Έχουμε αναφέρει ξανά πως όλη μας η καθημερινότητα κι η ζωή, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, περιστρέφεται γύρω από το σ@ξ και την ικανοποίηση. Είναι ο τρόπος που παλεύουμε να επιβιώσουμε και ν’ αποδείξουμε πως είμαστε ζωντανοί. Μια αλήθεια κάπως αδιαμφισβήτητη. Αυτο όμως που θα μας κάνει εντύπωση, βλέποντας στο όχι και τόσο μακρινό 2021, είναι πώς συνδέεται το σ@ξ με τον άνδρα και την κοινωνική του θέση. Πέραν των όποιων αναλύσεων που θα μπορούσαμε να κάνουμε για τη σύλληψη της ανδρικής πεποίθησης για τη σ@ξουαλική ζωή και ταυτότητα, γνωστή ιστοσελίδα ερωτικού περιεχομένου μας παρουσίασε ορισμένα δεδομένα που ανατρέπουν κάπως την ιδέα που πιθανότατα μάς είχαν καλλιεργήσει οι άνδρες.
Στο p**nhub λοιπόν, από τις δημοφιλέστερες αναζητήσεις (στο νούμερο 5) βρίσκεται η έννοια του «swapping» δηλαδή της ανταλλαγής συντρόφων. Η ίδια πλατφόρμα αναφέρει πως οι λέξεις «cheating» (απάτη) και «cuckold» (να βλέπει τη σύντροφό του με άλλον άνδρα) αυξήθηκαν κατά 93% και 168% αντιστοίχως. Όπως επίσης ανέδειξε κι αύξηση στο φετίχ «adulterous wife» (γυναίκα που απατά). Ο σκοπός αυτών των σκηνικών είναι να κάνουν τους άνδρες -κυρίως τους ετεροφυλόφιλους όπως δείχνουν οι έρευνες- να νιώσουν ταπεινωμένοι κι «ευνουχισμένοι», να αισθανθούν δειλοί απέναντι στη γυναίκα-σύντροφό τους. Ο Φρόιντ πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, ίσως μιλούσε για την έλλειψη μητρικής αγάπης και την απουσία τρυφερότητας από την πλευρά της μητέρας. Με αποτέλεσμα, οι άνδρες να πιστεύουν πως αξίζουν μια τέτοιου είδους συμπεριφορά από τις συντρόφους τους, χωρίς όμως μόνο να το σκέφτονται, αλλά και να το επιδιώκουν ταυτόχρονα. Παρατηρώντας όμως την σύγχρονη πραγματικότητα, αναρωτιόμαστε ίσως γιατί οι άνδρες, που θεωρούν την απιστία πλήγμα στον εγωισμό τους, την απολαμβάνουν και την αναζητούν σε φαντασιακό επίπεδο. Σε μια μαρτυρία μάλιστα, ένα ζευγάρι εμπιστεύτηκε στην κοπέλα του πως θα ήθελε να μάθει εάν συνευρίσκεται ερωτικά και με κάποιον άλλον άνδρα (ενώ είναι σε σχέση μαζί του) και να του περιγράφει μάλιστα κάθε λεπτομέρεια. Όπως και του έκανε, ενώ αυτός αντίστοιχα δε ζήλεψε καθόλου, αλλά αντίθετα ευχαριστήθηκε.
Μπορεί η πρώτη μας σκέψη να είναι πως «αυτός ο άνθρωπος δεν πάει καλά» γιατί αν παρατηρήσουμε το όλο ζήτημα τελείως απλοϊκά, θα ήταν οξύμωρο να θέλει κάποιος να δει τη γυναίκα του με άλλον άνδρα, ώστε να νιώσει επίτηδες άσχημα και μειονεκτικά. Κοινωνιολογικά όμως, θα υποστηρίζαμε πως είναι άξιο απορίας το γεγονός ότι οι άνδρες προβάλλονται ως κυρίαρχοι και «μανιασμένοι» σχεδόν με την εξουσία αλλά και με την αυτοπεποίθησή τους ενώ επί της ουσίας (όπως δείχνουν τα δεδομένα) μπορεί και να μην καίγονται τόσο γι’ αυτά. Ν’ αυτοπαρουσιάζονται ως «ηγέτες» που δε δέχονται καμία παρεκτροπή, ιδιαίτερα από τις γυναίκες κι έχουν «κανονικοποιήσει» σε μεγάλο βαθμό την ιδέα πως ένας άνδρας είναι λογικό ν’ απατήσει και μια φορά τη γυναίκα του, αλλά εκείνη, δεν έχει κανένα ηθικό φραγμό κι αξιοπρέπεια κάνοντάς το.
Οπότε, ίσως κάτι μας κρύβουν, πίσω από το προσωπείου του αδίστακτου και καρδιοκατακτητή άνδρα που θέλουν να προβάλλουν. Φοβούνται πως αν δείξουν κάποια αδυναμία θα «εκθρονιστούν» κι η κοινωνική τους θέση θα καταρρεύσει; Γιατί για ν’ αυξήθηκε το ποσοστό (κατά 167%) αυτής της ανάγκης, σημαίνει πως αφορά ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού που δεν ικανοποιείται στην πραγματικότητα -σε σχέση μ’ αυτό το φετίχ-, είτε γίνεται κι έχει μετατραπεί σε εθισμό, είτε ντρέπεται να το μοιραστεί με τις συντρόφους του. Λόγω ενοχών γι’ αυτό που θέλουν αλλά και μήπως «πέσουν στα μάτια τους» δεν το μοιράζονται; Ίσως επειδή μπορούν να το καλύψουν πίσω από μια εικόνα ενός δυναμικού άνδρα που δε δέχεται καμία τέτοιου είδους πράξη και συμπεριφορά; Οι γυναίκες από την άλλη, έχοντας εσωτερικεύσει πως οι άνδρες αποκλείεται να θέλουν κάποια να τους απατά, αντίθετα εκείνοι εκδηλώνουν κτητικές συμπεριφορές όταν κάποιος άλλος προσπαθεί να τις προσεγγίσει, αδυνατούν να πιστέψουν και να υποστηρίξουν αυτό το φετίχ.
Είναι πιθανόν όμως κι οι άνδρες να μη μοιράζονται τις σκέψεις τους γι’ αυτό καθώς η ιδέα τους εξιτάρει, η οθόνη κι οι ηθοποιοί μπορούν να είναι με ασφάλεια συναρπαστικοί, ωστόσο αν αυτό συνέβαινε στην αληθινή ζωή, μπορεί να μην είχαν τη δυνατότητα να το διαχειριστούν. Ίσως αντιδρούσαν διαφορετικά αν έβλεπαν μπροστά τους ξαφνικά τη σύντροφό τους να είναι με άλλον άνδρα. Αλλά αυτό δε σημαίνει και πως καταπιέζουν μια άλλη, βαθύτερη ανάγκη για επιβεβαίωση; Νιώθοντας ανεπαρκείς, ενισχύουν απλώς την ιδέα της ταπείνωσης και της εξαπάτησης, μόνο που τώρα δεν είναι αυτοί οι υπεύθυνοι (αφού δεν κάνουν κάτι κακό) αλλά οι άλλες (στην περίπτωσή μας). Μέσα σε μια ιδιόμορφη συνθήκη που κατασκευάζουν, οι άνδρες μπορούν να αισθάνονται όσο άσχημα, όσο θα ήθελαν να τους επιτρέπεται ίσως να νιώσουν. Να δουν πως κάποια στιγμή κι εκείνοι μπορεί να «χάσουν». Το ότι δεν το μοιράζονται -παρά μόνο ελάχιστοι- αυτό, δείχνει πως η κοινωνία -όσο κι αν θέλουμε να λέμε το αντίθετο- προσπαθεί με νύχια και με δόντια να παραμείνει σεξιστική.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου