρίνει τον εαυτό του έτοιμο για ν’ αναλάβει αυτή την ευθύνη και κατά πόσο αυτό ισχύει. Μια ευθύνη που δεν μπορεί να αποφασίσει μετά πως δε θέλει να έχει πια. Οφείλει να προετοιμάσει τον εαυτό του, οτιδήποτε κι εάν αυτό σημαίνει για τον καθένα, με σοβαρότητα κι αίσθημα ευθύνης, γιατί δυστυχώς δε μετράει πάντα η αγάπη.
*psychology.now
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου