«Κοίτα τους αυτούς τους δύο, μακάρι να ήμασταν κι εμείς έτσι» σκεφτόμαστε πολλές φορές ή ακόμα λέμε και φωναχτά, αλλά αγνοούμε πως εάν με κάποιον μαγικό τρόπο, μετατρεπόμασταν σε «αυτό» το ζευγάρι, ίσως να μην ήμασταν και τόσο ευχαριστημένοι. Αυτό μπορεί να μεταφραστεί από το να ονειρευόμαστε να υπήρχε μια οποιαδήποτε δυσκολία ώστε να δικαιολογούσε μια συμπεριφορά γεμάτη πάθος, τρέξιμο κι ανησυχία, μέχρι και να θεωρούμε πως εκείνοι ενσαρκώνουν την ιδέα της «τέλειας σχέσης». Κρίμα που κι οι δύο σκέψεις είναι προβληματικές.

Είναι κάπως δεδομένο πως όταν βρισκόμαστε έξω από μια κατάσταση, αδυνατούμε να εξετάσουμε τα πράγματα όπως είναι στην πραγματικότητα και αυτό αναφέρεται και στις δύο συνθήκες. Είναι, επίσης, κάπως παράτολμο να θέλουμε να δημιουργήσουμε μια συνθήκη όπου κάποιος από τους δύο ή και οι δύο θα πασχίζουν να σώσουν μια σχέση, η οποία μάλλον δεν μπορεί να σωθεί ή να «ρομαντικοποιούμε» την κτητικότητα και τη ζήλια. Αλλά κι από την άλλη πλευρά, κανείς μας δεν μπορεί να εγγυηθεί πως κάποιοι έχουν βρει την τέλεια σχέση γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν καθαρά υποκειμενικό αλλά κι ιδεατό καθώς δεν υπάρχει ανθρώπινη σχέση που να μην περιλαμβάνει έστω κι ένα μικρό μέρος καθημερινών προβλημάτων.

 

 

Οπότε, ίσως δε θέλουμε και τόσο όλες αυτές τις σχέσεις που θα θέλαμε να βρισκόμαστε ή να κάνουν την ήδη υπάρχουσα σχέση μας σαν κι εκείνες. Γιατί μέσα μας αισθανόμαστε πως δεν είναι αλήθεια, έστω κι υποσυνείδητα, κάτι μας «τσιμπάει» και μας λέει πως δεν ισχύουν όλα όσα εμείς φανταζόμαστε. Το θέμα όμως είναι μετέπειτα, μήπως δε σκεφτόμαστε πως δε θέλουμε να είμαστε «εκείνοι» επειδή δεν το αξίζουμε στην πραγματικότητα. «Ναι μεν μπορεί να μην ισχύουν αυτά αλλά εάν ισχύουν κι εμείς δεν μπορούμε να τα έχουμε γιατί είμαστε ανίκανοι να τα αποκτήσουμε;», σκέφτεται το μυαλό. Αυτό θα πρέπει να σημάνει το «πρώτο καμπανάκι» μέσα μας. Κάτι μέσα σε αυτή τη σχέση είτε υπολειτουργεί, είτε δε λειτουργεί καλά γιατί τα πρώτα σημάδια ανασφάλειας κι έλλειψης έχουν κάνει την εμφάνισή τους. Έλλειψη τρυφερότητας, προσοχής, ενδιαφέροντος, ερωτικής έλξης, μπορεί να είναι από το πιο φαινομενικά ασήμαντο μέχρι το πιο σοβαρό, αλλά στην περίπτωση μιας σχέσης, όλα θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως ανάγκες που πρέπει να καλυφθούν.

Γιατί το πρώτο μέλημα, ακόμα κι εάν δεν το ονοματίζουμε πολλές φορές αλλά το περιγράφουμε με παραπλήσια χαρακτηριστικά, είναι η ασφάλεια και τα «άλλα ζευγάρια», τα οποία θεωρητικά ζηλεύουμε, είναι εκείνα που θα μπορούσαν να «απειλήσουν» την ασφάλεια μας, άρα και την ευτυχία μας. Μήπως βρεθεί κάποιος άλλος πιο ικανός, πιο ευχάριστος, πιο δοτικός από εμάς, «πιο» οτιδήποτε και μας «κλέψει» τον άνθρωπο μας. Τότε καταλαβαίνουμε πως δε θέλουμε όσα έχουν οι άλλοι αλλά φοβόμαστε μήπως εμείς δεν αρκούμε κι αναζητήσει όσα πιστεύει πως χρειάζεται κάπου αλλού. Ενδόμυχα, απευχόμαστε να είναι τόσο τέλειοι ή ιδανικοί όλοι εκείνοι που οραματιζόμαστε να ήμασταν, να αποδειχθεί κάπως το «ψέμα» και να καταρριφθεί το παραμύθι για να κουρνιάσουμε στη μετριότητα μας. Μετριότητα γιατί παύουμε να αναζητάμε κάτι που θα μας κάνει να εμπνέουμε εμάς τους ίδιους, που θα θέλαμε να κρατήσουμε αυτή τη σχέση μονάχα για εμάς και να παλέψουμε γι’ αυτή μήπως και κάποιος τη «ματιάσει» και τη χαλάσει.

Κανείς δεν είπε πως το να κάνουμε μια υγιή σχέση είναι κάτι εύκολο, πόσο μάλλον κάτι το αυτονόητο. Σπάνια οριοθετούμε τον άλλον κι οριοθετούμαστε μέσα σε μια σχέση γιατί μην ξεχνάμε, πως είμαστε ζώα και στο ζωικό βασίλειο κυριαρχεί η βία του ισχυρότερου. Έτσι συμβαίνει και στις μη υγιείς σχέσεις, με μια βιαιότητα που δεν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε πάντα ως τέτοια. Θα ήταν όμως ψέμα να πούμε πως δεν υπάρχει ή πως δε συμβαίνει. Ακόμα κι οι άλλες σχέσεις, εκείνες που εισπράττουν τη ζήλια μας, μας ασκούν βία κι εξουσία, μας επηρεάζουν ακόμα κι εάν δεν το καταλαβαίνουμε, με αποτέλεσμα πολλές φορές να πλάθουμε αβάσιμα σενάρια στο μυαλό μας και ν’ αποζητάμε από τον άλλον πράγματα που δεν μπορεί να μας δώσει. Ούτε όμως κι εμείς μπορούμε να είμαστε όλα εκείνα που θεωρούμε πως πρέπει να είμαστε, επειδή σε κάποιους άλλους λειτουργούν ή επειδή δε θέλουμε να χάσουμε κάτι που νομίζουμε πως ο άλλος θα επιθυμεί. Κι όμως, η διέξοδος στο πρόβλημα είναι πιο απλή απ’ όσο νομίζουμε και λέγεται επικοινωνία.

Αν μπορούμε να καταπολεμήσουμε κάπως αυτή την εκδοχή της «βίας» είναι με τη συνεννόηση και το μοίρασμα, είναι με την κατανόηση και την αποδοχή, με την εξέταση των «θέλω» του άλλου. Γιατί αυτή ζήλια μπορεί να μην είναι γόνιμη, αλλά η αναγνώρισή της ως πρόβλημα είναι, και πιστέψτε, πως κανένα ζευγάρι που έχει βρει την κρυφή συνταγή της ευτυχίας δε θα έρθει να σας την τρίψει στην μούτρα. Οπότε, αυτό που μένει είναι να μην προσπαθήσετε να την ανακαλύψετε μόνοι σας, αλλά μαζί.

Συντάκτης: Ελένη Τσεπελίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου